‘Έχω απομακρυνθεί από τραγούδι τελείως. Δεν μπορώ να τραγουδήσω όπως τραγουδούσα παλιά. Και δεν καταδέχομαι να συνεχίσω και να το κάνω αυτό, αν δε μπορώ να το κάνω καλά. Θα με ακούσετε σε λίγο καιρό σε ένα τραγούδι με τη Γιασμίν, ένα ντουέτο που κάναμε μαζί που έχω γράψει τους στίχους στα ελληνικά εγώ και εκείνη τη μουσική και τους στίχους στα ισπανικά. Το ηχογράφησα πέρσι το καλοκαίρι. Είναι μια μπαλάντα που μπορούσα να πω, αλλά δε με ακούει η φωνή μου πια και είπα πως είναι καλύτερα να σταματήσω. Δεν είναι σωστό”.
Με τα λόγια αυτά, στη ραδιοφωνική εκπομπή του Φώτη Απέργη στο Δεύτερο πρόγραμμα, η μαγική Χάρις Αλεξίου αποχαιρετά το τραγούδι, αφήνοντας μας να ανατριχιάζουμε με τις αναμνήσεις, να πενθούμε τους κύκλους που κλείνουν, τις εποχές που τελειώνουν. Ποιος άραγε μπορεί να ξεχάσει εκείνην τη συναυλία στο Ηρώδειο, το 2007, για τον Μάνο Λοίζο; Τότε, που μέσα στο υπέροχο μπλε φόρεμα της περπάτησε σαν κύμα στη σκηνή ευχαριστώντας μας που ήμασταν εκεί, να τη βοηθήσουμε όταν θα χάνει τα λόγια της από τη συγκίνηση. Ήταν ακριβώς εκείνο το βράδυ που σιγουρετυτήκαμε ότι τίποτα δεν θα ήταν ίδιο, χωρίς τη φωνή της στη ζωή μας, χωρίς το πέπλο της κρυστάλλινης τρυφερότητας που ακούμπησε κάθε πληγή μας, ίδρωσε σε κάθε γλέντι μας. Ποιος αλήθεια μπορεί να ξεχάσει εκείνον τον Σεπτέμβρη στον Λυκαβηττό, που κουτρουβαλιάσαμε μεθυσμένοι τα βράχια ακούγωντας τη φωνή της να κάνει έρωτα με εκείνη του Σωκράτη και του Αλκίνοου;
Ποτέ κανείς δεν θα καταφέρει να ανοίξει σαν ρόδι την καρδιά μας, τραγουδώντας πως “Τίποτα δεν πάει χαμένο”, χαρίζοντας μας για λίγο την αθανασία, το βλέμμα της κάθε φορά που τραγουδούσε το Ακορντεόν, όταν φώναζε πως “Δεν θα περάσει ο φασισμός”. Η Χαρούλα που φόρεσε κόκκινα λαστιχένια γάντια και τραγούδησε αγκαλιά με τις γυναίκες της καθαριότητας,τους φόβους και τις αγωνίες μπροστά στο άδικο, προσθέτοντας και τη δική της υψωμένη γροθιά.
“Το Χειρόγραφο ήταν το τελευταίο μουσικό που έκανα. Υπήρχε ήδη το πρόβλημα. Όταν με κάλεσε ο Μικρούτσικος να τραγουδήσω στους Βράχους του είπα “δεν τραγουδάω Θάνο μου αλλά θα είμαι εκεί για σένα”. Πήρα λίγο θάρρος και μετά συνεργάστηκα με τον Ξαρχάκο στον Ζαμπέτα. Εκεί πήρα την οριστική απόφαση. Είπα “δε σου αξίζει να συνεχίσεις””.
Σε ευχαριστούμε Χαρούλα. Σε ευχαριστούμε που μας έκανες καλύτερους ανθρώπους, που άντεξες τόσα χρόνια τα γέλια και τα δάκρυα μας. Θα έχουμε πάντα τις αναμνήσεις, τα Καλοκαίρια και την αρχή του Φθινοπώρου. Θα έχουμε πάντα να λέμε πως τραγουδήσαμε μαζί, πως υπήρξε κάποιο βράδυ που είπαμε χαλάλι για όλες τις πίκρες μας.
Να είσαι καλά. Θα ανταμώσουμε ξανά!