Η δικτατορία στην Ουρουγουάιη (1973-1985) έκανε την πραγματικότητα να θυμίζει εφιάλτη για πολλές γυναίκες. Κάποιες από αυτές, η Άνα Αμορός, η Μπρέντα Σόσα, η Ιβόν Κλίνγκλερ, η Λους Μενέντες και η Αναχίτ Αχαρονιάν μιλούν για αυτόν με τρόπο που σε κάνει να αδυνατείς να στρέψεις το βλέμμα σου αλλού ή να κλείσεις τα μάτια σου. Οι γυναίκες αυτές ήταν γύρω στα είκοσί τους χρόνια όταν βασανίστηκαν σε κέντρα κράτησης. Τα βασανιστήριά τους είχαν ένα και μοναδικό ύφος: σεξουαλικό, κακοποιητικό στα όρια της κατατρομοκράτησης.

Η αποκάλυψη των ιστοριών τους, εκτός από τη σεξουαλική βία που έχουν υποστεί, αποδεικνύει τη βραδύτητα του συστήματος δικαιοσύνης. Σκέψου το λίγο. Η πρώτη ακρόαση για τις υποθέσεις τους έχει προγραμματιστεί για τον Μάρτιο του 2021. Οι μηνύσεις τους φέρνουν στο φως υποθέσεις θαμμένες για τόσα χρόνια, τη στιγμή που το Γαλλικό Πρακτορείο άρχισε να συγκεντρώνει τις αφηγήσεις τους μόλις το 2019.

«Νόμιζα πως όταν μου συνέβαινε, θα δάγκωνα, θα έγδερνα, θα του χτύπαγα τα γεννητικά όργανα. Νόμιζα πως μπορούσα να αμυνθώ… Δεν έκανα τίποτα»,Η Αμορός, μέλος της Λαϊκής Επαναστατικής Οργάνωσης-33 Ανατολικοί (Organización Popular Revolucionaria-33 Orientales), συνελήφθη στα τέλη του 1972. Μεταφέρθηκε σε στρατόπεδο και την ανάγκασαν να βγάλει τα ρούχα της, και αφού την απείλησαν με μαστίγιο, τη βίασαν μερικές μέρες αργότερα. «Πέρασαν πάνω στο σώμα μου ένα μαστίγιο, από αυτά που είχαν για να χτυπάνε άλογα. Μου είχαν σφαλίσει τα μάτια αλλά ήξερα ότι υπήρχαν πολλοί άντρες γύρω μου», αναφέρει. Μερικές ημέρες αργότερα, οδηγήθηκε μπροστά στον συνταγματάρχη Χιλμπέρτο Βάσκες, που τη βίασε «μια πρώτη φορά».

«Νόμιζα πως όταν μου συνέβαινε, θα δάγκωνα, θα έγδερνα, θα του χτύπαγα τα γεννητικά όργανα. Νόμιζα πως μπορούσα να αμυνθώ… Δεν έκανα τίποτα», λέει με πικρία η συγγραφέας, 72 χρονών σήμερα, μητέρα τεσσάρων παιδιών.

“Θα εύχεσαι να είχες πεθάνει”

Η Μπρέντα Σόσα ήταν 21 χρονών όταν τη συνέλαβαν σε σπίτι στην επαρχία, όπου κρυβόταν. Ανήκε στο Κίνημα Εθνικής Απελευθέρωσης (Movimiento de Liberación Nacional, MLN), οργάνωση πιο γνωστή με το όνομα Τουπαμάρος

Σε στρατόπεδο βορειοανατολικά της πρωτεύουσας, υπέστη εικονικούς πνιγμούς και ηλεκτροσόκ στους μαστούς και στα γεννητικά όργανα. Κατά τη διάρκεια μιας από τις ατελείωτες ανακρίσεις στις οποίες υποβαλλόταν, έφεραν έναν από τους συντρόφους της «για να δει πώς με βασάνιζαν και να σπάσει, να μιλήσει», αναφέρει, αποκαλύπτοντας τον σαδισμό.

