Καταρχήν το πώς αισθάνεται, νιώθει και ενεργεί ένας άνθρωπος με δημόσιο λόγο (αν δεν είναι πολιτικός) ο ακροατής, ο τηλεθεατής ή ο αναγνώστης μπορεί να το καταλάβει εύκολα. Την Αλεξάνδρα την γνωρίζετε πάρα πολύ καλά. Όχι τόσο από την τηλεοπτική της έκθεση, αλλά από τα γραπτά της κείμενα και τα βιβλία της. Το γράψιμό της, τόσο «τσολκίστικο» που είναι εξαιρετικά δύσκολο -ακόμη και αν δεν έχει υπογράψει το θέμα- να υπάρχουν αμφιβολίες για την «μητρότητα» του κειμένου.

Σε προσωπικό επίπεδο, μοιράζομαι τόσες ώρες μαζί της και την μέρα και την νύχτα που πλέον αναγνωρίζω κείμενο της απο τις δύο πρώτες λέξεις του τίτλου. Είναι σαν, πώς να το δώσω να το καταλάβετε, μια γάτα που αναγνωρίζει τα δικά της νεογέννητα, ανάμεσα σε δεκάδες άλλα. Ε, έτσι κι εγώ μπορώ πια να ξέρω από το πρώτο «άρθρο» του τίτλου, ποια ή ποιος είναι ο συγγραφέας. Το «τσολκίστικο» κείμενο αν ήταν τραγούδι, δεν θα μπορούσε να το τραγουδήσει ο Κώστας Μαρτάκης, ο Πασχάλης Αρβανιτίδης ή ο Travolta…Το κείμενό της, αν ήταν τραγούδι θα ήταν ή ρεμπέτικο ή κάτι απο τζαζ από τον Miles Davis. Τα κείμενα της φιλενάδας μου αν τα έκανα τραγούδια, “γιορτή” δεν θα κάναμε. Μπορεί να πέφταμε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου, μπορεί ν’ ανάβαμε ένα κερί κάνοντας προσευχή, μπορεί ν’ αγκαλιάζαμε το γατί μας επιλέγοντας ν’ ακούσουμε την σονάτα του σεληνόφωτος, άντε να το φτάναμε μέχρι Ρεμπούτσικα…

Με αφορμή, λοιπόν, τα Χριστούγεννα, όπου ο κάθε συντάκτης από την ομάδα μας προκειμένου «να κλείσουμε ύλη» (μια «ύλη» που μονίμως παραμένει «άκλειστη» τα τελευταία 26 χρόνια που δουλεύω ως δημοσιογράφος) γράψαμε τα πάντα–όλα (και σας ευχαριστούμε μάλιστα γιατί μας τιμήσατε με την επισκεψιμότητά σας). Όλοι οι άλλοι, πλην της Αλεξανδρούλας, «ζυγιάζαμε» τα κείμενα μας έτσι ώστε να είναι μεν «τουρλού–τουρλού» αλλά να «τσιμπάει» λίγο προς το χαρμόσυνο!

Κι έρχεται μανούλα μου η Αλεξάνδρα Τσόλκα, η οποία «σφυροκοπάει» με κείμενα που τα τιμάτε και τα διαβάζετε χιλιάδες μεν, μαζοχιστές δε… Μας ανακοινώνει στο γραφείο, έχοντας τα γυαλιά περασμένα στο κεφάλι, ότι θα γράψει κείμενο για το τι θα θέλαμε όλοι να κάνουμε τα Χριστούγεννα που δεν το κάνουμε πια. Προσπαθώ να κάνω την κουφή για να μην επηρεαστώ, καθώς γράφω ένα διαφορετικής συναισθηματικής φόρτισης κείμενο που αφορά την ελληνίδα μάνα που ηδονίζεται να βλέπει το «αρσενικό της παιδί» να τρώει. Η Λήδα Πιμπλή, έγραφε ένα ωραιότατο κείμενο για το τι θα κάνουμε αν έχουμε καλεσμένους και μας πάρει ο ύπνος το πρωί...Η Τσόλκα επιμένει: «Θα γράψω για όσα κάποτε αγοράζαμε, τότε που παλιά είχαμε λεφτά και τώρα δεν… Θα γράψω για τότε που αγοράζαμε σαπουνάκια για το μπάνιο χωρίς να τα έχουμε ανάγκη. Θα γράψω για τ’ αρώματα που κάποτε αγοράζαμε από μαγαζιά καλλυντικών, ενώ τώρα ψεκαζόμαστε με απομιμήσεις των 7 Ευρώ… Θα γράψω για την μπάλα την χριστουγεννιάτικη την χιονισμένη που την αγόραζα την γύριζα ανάποδα και έπεφτε το χιόνι… Θα γράψω για τα εσώρουχα που κάποτε αγοράζαμε, για το καλό του χρόνου και τώρα μας έχουν ξεχειλώσει τα λάστιχα…».

