…είμαστε ούτε στα μισά ακόμα αλλά δεν με βλέπω να τη βγάζω καθαρή φέτος. Κι αυτό στο λέει κάποιος που όλα τα χρόνια στο Βερολίνο, πριν τις 6 το πρωί, πριν επισκεφτεί και το τελευταίο gay bar ή σάουνα, σπίτι του δεν πήγαινε. Όχι ότι φέτος δεν ξενυχτάω. Aλλά τέσσερις μέρες τώρα είμαι εγκλωβισμένος στη γοητεία του Νίκου και του απερίγραπτου ενεργειακού ηφαιστείου του Χαρούλη φυσικά του Misirlou. Aν και προχτές δεν το ξενυχτήσαμε στο Misirlou αλλά στο θρυλικό Bassy Club όπου την Πέμπτη γίνονται τα περιβόητα πάρτι Chantal’s House of Shame, τις άλλες μέρες διάφορα και χτες έπαιζε ο περιβόητος Mystic N.

Τι να σου πω Μπερλινολόγιο μου,  θες ότι έχω καιρό να δω dj να παίζει βινύλιο, βγάζοντας και βάζοντας τους δίσκους στη θήκη τους με ιερό σεβασμό, θες ότι ο τρόπος που ο Ν. το κάνει μοιάζει με έναν πανέμορφο ζογκλέρ που οι δίσκοι στα χέρια του κάνουν ταχυδακτυλουργικές μαγείες. Θες ότι ο ίδιος μοιάζει με κάτι ανάμεσα σε έναν μελαγχολικό Νοσφεράτου κι έναν σε βερολινέζικη εκδοχή εκκεντρικό Όσκαρ Ουάιλντ;  Όλα αυτά μαζί και άλλα πολλά. Έξαλλος ο Κινέζος, η Ραπoύνζελ κι ο Ούγκις που αυτοί πάντα με φιλοξενούν στα φεστιβάλ και τους είμαι ευγνώμων. Έξαλλοι που γράφω μόνο για το Misirlou και φέτος δεν έχω κάνει καμία αναφορά για αυτούς. Αλλά αλλού είναι το πρόβλημα όπως σου είπα στην αρχή. Ότι ενώ ως τώρα με είχαν συνηθίσει να κυκλοφορώ με μια βότκα από το μεσημέρι στο Βερολίνο τώρα μοιάζω με το πρεζάκι που καταπίνει παντού, στο μετρό, στο σινεμά, παντού, μπουκάλια από αντιβηχικό σιρόπι για να φτιαχτεί. Και το πρόβλημα είναι πως ούτε φτιάχνομαι, ούτε ο βήχας μου φτιάχνει.

 

 

Δε θα παραπονεθώ όμως γιατί χτες είδα μια ταινιάρα που με κράτησε στην άκρη του καθίσματος μου. Μιλάμε για μια ταινία που περιγράφει μια ληστεία τράπεζας, έχει 22 διαφορετικές τοποθεσίες, διαρκεί 2 ώρες και 20 λεπτά και γυρίστηκε μέσα σε 2 ώρες και 20 λεπτά. “Victoria” του Σεμπάστιαν Σίπερ. Moνοκάμερο μονοπλάνο φίλε χωρίς ούτε ένα μοντάζ. Κι όχι ψευδομονοπλάνο όπως το “Birdman” που το “έκλεβε” ψηφιακά. Κανονικό κανονικότατο και λίγο να ξέρεις από σινεμά δεν το χωράει ο νους σου πως γυρίστηκε. Πώς δηλαδή σε μία μόνο λήψη 5 πρωταγωνιστές και μια 20αριά κομπάρσοι, συντονίστηκαν χωρίς δεύτερες λήψεις και διορθώσεις, διέσχισαν μια ολόκληρη πόλη, έκαναν ληστεία και μετά ακολούθησε ο υπόλοιπος χαμός που  έγινε.

Για τη “Bασίλισσα της Ερήμου” που σας έγραψα και προχτές, το αναμενόμενο. Πήρε τη χειρότερη βαθμολογία από τους ξένους κριτικούς στις ταινίες που έχουν παίξει ως τώρα, μαζί με την Ιζαμπέλ Κοϊξέ. Ψιλοχαίρομαι να σου πω Μπερλινολόγιο μου, όχι από κακία αλλά γιατί βλέπω ότι δεν το έχω κάψει τελείως ακόμα το κριτήριο. Παρ’ όλα αυτά και την παραπάνω μικρή κρίση έπαρσης μου, μάλλον έπεσα έξω στην στάση μου απέναντι στα “45 Xρόνια”. Oι κριτικοί το έχουν λατρέψει και το έχουν βαθμολογήσει τύπου παραλίγο αριστούργημα, κάτι που για μένα είναι κομμμάτι υπερβολικό, αλλά τι με νοιάζει κι όλας.

