Όπως όλες τις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις στη χώρα μας, έτσι και αυτή του περασμένου Ιανουαρίου αποτελεί πεδίο δόξης λαμπρό για συζητήσεις και αναλύσεις, εντός, αλλά και εκτός Ελλάδας. Μετά, ωστόσο, τις εκλογές ήρθαν οι διαπραγματεύσεις με τους εταίρους και η παράταση του προγράμματος οικονομικής πολιτικής, από το οποίο η Ελλάδα θα έπρεπε να είχε εξέλθει ήδη από το Δεκέμβριο του 2014 –εάν, επί της ουσίας, υλοποιούσε τις μεταρρυθμίσεις για τις οποίες είχε δεσμευθεί. Τα όσα ακολούθησαν, με όποια λέξη και εάν χρησιμοποιηθεί για την αποτύπωσή τους είναι σε άλλους, πλέον, γνωστά, αλλά κι ανησυχητικά. Αυτό, όμως, που πρέπει να συγκρατήσουμε είναι ότι παραμένουμε σε πρόγραμμα στήριξης, ενώ «περιφερειακά» γίνεται συζήτηση για ένα νέο πρόγραμμα στήριξης (ή όπως αλλιώς αποτυπωθεί λεκτικά) την ώρα που τα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, που παλαιότερα είχα ενταχθεί σε αντίστοιχα προγράμματα έχουν πλέον βγει ή οδεύουν σε ομαλή έξοδο από αυτά.
Συγκεκριμένα –και μετά την Ελλάδα, που προσέφυγε στη βοήθεια των εταίρων στις αρχές του Μαΐου του 2010– (α) στις 28/11/2010 αποφασίστηκε η αρωγή προς την Ιρλανδία που ολοκληρώθηκε το 2013 (την τελευταία δόση την έλαβε στις αρχές του 2014), (β) στις 6/4/2011 η Πορτογαλία ζήτησε και έβαλε την αρωγή των εταίρων που ολοκληρώθηκε το 2014, (γ) στις 25/6/2012 η Ισπανία ζήτησε βοήθεια για το τραπεζικό της σύστημα και το πρόγραμμά της ολοκληρώθηκε το 2014, και (δ) στις 25/6/2012 κατέθεσε αίτημα αρωγής η Κύπρος –που οριστικοποιήθηκε το 2013- και το δικό της πρόγραμμα ολοκληρώνεται τους επόμενους μήνες. Ωστόσο, η χώρα μας συνεχίζει να βρίσκεται σε -προς το παρόν- δύο προγράμματα στήριξης για μία πενταετία σχεδόν.
Πριν, όμως, ξεκινήσει μία ανάλυση αναφορικά με το που έγκειται (και) αυτή η ιδιαιτερότητα της χώρας μας, ίσως θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι πολιτικές εξελίξεις στα κράτη-μέλη που βρέθηκαν σε πρόγραμμα στήριξης. Έτσι, από μία απλή συγκριτική ματιά, προκύπτει ότι, κατά την περίοδο υλοποίησης των προγραμμάτων στήριξης (α) στην Ιρλανδία πραγματοποιήθηκαν εθνικές εκλογές μία μόνο φορά (25/2/2011) και τη διακυβέρνηση είχαν δύο πρωθυπουργοί, (β) στην Πορτογαλία έγιναν μία φορά εθνικές εκλογές (5/6/2011) και τη διακυβέρνηση είχαν δύο πρωθυπουργοί, (γ) στην Ισπανία δεν έγιναν εθνικές εκλογές και τη διακυβέρνησης είχε ένας πρωθυπουργός, και (δ) στην Κύπρο έγινε μία φορά (προεδρική) εκλογή και οι πρόεδροι που είχαν τη διακυβέρνηση ήταν δύο. Ωστόσο, στην Ελλάδα έγιναν τρεις φορές εθνικές εκλογές (7/5/2012, 17/6/2012 και 25/1/2015) και οι πρωθυπουργοί που είχαν τη διακυβέρνηση ήταν πέντε! Φυσικά, εάν ληφθούν υπόψη οι ανασχηματισμοί ή οι εντάξεις / αποχωρήσεις προσώπων / κομμάτων από τους κυβερνητικούς σχηματισμούς τότε η κατάσταση για τη χώρα μας γίνεται πιο περίπλοκη.
Συνεπώς, πριν αρχίσει μία συζήτηση για το «τις πταίει» από διάφορες οπτικές και προσεγγίσεις, κυρίως οικονομικής φύσεως, ας σταθούμε σ’ αυτήν τη βασική θεσμική διαφοροποίηση μεταξύ της Ελλάδας και των άλλων κρατών-μελών που ήταν σε πρόγραμμα στήριξης κι έχουν βγει ή βγαίνουν. Ας σταθούμε σ’ αυτήν τη θεσμική και πολιτική διάσταση της κατάστασης κι ας ξεκινήσουμε να συζητούμε πως μπορούμε να τη διορθώσουμε (συνταγματικά ή μη), ώστε να είμαστε σε θέση ως χώρα κι οικονομία να διασφαλίσουμε το minimum των συνθηκών σταθερότητας. Και σε επόμενη φάση θα μιλήσουμε και για βιώσιμη ανάπτυξη. Αλλιώς, θα συνεχίσουμε να αναρωτιόμαστε, «κλέβοντας» και παραφράζοντας λίγο τους στίχους του Γιάννη Αγγελάκα, τι θα γίνει με ‘κείνο το τρένο που έβλεπε τα άλλα τρένα να περνούν…