Η Λους Μενέντες, 66 ετών σήμερα, μητέρα δυο κορών, συνελήφθη το 1987. Θυμάται ακόμα τις χειροδικίες, αλλά και τα λόγια του βασανιστή της, του Χόρχε Σιλβέιρα, επίφοβου συνταγματάρχη του στρατού ξηράς, φυλακισμένου σήμερα για άλλα εγκλήματα: «Όχι, αγαπητή μου, μην ανησυχείς, θα βγεις από εδώ ζωντανή. Σου το υπόσχομαι. Όμως, παρότι κομμουνίστρια, θα προσευχηθείς στον Θεό να πέθαινες, διότι θα σε κάνω να γνωρίσεις τα όρια της τρέλας».

Διπλή τιμωρία γιατί τόλμησαν να κάνουν κάτι που δεν ταίριαζε στο φύλο τους

“Με έβαζαν να κάνω ντους ακούγοντας τις φωνές ανδρών γύρω μου, στρατιωτών που μίλαγαν για το τι θα μου έκαναν”

Μόλις έγινε γνωστή η επιβολή του πραξικοπήματος, την 27η Ιουνίου 1973, η Ιβόν Κλίνγκλερ, φοιτήτρια ιατρικής, μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος, έτρεξε στο πανεπιστήμιο για να οργανώσει την αντίσταση στη δικτατορία. Η αντίσταση δεν κράτησε παρά μερικές εβδομάδες. Η Ιβόν, όπως αναρίθμητοι άλλοι, απέκτησε φάκελο. Έπειτα από χρόνια στην παρανομία, συνελήφθη το 1982, φυλακίστηκε, βιάστηκε.

«Με έβαζαν να κάνω ντους ακούγοντας τις φωνές ανδρών γύρω μου, στρατιωτών που μίλαγαν για το τι θα μου έκαναν», αφηγείται η Ιβόν, πάνω από εβδομήντα ετών σήμερα, μητέρα δυο γιων.

«Οι γυναίκες υποβάλλονταν σε διπλή τιμωρία, διότι τόλμησαν να κάνουν κάτι που δεν ήταν πρέπον για το φύλο τους και διότι αντιστάθηκαν στους στρατιωτικούς», κρίνει. «Μου έλεγαν: στην πραγματικότητα, αυτό ήθελες να σου κάνουμε».

Δε μιλάμε άλλο για αυτό

“Πάει. Επιζήσαμε, δεν μιλάμε πια γι’ αυτό, τέλος”

Αντιμέτωπες με τη δυσπιστία των οικογενειών τους, πολλές από τις γυναίκες αυτές δεν μίλησαν ποτέ για τους βιασμούς και τους βασανισμούς τους. Η Ιβόν Κλίνγκλερ αφηγείται τις σκέψεις τις, τις αμφιβολίες της για το κατά πόσο θα την καταλάβει κανείς, αν πει όσα έζησε. Ή βασικά όσα της επέβαλαν.

Την ίδια στιγμή, η Αναχίτ Αχαρονιάν (71) αναρωτιέται «και ποιος θα σε ακούσει;», αποκαλύπτοντας πως μετά το τέλος της δικτατορίας πολλοί άντρες ακολούθησαν μια πραγματιστική προσέγγιση, πείθοντας τις γυναίκες να αφήσουν πίσω όσα έγιναν. Όπου όσα έγιναν, τα ψυχικά τραύματα που είχαν μείνει μετά από αυτές τις εμπειρίες, απαντώντας μάλλον στο ερώτημα της Αχαρονιάν με ένα «κανείς». «Πάει. Επιζήσαμε, δεν μιλάμε πια γι’ αυτό, τέλος» άκουγαν καθημερινά.

Σύμφωνα με ντοκουμέντα που δημοσιοποιήθηκαν τον Αύγουστο, ο Χιλμπέρτο Βάσκες, σήμερα σε κατ’ οίκον περιορισμό, κατέθεσε το 2006 ενώπιον στρατοδικείου: «εκτελέσαμε, δεν δολοφονήσαμε – αυτά είναι πολύ διαφορετικά πράγματα. Δεν βασανίσαμε, ασκήσαμε πίεση, ήταν το ελάχιστο που μπορούσαμε να κάνουμε για να αποσπάσουμε την αλήθεια». Βολική απάντηση ή μια προσπάθεια να μπει η σεξουαλική βία στο πλαίσιο των «απαραίτητων διαδιασιών;». Θα μάθουμε από τη δικαιοσύνη. Ελπίζουμε.