«Οι πούσ…ες οι Αμερικάνοι, πιάσανε τον Λάλα» μονολογούσε πριν από αρκετά χρόνια, το πρωί της 29ης Απριλίου του 1993 ο ταξίαρχος Αναξαγόρας Σπιτάς, καθοδόν για το περίφημο κτήριο της οδού Κατεχάκη όπου στεγαζόταν η τότε ΚΥΠ. Ο Σπιτάς, αρχηγός στον ευαίσθητο Α’ κλάδο της υπηρεσίας, χειριζόταν όλα τα θέματα κατασκοπίας και συλλογής πληροφοριών και ήταν ο προσωπικός «χειριστής» του ανθρώπου που μέχρι πριν λίγους μήνες ήταν γνωστός με το κωδικό όνομα «Σταύρος». Στο μυαλό του, από εκείνη την ημέρα μέχρι την στιγμή που απεβίωσε το 2003 χτυπημένος από την επάρατη νόσο, εξακολουθούσε να τριγυρνάει το μοιραίο ερώτημα «Ποιος έδωσε τελικά τον Λάλα στους Aμερικάνους»;
Το παζλ του μυστηρίου γύρω από τα πρόσωπα που «έστειλαν» τον καλύτερο στρατολογημένο πράκτορα που είχε η χώρα μας πακέτο στους Αμερικανούς εξακολουθεί να υφίσταται και μάλλον θα περάσουν χρόνια μέχρι να αποκαλυφθεί όλη η αλήθεια. Προς το παρόν περιλαμβάνει μια πρώην υφυπουργό Εξωτερικών, τον μακαρίτη Σπιτά και δύο τουλάχιστον στελέχη της Υπηρεσίας -κύκλοι της υπηρεσίας από εκείνη την εποχή κάνουν λόγο για περισσότερους- οι οποίοι ήταν στρατιωτικοί. Ο ένας μάλιστα υπηρετούσε μέχρι πρότινος στην ΕΥΠ σε πολύ καλή θέση, εξαργυρώνοντας, λένε κάποιοι, τα όσα έπραξε τον Απρίλιο του ’93, τότε που η υπηρεσία βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα μετά από την σύλληψη του Στιβ Λάλα.
Ο «χειριστής»-σφίγγα
Όσοι γνώρισαν τον Αναξαγόρα Σπιτά κάνουν λόγο για έναν αξιωματικό πληροφοριών ιδιαίτερα έξυπνο που χειρίστηκε ιδανικά μέχρι ενός σημείου τον Σταύρο Λάλα. Από την στιγμή που αποσπάστηκε στην ΚΥΠ με τον βαθμό του ταγματάρχη στον A’ κλάδο έγινε «σφίγγα» σε ό,τι αφορούσε την δουλειά του, όπως θυμούνται συνάδελφοί του. Κάποιοι «φίλοι» του πάντως φρόντισαν γρήγορα να μαθευτεί στο κτήριο της Κατεχάκη ότι ο Σπιτάς ήταν τελευταίος στην τάξη του στην Σχολή Ευελπίδων, δείγμα κι’ αυτό του τι παιζόταν μέσα στις διάφορες φατρίες της τότε Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.
Το 1990 επί κυβέρνησης Μητσοτάκη, όπως μάλιστα λένε κάποιοι, έχοντας στενές σχέσεις με την οικογένεια του επίτιμου, έγινε προϊστάμενος του Α΄ κλάδου και έγινε ο τελευταίος «χειριστής» του Λάλα. Τον συναντούσε πολύ συχνά στο διαμέρισμα- «γραμματοκιβώτιο» που είχε νοικιάσει η υπηρεσία κάπου στου Ζωγράφου, παίρνοντας πάντα ο ίδιος τις απαραίτητες προφυλάξεις. Εκεί πήγαινε ο έλληνας πράκτορας τα σκισμένα έγγραφα που έκλεβε από το κτίριο της αμερικανικής πρεσβείας στην Βασιλίσσης Σοφίας, τον τελευταίο σταθμό της κατασκοπευτικής του δράσης. Μιας δράσης η οποία χάρισε στην Ελλάδα ιδιαίτερα «ευαίσθητα» έγγραφα σε ό,τι έχει να κάνει με την εξωτερική πολιτική της χώρας, τα οποία πάντως κάποιοι χρησιμοποίησαν για δικούς τους προσωπικούς σκοπούς και οφέλη. Σιωπή μέχρι το τέλος.
