Ούτε νέο θα σας πω, ούτε βέβαια θα σας ξαφνιάσω λέγοντας σας πως το πιο επικίνδυνο πράγμα είναι να μη χρειαστούμε νοσοκομείο και δη εκτάκτως! Το ξέρετε και το ξέρουμε! Και, ακόμη, τα ράντζα και τα φακελάκια και την έλλειψη υλικών και προσωπικού και την κακιά οργάνωση και το χάος με τα ασφαλιστικά μας ταμεία που ζούμε οι περισσότεροι τα τελευταία χρόνια. Απλά το πόνο μου θα σας πω λοιπόν και όχι κάνα σπουδαίο νέο!
Έναν πόνο που ξεκινάει από το 1984 το καλοκαίρι, όπου βγάζω τα πρώτα μου ένσημα και συνεχίζεται μέχρι σήμερα και που όλα αυτά τα χρόνια είμαι μια ασφαλισμένη συνεπής και συνεχώς σε δουλειά, είτε στο ταμείο συντακτών και εργαζομένων περιοδικού τύπου, είτε σε αυτό του ημερήσιου τύπου, στο ΙΚΑ κατά καιρούς και για 31 συνεχή χρόνια, με κάτι διαλείμματα για να πάρω πτυχίο ή να κάνω τις υποχρεωτικές παρακολουθήσεις στη σχολή μου. Και ναι, είμαι απ’ αυτούς τους Έλληνες που δουλεύουν εφτά μέρες την εβδομάδα και λόγω της φύσης της δουλειάς μας δεν κοιτάμε ωράρια.
Μου ‘χει τύχει για χρόνια, να μπαίνω στο γραφείο Δευτέρα πρωί και να βγαίνω Τετάρτη μεσημέρι. Μου ‘χει τύχει να κάνει σεισμούς καταστροφικούς για την χώρα και εγώ –μαζί με τη Νάνση, τη Στέλλα και την Κατερίνα, χειρότερες αυτές από μένα- στον 7 όροφο να κλείνω τεύχη για να μη χάσουμε τη διανομή στην επαρχία. Μου ‘χει τύχει να μην υπάρχουν Σαββατοκύριακα, γιορτές και αργίες και ποτέ δε γκρίνιαξα γιατί μαζοχιστικά, αν θέλετε, μου αρέσει η ανοχύρωτη -συχνά- δουλειά μου, έχοντας την ευτυχία να έχω πέσει -ειδικά τώρα, που οι εποχές για την δημοσιογραφία είναι άγριες- σε καλά και συνεπή αφεντικά όσον αφορά σε εισφορές στα ταμεία μας, συνέπεια τραπεζική θα ‘λεγες στις πληρωμές και αξιοπρεπείς συνθήκες. Μου ‘χει τύχει η μεγάλη ευλογία, επίσης, να μου ‘χουν και ιδιωτική ασφάλεια, εδώ που είμαι, πολύ χρήσιμη για εξετάσεις και ραντεβού με γιατρούς! Έλα όμως, που άνθρωπος κι εγώ χρειάστηκα, μετά από τόσα χρόνια ασφαλισμένη, να χρησιμοποιήσω τα ελληνικά νοσοκομεία. Λάθος ναι! Αλλά τι να κάνω αδιαθέτησα και θα προσπαθήσω να μη το ξανακάνω…
Είμαι στο «Ε» και στην εκπομπή «Αποκαλυπτικά», στη θεσούλα μου ως γηραιά πια πανελατζού, όταν νιώθω ελαφριά πονάκια στο στομάχι, μεγάλη ζαλάδα και τάση για λιποθυμία. Σηκώνομαι και φεύγω από το πλατό, ενώ η εκπομπή είναι στον αέρα, περνώντας μπροστά από κάμερες, σαρώνοντας καλώδια, ψελλίζοντας ακατάληπτες «συγγνώμες» και αφήνοντας κάτι εμβρόντητους συνεργάτες πίσω μου να πιστεύουν πως πάει, το ‘χάσα και φεύγω να κάνω την Αστέρω στο σπήλαιο στα Γιάννενα, η καημένη νέα –σχετικά πάντα!- γυναίκα! Ως Αστέρω, έντρομη πια για την αδιαθεσία που ενίσχυσε μια έντονη κρίση πανικού ότι αποδημώ εις τόπους χλοερούς –μάλλον- και ότι είπαμε ψωμί και αλάτι και εγώ φεύγω και εσείς μένετε και όσους με πίκραναν πολύ κανέναν δε συγχωράω -και πριτς!- ξαπλώνω σε έναν καναπέ με έναν τρελό πονοκέφαλο να με κάνει να χάνομαι.
Πάει η εκπομπή! Κοντρόλ, Γωγώ φίλη αρχισυντάκτρια, ο κ. Υφαντής ο σκηνοθέτης, ο Μένιος, η Νανά η Παλαιτσάκη ψύχραιμη πάντα, η Νάνση η Νικολαΐδου -που την κοίταζα και βεβαιωνόμουν πως θα πεθάνω επειδή έκλαιγε και χάλαγε και το μέικ απ!- η Φαίη η ενδυματολόγος, ο φίλος απ’ την κάμερα-γερανό, η Έρση η παραγωγός και πόσοι που δε θυμάμαι διότι ήμουν και χάλια είπαμε, πάνω απ’ το κεφάλι μου και η εκπομπή στην μοίρα της, που ούτε ξέρω αν παίζαμε ή είχαμε ρίξει μαύρο!
