Υπάρχει εκεί έξω μια γυναίκα σεφ που πιστεύει ότι α) στις κουζίνες περνάμε καλά, γελάμε και αγκαλιαζόμαστε χωρίς να ζούμε το Festen και πώς β) το καλό ποιοτικό φαγητό θα έπρεπε να είναι προσιτό σε όλους. Αυτή την μαγείρισσα ανακάλυψα στο Netflix μέσα από το ντοκιμαντέρ μαγειρικής που είναι βασισμένο στο best seller βιβλίο της, Salt, Fat, Acid, Heat.
Το γέλιο της είναι εθιστικό και κολλητικό. Και σε καιρούς πανδημίας, αν είναι να κολλήσεις ένα ιό, ας είναι της χαράς. Η σεφ διατηρεί και μηνιαία στήλη στο περιοδικό των The New York Times και μπορεί να σε κάνει να ταξιδέψεις νοητά μέσα από τον καναπέ του σπιτιού σου, αν έχεις σαράντα λεπτά και συνδρομή στο Netflix. Θα σε ταξιδέψει στη Β. Ιταλία να μαγειρέψει με παραδοσιακό ελαιόλαδο, χοιρινό λίπος και τυριά (ίσως έβαλα δύο κιλά απλά βλέποντας το επεισόδιο). Θα σε πάει στην Ιαπωνία να μάθεις τι θα πει καλό αλάτι και πώς αλλάζει ένα ωμό ψάρι (σουσί σουσί σουσί) και στο Γιουκατάν θα χαθείς σε ένα πολύχρωμο κόσμο με σάλτσες, μέλια και τη μεταμορφωτική δύναμη του ξινού. Μαγεία.
Για την ιρανή Νοσράτ η μαγειρική είναι μια τέχνη επικοινωνίας και κοινωνικοποίησης. Θέλεις να πας στο πρώτο εστιατόριο που ξεκίνησε την καριέρα της, το περίφημο Chez Panisse και να δεις που μαθήτευσε. Σε βάζει μέσα στο σύμπαν της φιλοσοφίας της υψηλής μαγειρικής. Σε πείθει ότι ο καθένας μπορεί να μαγειρέψει ένα νόστιμο κι όμορφο πιάτο με απλά υλικά. Δεν είμαι σίγουρη αν παρακολούθησα μια ταξιδιωτική ή μια μαγειρική εκπομπή. Ξέρω ότι αυτή η ήρεμη δύναμη της Νοσράτ την έχρισε το νέο μου μαγειρικό είδωλο. Κι ας άργησα να την ανακαλύψω.
Το μάντρα της αγαπημένης μου μαγείρισσας είναι ότι αποτυγχάνει σχεδόν κάθε μέρα, αλλά παρά ταύτα προσπαθεί ξανά. Δεν της αρέσει η αναγνωρισιμότητά της επωνυμίας. Της είπε μια γυναίκα που της διαβάζει τα ταρό, ότι όσο πιο επιτυχημένη είσαι, τόσα περισσότερα έχεις να χάσεις. Δεν είναι η εικόνα που έχεις συνηθίσει να βλέπεις ως σεφ, όχι απλά επειδή είναι γυναίκα, αλλά επειδή δεν είναι αυστηρή κι απόμακρη Δεν είναι σοβαροφανής. Κι αυτό είναι τόσο ελκυστικό στην παρουσίαση. Δεν πιστεύει ότι είναι πιο σπουδαία από εσένα που είσαι ο θεατής. Πιστεύει ότι είναι μια δασκάλα που θέλει να σου μάθει πέντε πράγματα. Κι αυτό το αγοράζεις. Έχει χάρισμα. Την βοήθησε και η ψυχοθεραπεία. Αλλά αυτή η οικειότητα και ταπεινότητα σε αιχμαλωτίζει ως θεατή. Θέλεις να καθίσεις στο τραπέζι που στρώνει να κάνετε μια πρόποση και να φάτε μια πάστα παρέα. Ήταν το μοναδικό κορίτσι με καφέ δέρμα σε ένα σχολείο με ξανθά άσπρα αδύνατα κοριτσάκια. Κι αυτό την έκανε να νιώθει σαν outsider. Και βρήκε μια διέξοδο στη μαγειρική.Για να ικανοποιήσει το πάθος της με τη μαγειρική πέρασε ένα χρόνο απλήρωτη στο Chez Panisse να μαθαίνει την τέχνη. Άλλαζε τον πάγο στα ψάρια και υποδεχόταν τις προμήθειες. Αλλά ήξερε τι ήθελε να κάνει και πώς έπρεπε βήμα βήμα να το πετύχει. Όσο πιο γρήγορα ανέβεις στην κορυφή, τόσο μεγαλύτερο θόρυβο θα κάνεις στην πτώση σου. Νόμος. Άγραφος.
Μέσα σε δύο χρόνια έκανε κουμάντο σε μια κουζίνα με λευκούς μάγειρες. Που δεν τη έδειχναν σεβασμό επειδή δεν την υπολόγιζαν. Κι αυτό την μεταμόρφωσε σε μια νευρική κι οξύθυμη γυναίκα. Κι αποφάσισε να φύγει από τις κουζίνες εστιατορίων. Πήγε στο Berkeley, γράφτηκε σε μάθημα δημοσιογραφίας για να γίνει συγγραφέας βιβλίων μαγειρικής και συντάκτης γαστρονομίας/ γεύσης. Πιστεύει ότι κάνει επιτυχία επειδή οι θεατές είναι απελπισμένοι για κάτι νέο και διαφορετικό. Έχει φυσικά δίκιο.
Τι μπορεί να κάνει χωρίς να νιώθει άβολα; Τον εαυτό της.