Στις αρχές του 1992, άρχισε να «στραβώνει» η υπόθεση, ειδικά από την στιγμή που, εκτός από τον Σπιτά, άρχισαν να χειρίζονται τον Λάλα, άλλοι δύο στρατιωτικοί, αποσπασμένοι στην ΚΥΠ. Από το1977 που ξεκίνησε την δράση του μέχρι και το 1992, οι πληροφορίες του Λάλα που έφθαναν ακατέργαστες στην Κατεχάκη, κατέληγαν συγκαλυμμένες στον Πρωθυπουργό και τον υπουργό Εξωτερικών. Ο Σπιτάς, όπως και οι προκάτοχοί του, είχε φροντίσει να παραμείνει μυστική η ταυτότητα του ελληνοαμερικανού πράκτορα, κάποιες φορές ακόμα και από τους εκάστοτε πρωθυπουργούς. Μετά την σύλληψή του «χτύπησε σίγουρα το κεφάλι του στον τοίχο» έλεγε πριν από χρόνια επιχειρησιακό στέλεχος της τότε ΚΥΠ σε μια κατ’ ιδίαν συζήτηση από αυτές που δεν δημοσιοποιούνται ποτέ, ειδικά όταν κυκλοφόρησε η φήμη ότι από δικό του λάθος χειρισμό αποκαλύφθηκε ο Λάλας, κάτι που αρνούνται κατηγορηματικά παλιά στελέχη της υπηρεσίας.
Οι σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ κλυδωνίστηκαν για τα καλά, αφού οι «φίλοι» μας απείλησαν ακόμα και με απελάσεις στελεχών της ΚΥΠ στην Αμερική. Ο Σπιτάς την πλήρωσε με την αποκαθήλωσή του από τον Α’ κλάδο και μια δυσμενή μετάθεση σε μεραρχία της Καβάλας, κάνοντας περιπολίες στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Παρόλο που στα χρόνια που ακολούθησαν κάποιοι προσέγγισαν τον Σπιτά προκειμένου να δώσει την δική του εκδοχή, ο ίδιος επέλεξε να κρατήσει το στόμα του κλειστό μέχρι την ημέρα που πέθανε. Κάτι που δεν έκαναν κάποιοι άλλοι… Τα «παπαγαλάκια» και οι προσφερόμενες υπηρεσίες. Δεν είναι τυχαίο λένε κάποιοι ότι ο ένας από τους άλλους δύο αξιωματικούς που χειριζόταν τον Λάλα μεγαλούργησε στην ΚΥΠ, με διαδοχικές προαγωγές στα χρόνια που ακολούθησαν την σύλληψη και την καταδίκη του ελληνοαμερικανού.
Σύμφωνα με τα όσα ακούστηκαν στους διαδρόμους του «αμαρτωλού» κτιρίου της Κατεχάκη, ο συγκεκριμένος αξιωματικός επωφελήθηκε από τον χειρισμό του Λάλα για να μοιράζει τις πολύτιμες πληροφορίες του δεξιά και αριστερά λίγους μήνες πριν την τραγική κατάληξη της υπόθεσης. Οι πολύ καλές σχέσεις του με αμερικανούς πράκτορες της CIA στην Αθήνα έγιναν ακόμα καλύτερες μετά την σύλληψη Λάλα, σε σημείο μάλιστα που κάποιοι να αρχίσουν να μιλάνε για ξεπούλημα του συγκεκριμένου αξιωματικού. «Διαβαθμισμένα έγγραφα τα οποία έβλεπαν δύο το πολύ τρεις άνθρωποι άρχισαν να κυκλοφορούν σαν διαφημιστικά φυλλάδια σε γραφεία βουλευτών και υπουργών» θα πει υψηλόβαθμος επιτελικός της ΚΥΠ που γνωρίζει πάρα πολλά για την υπόθεση. Αργά η γρήγορα θα γινόταν το κακό» είχε πει σε συνάδελφό του, προσθέτοντας ότι η μετάλλαξη της ΚΥΠ μέσα σε μια δεκαπενταετία έφερε στην υπηρεσία ανθρώπους που ήταν ακατάλληλοι για επικίνδυνες αποστολές. Τοποθετημένοι στην πλειοψηφία τους με κομματικά κριτήρια, φρόντισαν πρωτίστως να εξυπηρετούν όλους τους άλλους, αγνοώντας το γεγονός ότι σε μια τέτοια υπηρεσία τα στεγανά πρέπει πάντοτε να μένουν ερμητικά κλειστά.