Καλούν ασθενοφόρο. Δεν υπάρχει! Φεύγει ο πανικός από μένα, πάει σε αυτούς! Καλούν ιδιωτικό ασθενοφόρο, με μένα να ουρλιάζω μέσα από το χάλι μου, πως δεν θα ‘χω λεφτά και πόσο κάνει. Θέλουν να με χτυπήσουν οι μισοί, αλλά τι να μου κάνουν που είμαι ήδη τέζα! Ξανακαλούν στο ΕΚΑΒ, αλλά μας είπαν δεν υπάρχει. Με βάζουν σε ένα αυτοκίνητο με τον μαύρο Πάνο απ’ την παραγωγή να κάνει τον άνετο, να με πάει στο «Γεννηματάς» που εφημερεύει. Εγώ μες στη θολούρα να έχω κολλήσει και να θέλω τον οδηγό, την σκαλέτα ντε, τα περιεχόμενα της εκπομπής, να τα πάρω μαζί μου στο νοσοκομείο, αλλιώς να μη φεύγω. Ουδείς κατάλαβε ποτέ, ούτε και εγώ η ίδια τι τον ήθελα, αλλά μου τον φέρανε μπας και σκάσω κάποια στιγμή και ησυχάσουν και αυτοί!
Ο Πάνος με το ένα χέρι να οδηγεί και με το άλλο, που έτοιμη ήμουν να το δαγκώσω, κοίταζε αν ανασαίνω! Ανάσαινα! Με δυσφορία, πονοκέφαλο, ζαλάδα και φόβο πως δε θα προλάβουμε να φτάσουμε. Φτάσαμε! Ακολουθήσαμε την κόκκινη γραμμή για τα επείγοντα. Ο Πάνος πήγε να παρκάρει και η ασθενής –εγώ ντε!- με το ύφος μόνιμο της Αστέρως πήγα να παραδοθώ στις αρχές. Περίμενα σε μια ουρά. Έφτασε η σειρά μου. Συμπτώματα; Τα ‘πα! Που είναι η ασθενής; Εγώ είμαι, ντε!… Ευθεία και αριστερά! Πάω λάθος, ευθεία και δεξιά. Χάνομαι. Ξαναρωτάω. Επείγοντα Παθολογική… Εφτασα επιτέλους!
Έχω νούμερο 331 νομίζω. Εξετάζουν το 297! Γύρω μου φορεία. Πόνος. Overdose και νέα παιδιά ακίνητα, μαρμαρωμένα, χαμένα στις αβύσσους τους. Ένα κοριτσάκι –πόσο μικρό μου φάνηκε!- είναι γεμάτο απ’ τις ακαθαρσίες του και αναίσθητο. Η γιαγιά του, από πάνω του κλαίει. Ηλικιωμένες με ανοιχτό στόματα, να μοιάζουν ήδη, φευγάτες απ’ τον μάταιο τούτο κόσμο, όπως το φιλοσοφούμε οι μαύρο-άνθρωποι και τι μας μένει άλλο να κάνουμε, δηλαδή! Αίματα. Άνθρωποι με μάσκες για τις γρίπες. Βογγητά. Κάτι υπεράνθρωποι γιατροί και κάτι ηρωίδες νοσηλεύτριες να έχουν περάσει πάνω και πέρα απ’ την κούραση, να απορείς πώς δεν έχουν καταρρεύσει και με ποιες αντοχές στέκονται ακόμα και βοηθάνε! Οσμές, ορθοστασία, πόνος, βλέμματα όλο εγκατάλειψη, προσμονή, αρρώστια…
Θα πάω σε ιδιωτικό θεραπευτήριο. Ο οικογενειακός μηνιαίος προϋπολογισμός, ήδη πέφτει σε ξέρα. Ό,τι σου κάνουνε, 80 ευρώ! Και 80 και 80, άστα να πάνε! Έχω πίεση! Πίεση ζωής και πίεση αρτηριακή. Υπέρταση σου λέει… Ναι, ναι! Τα κιλά, το τσιγάρο, το αλάτι, το στρες, η κούραση… Ναι, ναι! Εγώ να σκέφτομαι τις 80άρες και να ανεβάζω κι άλλο πίεση! Εδώ, βέβαια είναι όλα κατακάθαρα, υπάρχουν χαρούμενα χρώματα και καλαίσθητη διακόσμηση και επίπλωση, ενώ άλλους ασθενείς δε βλέπεις. Σε ένα τέταρτο με έχουν εξετάσει, μου ‘χουν κάνει καρδιογραφήματα, μου ‘χουν πάρει πιέσεις, αίμα, μου ‘χουν γράψει αγωγή και μου φέρνουν και το λογαριασμό. Ίσα που ξαναζαλίζομαι και νιώθω τα πονάκια στο στομάχι!
Έξω κάνει κρύο, παγωνιά! Παίζει να ‘ναι η πιο παγωμένη μέρα του χρόνου! Και μέσα μου το ίδιο κάνει! Θα χιονίσει… Δε βαριέσαι, την υγεία μας να ‘χουμε! Όλοι μας! Και στην ανάγκη εφημερίας να μη πέσουμε! Θεός αν είναι και αν μας έχει αγαπήσει κανείς από εκεί πάνω…