Οι υπόλοιπες ταινίες που έκαναν κόκκινο χαλί το ΣΚ, είναι το “Ixcancul” από τη Γουατεμάλα για το οποίο δεν ξέρω- δεν απαντώ, με φοβίζει η Γουατεμάλα. Το “Ημερολόγιο μιας Καμαριέρας” από τον Μπενουά Ζακό που από ό,τι κατάλαβα δεν χάρηκαν και πολύ όσοι έχασαν δυο ώρες από τη ζωή τους για να το δουν. Και φυσικά to πολυαναμενόμενο “Knight of Cups”  με Κέιτ Μπλάνσετ, Νάταλι Πόρτμαν και Κρίστιαν Μπέιλ του Τέρενς Μάλικ με τους σταρ να λάμπουν στο κόκκινο χαλί και τον Μάλικ, όπως πάντα, να διχάζει και τους κριτικούς να του  επιφυλάσσουν μια ιδιαίτερα χλιαρή υποδοχή στα αστεράκια του Screen International.

 

 

Ξέρω ότι σε απογοητεύω Μπερλινολόγιό μου ως εδώ γιατί δεν σου έχω τρατάρει ούτε μια περιγραφή  σεξ και βίας και άγριου μεθυσιού όπως συνηθίζω. Αλλά  το φετινό μου ταξίδι κυλάει με άλλους ρυθμούς και αυτό έχει να κάνει με τρεις παράγοντες. Το καταραμένο μου το κρύωμα, το χλιαρό κινηματογραφικό πρόγραμμα και μια περίεργη διάθεση να καθαρίσω κάποια πράγματα από μέσα μου, κάτι που με έχει διαρκώς σε μια ενοχική τσίτα επαναπροσδιορισμού στάσεων ζωής. Ακόμα δεν έχω πάει σε κάποιο πάρτι, εκτός κι αν πιάνεται σαν πάρτι τα γενέθλια του Χαρούλη χτες πάλι στο Miisirlou που κάποια στιγμή, ανάμεσα σε ροκ, τζαζιές κι οτιδήποτα άκουσα κι ένα υπέροχο τραγούδι της Τζένης Βάνου που δε το ήξερα, το “Mαρμάρωσε η θάλασσα”.

Oι τρεις φετινές μέχρι στιγμής  παρατηρήσεις μου από την πόλη είναι ότι ναι, κι εδώ έχουν το ενοχλητικό συνήθειο, όταν παντρεύεται κάποιος, να κορνάρουν από πίσω οι κουμπάροι με τα αυτοκίνητά τους στο δρόμο. Ότι κι εδώ τα τουριστικά μαγαζιά λειτουργούν όπως και στην Αθήνα. Μια  βότκα των 8 ευρώ θα την πληρώσεις 13. Και ότι πρέπει να ανοίξει και στην Αθήνα ένα Nordsee, αυτή η υπέροχη αλυσίδα  φαστφουντάδικων με fish and cheeps και γενικά ψάρι παναρισμένο φιλέτο και πατάτες σε όποια μορφή το θες. Από χάμπουργκερ μέχρι τορτίγια. Ίσως από σήμερα που έφτασε και ο Σιλβέστρος στην πόλη πάρουν λίγο διαφορετική τροπή τα πράγματα αν και τον άκουσα κι αυτόν κουρασμένο. Ναι, η αλήθεια είναι πως δεν είμαστε τα 25χρονα που είχαμε έρθει κάποτε ανακαλύπτοντας την πόλη. Ούτε εγώ ο πιτσιρικάς που  είχε τον ενθουσιασμό του πρώτου του φεστιβάλ. Όπως και το σινεμά δεν είναι το ίδιο και ακόμα χειρότερα η μπίζνα του που μοιάζει ειδικά στα φεστιβάλ με δημοπρασία σε σούπερ μάρκετ από μανάβηδες για το ποιος θα αγοράσει πρώτος το νέο σούπερ κρεμμύδι  που δεν προκαλεί ερεθισμό στα μάτια.

Και πάλι όμως ρε Μπερλινολόγιο μου, είναι αυτός ο μουντός συνήθως αλλά τόσο απλωμένος πάνω από την πόλη ουρανός που αντί να σε μελαγχολεί σε καθαρίζει. Ίσως ακριβώς επειδή σε μελαγχολεί. Λες και κάπου μέσα του, όσο κι αν ακούγεται περίεργο, η Τζένη Βάνου τραγουδάει το “Mαρμάρωσε η θάλασσα”. Kι εκεί σκέφτεσαι, ακούγοντας την αγγελική  της φωνή πόσο εύκολα οι  άγγελοι χάνουν τα φτερά τους στη ζωή. Κι εκεί είναι που κοιτάζεις συνέχεια στον καθρέφτη την πλάτη σου να δεις σε ποιο μέγεθος έχουν καταστραφεί τα δικά σο