Στην περίπτωση Λάλα, ο δεύτερος αξιωματικός που τον χειριζόταν, έφτασε στο σημείο να χρησιμοποιήσει το διαμέρισμα του Ζωγράφου σαν ερωτική φωλιά, την ίδια στιγμή που ο ελληνοαμερικανός όποτε πήγαινε για να παραδώσει τα έγγραφα άλλαζε συνέχεια διαδρομή. Εν αντιθέσει με τον Σπιτά, οι δύο συνάδελφοί του, των οποίων οι επιχειρησιακές ικανότητες ήταν αμφίβολες, χειρίστηκαν τόσο άτσαλα τον Λάλα, που ήταν θέμα χρόνου να αποκαλυφθεί η ταυτότητά του.
Η άγνοια της Βιργινίας Τσουδερού
Μια διαφορετική εκδοχή του παζλ των προσώπων που έδωσαν ηθελημένα η άθελά τους τον Στιβ Λάλα εμπλέκει και την πρώην υφυπουργό Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού στην υπόθεση Λάλα. Με το θέμα των Σκοπίων να «καίει» τότε την Αθήνα, η πίεση στον Λάλα γίνεται αφόρητη και αυτός κουβαλάει σχεδόν κάθε βράδυ σκισμένα έγγραφα από την πρεσβεία των ΗΠΑ στο διαμέρισμα του Ζωγράφου. Ένα από αυτά είναι και η περίφημη επιστολή του Αμερικανού πρεσβευτή στην Αθήνα Μάικλ Σωτήρχου για την θέση της χώρας του στο Σκοπιανό, η οποία φτάνει στα χέρια του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και της Βιργινίας Τσουδερού.
Η μια εκδοχή λέει ότι η υφυπουργός ενημέρωσε στις 26 Φεβρουαρίου του 1993 τον τότε πρεσβευτή μας στις ΗΠΑ Χρήστο Ζαχαράκη για μια άγνωστη πτυχή του θέματος, την οποία κανονικά γνώριζαν μόνο οι Αμερικανοί και του ζήτησε να κάνει διάβημα στο State Department. Οι «φίλοι» μας και σύμμαχοι εκπλήσσονται από τις λεπτομέρειες του διαβήματος, αφού βασιζόταν εξ’ ολοκλήρου σε μια πληροφορία που δεν έπρεπε να γνωρίζει η Αθήνα. Η άλλη εκδοχή επιμένει ότι η κυρία. Τσουδερού «έδωσε» κατά λάθος τον Στιβ Λάλα σε μια συνομιλία της με τον Σωτήρχο, νομίζοντας ότι η άλλη πλευρά ήταν γνώστης της δράσης του ελληνοαμερικανού, κάτι πάντως που σύμφωνα με το στενό περιβάλλον της πολιτικού δεν έγινε ποτέ.
Ό,τι και αν συνέβη, οι Αμερικανοί ανέλαβαν δράση. Κάτω από απόλυτη μυστικότητα ένα κλιμάκιο του FBI με επικεφαλής τον John Quatroqui φτάνει στις 23 Μαρτίου στην Αθήνα για να ερευνήσει την υπόθεση. Οι έρευνες επικεντρώνονται πολύ γρήγορα στους επτά υπαλλήλους που είχαν πρόσβαση στην Μονάδα Επικοινωνίας Προγραμμάτων της αμερικάνικης πρεσβείας και στα απόρρητα έγγραφα. Στον χώρο τοποθετούνται κάμερες οι οποίες καταγράφουν τον Λάλα να παίρνει διάφορα έγγραφα, τα οποία θα έπρεπε κανονικά να καταστρέφει, ενώ η παρακολούθηση συνεχίζεται και εκτός πρεσβείας. Ο πιο πολύτιμος πράκτορας της Ελλάδας, φωτογραφίζεται από το κλιμάκιο του FBI να μπαινοβγαίνει στο διαμέρισμα του Ζωγράφου ενώ από τους φακούς των Αμερικανών δεν «γλιτώνουν» και έλληνες πράκτορες της ΚΥΠ. Λίγες μέρες αργότερα, όταν τον συλλαμβάνουν με το που πατάει το πόδι του στην Ουάσιγκτον, αρχίζει ο εφιάλτης του που τέλειωσε με την επιστροφή του στην Ελλάδα, μετά από χρόνια στην φυλακή…
Το πόσο τον στήριξαν οι εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις, αυτές για τις οποίες έβαλε το κεφάλι του στον ντορβά, φάνηκε από την φράση που είχε πει στα πρώτα χρόνια της φυλάκισής του για όλους αυτούς που του γύρισαν την πλάτη μόλις τον έπιασαν. «Αυτό που με στεναχώρησε περισσότερο απ’ όλα, ήταν ότι έκαναν πως δεν με ήξεραν…».