Δεν γνώριζα τον άνθρωπο αλλά τα βιογραφικά στοιχεία που τον περιγράφουν. Τα επίσημα. Αυτά που δε σου λένε πότε για τα βλέμματα του, τις συνήθειες του, τις χειρονομίες του, τις αγάπες του. Δεν σου λένε αν έχει αδέλφια, όμορφα παιδικά χρόνια με ποδήλατο και χτυπημένα γόνατα και μάνα να τον χαϊδεύει πολύ, να τον κακομαθαίνει. Δε σου λένε για το περίσσευμα ή το υστέρημα του… Την Πέμπτη το βράδυ όμως το αθηναϊκό αναγνωστικό κοινό γνώρισε από κοντά τον Ντέιβιντ Νίκολς, με τα βραβεία BAFTA και τα best seller που έφτασε τα 5.000.000 και μεταφράστηκε σε 40 γλώσσες. Εκτός από τα βιβλία του και τα σενάρια εκείνα που και εμείς, εδώ στο Νότο, στην περιφέρεια της μητροπολιτικής Ευρώπης, έχουμε ήδη δει στο σινεμά, είδαμε και τον ίδιο, που γοήτευσε το πολυάριθμο κοινό, με τη ζωντάνια της επικοινωνώντας της, τον αυτοσαρκασμό και το βαθύτατα βρετανικό, φλεγματικό του χιούμορ.

Καθίσαμε για ένα καφέ γνωριμίας πριν την παρουσίαση του νέου του βιβλίου «Εμείς», τόσο εγώ, όσο και οι υπόλοιποι που θα τον πλαισίωναν στην γνωριμία του με τους αθηναίους. Εκεί ο κ. Γιάννης Κωστανταρόπουλος , εκδότης του ιστορικού εκδοτικού οίκου «ΜΙΝΩΑ» αλλά αναγνώστης φανατικός ο ίδιος και με ένα τεράστιο ένστικτο αναγνώρισης όχι της επιτυχίας αλλά της ποιότητας και της αλήθειας…  Μαζί και η κυρία Έφη Φρυδά, το λογοτεχνικό στα ελληνικά alter ego του συγγραφέα και η γέφυρα ανάμεσα σε μας το κοινό και εκείνον.

 

[fullimage]21219[/fullimage]
 

Είναι λοιπόν, ένας ανοιχτός ιδιαίτερα άνθρωπος που με το χιούμορ του μας έκανε πολλές φορές να ξεσπάσουμε σε γέλια. Και ενώ τα αγγλικά μου, ξαφνικά, ήταν σα Ρωσίδας κατασκόπου, χωρίς την εμφάνιση όμως, σε ταινία του Τζέιμς Μποντ, με έκανε να νιώσω ασφαλής και σχεδόν κατανοητή. Με απαράμιλλη χάρη άλλωστε κατάφερα να χύσω όλο το καφέ μου στα χεριά μου –έκαιγε κιόλας!- αλλά και παντού στο υπέροχο δώμα του Public με θέα τη Βουλή, χωρίς κάγκελα και ο ευγενής βρετανός συγγραφέας, για να μη με φέρει σε δύσκολη έκανε πως συμβαίνουν αυτά! Εκεί μας είπε πως έχει επισκεφθεί την Θεσσαλονίκη, τη Ρόδο, τη Κω, τη Σαντορίνη και την πρώτη του φορά στη χωρά είχε μαγευτεί από τη Σύμη, αλλά δεν γνώριζε την Αθήνα. Πριν το ραντεβού μας, περιπλανήθηκε στην Μητρόπολη, στην Πλάκα, στους δρόμους γύρω απ το Σύνταγμα και ένιωθε γοητευμένος από τη μεγάλη πόλη.

Αργότερα στην αίθουσα των εκδηλώσεων του πολυώροφου βιβλιοπωλείου και μπροστά σε ένα κοινό, ενθουσιασμένο από τη γνωριμία με έναν συστολικό, σεμνό, με απίστευτο χιούμορ μίλησε για τις διαφορές στην νοοτροπία των λαών απ την ίδια τη χώρα. Έρχεται από ένα νησί, μακριά απ τους άλλους, χωρίς την αίσθηση της χερσαίας γης της Ευρώπης, που φεύγοντας από αυτό νιώθουν όλοι οι Άγγλοι πως θα κάνουν γκάφες, θα γελοιοποιηθούν πράγμα απαράδεκτο για αυτούς. Είπε ακόμη ποσό προβλέψιμο για μας θα ναι το ότι θα επισκεφτεί την Ακρόπολη και πως ο ίδιος κοίταζε το ρολόι του με αγωνιά για να αρχίσουμε στις 7 ακριβώς και ενώ εμείς, πολύ φυσικά, δεν δείξαμε να ιδρώνει τα αφτί μας, θέλοντας αυτονόητο πως θα αρχίσουμε στις 7 και 25!

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ TΟΥ ΑΡΘΡΟΥ ΣΤΟ NEWPOST