Το «πανάκι του σφουγγαρίσματος» μεγαλύτερη αντοχή θα είχε από εμένα εκείνη την στιγμή. Μου ξεσηκώνει στην μνήμη όλα και όλους που θα ήθελα να έχω κοντά μου τα Χριστούγεννα και που δεν είναι πια… Και η Αλεξάνδρα αρχίζει. Γράφει το κείμενο για τα πέντε πράγματα που δεν θα κάνει τα Χριστούγεννα… Αριστούργημα, το διαβάζουμε, το διαβάζετε, το τιμάτε… Κλαίμε, άλλοι δυο–δυο και άλλος μόνος του ο καθένας. Εγώ γέμισα το ποτήρι μου με μια μεζούρα ακόμη ουίσκι. Για κάποιο λόγο, όμως, επιθυμεί να στεναχωρεθεί κι άλλο. Ξέρετε, αυτό είναι σαν το γέλιο σε κηδεία… Όταν σε πιάσει να αρχίσεις να γελάς, την στιγμή που ακούγεται το «αιωνία η μνήμη», όχι απλώς δεν σταματάς, αλλά όσο επιμένεις να καταπνίξεις το γέλιο, αυτό σου επιστρέφει με ανελέητο ξεκάρδισμα… μέχρι που γελοιοποιείσαι. 

Θυμάται συγγραφείς παραμυθιών που γεννήθηκαν σχεδόν στην μέση μιας «ψαραγοράς»… Γι’ αυτό και η αναφορά της στον Κρίστιαν Άντερσεν που ήταν γιος τσαγκάρη και μιας πλύστρας…Την βλέπω να γράφει και μια εικόνα μου έρχεται στο μυαλό μόνο: «Το κοριτσάκι με τα σπίρτα». Ναι βλέπω την φίλη μου μικροσκοπική, έξω από μια βιτρίνα ζαχαροπλαστείου να με κρατάει από το χέρι και να κοιτάζουμε ένα γαλακτομπούρεκο από το «Κοσμικόν». Όσο έγραφε, τόσο και ψεκαζόταν με την κολώνια που δεν ήταν η αυθεντική αλλά αυτή των 7 ευρώ.

Την παραμονή των Χριστουγέννων, αφού κι εγώ παρασυρμένη απο την τσόλκικη ψυχολογία, ανάμεσα σε άλλα κείμενα έχω «ανεβάσει» και ένα κείμενο που αφορά τα φριχτά φτωχικά Χριστούγεννα του Παπαδιαμάντη, έτσι όπως τα περιέγραψε ο Βάρναλης και επειδή είμαι πεντάρφανο και χωρίς ούτε καν πεθερά καθότι ελεύθερη και μόνη. της ανακοινώνω ότι θα «πάω να ψωνίσω για να μαγειρέψω για τον γιο μου» γιατί η γάτα ή ο σκύλος απίθανο το «έκοβα» να ψήσουν ένα μπουτάκι χοιρινό…

Επόμενη μέρα Χριστουγέννων πια… Έχω διαβάσει όλο τοο Ξανθάκης γράφει το κείμενο για τον θάνατο του Φυντανίδη. Της ανακοινώνω ότι σε κηδεία μετά τον θάνατο της μάνας μου και της Μαλβίνας δεν ξαναπηγαίνω και τη ρωτάω να μάθω πώς πέρασε. « Έφτασα σπίτι μου από το site την παραμονή γύρω στις 9 και μισή, αλλά η πεθερά μου τα είχε όλα έτοιμα. Τραπεζομάντηλα κολαριστά, μια γαλοπούλα με γέμιση κάστανα και δαμάσκηνα, ωραία καναπεδάκια για να τα φάμε με κρασί πριν καθίσουμε στο τραπέζι. Τέλεια, αδελφή μου, τέλεια περάσαμε. Ας είναι καλά, είχε ανάψει και τα κεριά, ήρθε και ο Βασίλης με την Ντιάνα».

Ε και εκεί δεν άντεξα. Αφού με είχε βάλει στο «κλίμα» ότι περνάει τα Χριστούγεννα σαν τον Σεραφίνο που έβραζε μια σόλα έξι ώρες για να την φάει, αφού έγινα πρωταγωνίστρια στο παραμύθι «το κοριτσάκι με τα σπίρτα» νιώθοντας ότι είμαι η νέα έκδοση «το κοριτσάκι χωρίς σπίρτα», αφού ταξίδεψα στο παρελθόν που πηγαίναμε και για τέσσερις μέρες στο εξωτερικό για σκι (παλιά λέμε τώρα…), την εκβιάζω λέγοντάς της: «Θα γράψω κείμενο για τα θλιμμένα σου Χριστούγεννα αποκαλύπτοντας όλη την αλήθεια» Άρχισε να γελάει και μου ανταπαντάει: «Θα σου κάνω μήνυση!».

Κλείσαμε και κάθισα στον υπολογιστή…

(Υ.Γ: 1.094 λέξεις αφιερωμένες σε όλους εσάς που μοιραστήκατε μαζί μας τα όσα “σκαρφιστήκαμε” να γράψουμε ως συντάκτες ενός site που γράφουμε συνεχώς γιατί… Γιατί μας αρέσει να μοιραζόμαστε μαζί σας τα πάντα. Και κυρίως τα οικογενειακά μας!)