Εάν μπορούμε να βγάλουμε ένα συμπέρασμα για την Ελβετία είναι το γεγονός ότι ανέκαθεν κινούνταν σε ρυθμούς διαφορετικούς σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης: Πέρασε στην ουδετερότητα δύο αιματηρούς πολέμους που μπορεί να χαρακτηρίστηκαν Παγκόσμιοι, ωστόσο διαδραματίστηκαν στο μεγαλύτερο τους κομμάτι στα εδάφη της Γηραιάς Ηπείρου.
Έτσι, δίχως την ανάγκη ανασυγκρότησης μίας κατεστραμένης οικονομίας, στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα η Ελβετία μετατράπηκε σε… παράδεισο για το αφορολόγητο χρήμα, με τις τράπεζες της να είναι πασίγνωστοι προορισμοί για εισοδήματα πολλών δισεκατομμυριούχων ανά την υφήλιο, ενώ και το κράτος πρόνοιας που οικοδομήθηκε ανέκαθεν φρόντιζε (…και φροντίζει), ώστε η ψαλίδα ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς να μη βρίσκεται σε σκανδαλώδη επίπεδα.
Αυτό ακριβώς το χάσμα, το οποίο παρά τον πλούτο της Ελβετίας παραμένει, φιλοδοξεί να αντιμετωπίσει η τολμηρή πρόταση ενός γερμανο-ελβετού καλλιτέχνη εν ονόματι Ένζο Σμιντ, ο οποίος ούτε λίγο, ούτε πολύ ζητά το κράτος να παρέχει ένα ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα 2.800 Ελβετικών φράγκων (2.500 ευρώ) στον κάθε πολίτη του, ανεξαρτήτως οικονομικής κατάστασης, ηλικίας, εργασιακής κατάστασης, ώστε όπως λέει το σκεπτικό του να ξέρει κάθε πολίτης της χώρας, μέχρι να πεθάνει, ότι «θα ζει μία αξιοπρεπή ζωή, αλλά και θα συμμετέχει ενεργά στη δημόσια ζωή».
Άδειασαν 8 εκατομμύρια κέρματα μπροστά από τη Βουλή!
Και οι υποστηρικτές αυτής πρότασης βρήκαν έναν πολύ παράδοξο τρόπο για να τη στηρίξουν! Ξεφόρτωσαν συμβολικά ένα φορτηγό γεμάτο με οκτώ εκατομμύρια χρυσά νομίσματα – ένα για κάθε Ελβετό- έξω από το κτήριο της Βουλής στην Βέρνη. Και πέρα από τα κέρματα, όπως γράφουν οι New York Times, οι ακτιβιστές είχαν μαζί τους κάτι πολύ πιο σημαντικό: 125.000 υπογραφές, αρκετές για να προκαλέσουν δημοψήφισμα και να θέσουν υπό την κρίση του λαού την ρηξικέλευθη αυτή πρόταση!
Ο γεμανοτραφής Σμιντ περιγράφει αυτή την πρόταση με τη λέξη «stimmig». Όπως για κάθε γερμανική λέξη έτσι και για αυτή είναι δύσκολο να μεταφραστεί με ακρίβεια σε άλλες γλώσσες – σημαίνει πάντως κάτι σαν «συνεκτικό και αρμονικό».
Ο ίδιος ο γερμανο-ελβετός καλλιτέχνης μιλώντας στους New York Times αναγνωρίζει ότι η πρόταση του από πολλούς χαρακτηρίζεται «τρελή»:
«Τρελό; Το ίδιο σκέφτηκα κι εγώ, την πρώτη φορά που μου μίλησαν για αυτή την πολιτική. Αλλά τώρα λέω στους ανθρώπους να αναλογιστούν τι θα σήμαινε ένα βασικό εισόδημα για τους ίδιους, και για την οικογένειά τους. Τι θα έκανες αν είχες αυτό το εισόδημα; Πώς θα σε βοηθούσε, ακόμη κι αν δεν το είχες απόλυτη ανάγκη, για να φροντίσεις ένα παιδί ή έναν ηλικιωμένο;»
Αν μη τι άλλο, ήδη έχουν ξεσπάσει συζητήσεις ανάμεσα στους οικονομολόγους για τη συγκεκριμένη πρόταση. Αυτοί που τάσσονται κατά προβάλουν δύο βασικά επιχειρήματα: Αφενός το θέμα του οικονομικού κόστους, δηλαδή ότι οι κρατικοί προϋπολογισμοί δεν θα έχουν τη δυνατότητα να αντέξουν το βάρος της διανομής ενός εισοδήματος σε όλους τους πολίτες ανεξαιρέτως, αφετέρου το γεγονός ότι το συγκεκριμένο μέτρο μάλλον θα δημιουργήσει ένα μεγάλο αντικίνητρο για όσους λαμβάνουν αυτό το επίδομα στο να… εργαστούν!
Οι υπέρμαχοι από την πλευρά τους εκτιμούν ότι ο αντίκτυπος δεν θα είναι τόσο αρνητικός όσο φαντάζει. Όσοι θα έχουν στο χέρια τους το εισόδημα, ναι μεν θα έχουν τα αρκετά προς το ζειν, όχι όμως όσα χρειάζονται για να ζήσουν μία σχετικά άνετη ζωή, άρα θα αναγκάζονται να εργαστούν.
Η κουλτούρα των δημοψηφισμάτων
Ασχέτως με το πως χαρακτηρίζει κάποιος την πρόταση αυτή και τις αντιδράσεις που προκαλούνται, τον τελευταίο λόγο θα έχουν οι Ελβετοί πολίτες.
Προτάσεις εξάλλου μπορεί να καταθέσει ο οποιοσδήποτε στη χώρα, πρόσωπο ή οργάνωση, και η μόνη προϋπόθεση που θα πρέπει να πληρούν για να πάρουν το δρόμο της κάλπης σύμφωνα με τη νομοθεσία, είναι να έχουν συγκεντρώσει τον απαραίτητο αριθμό υπογραφών.
Η Ελβετία άλλωστε είναι συνηθισμένη στα δημοψηφίσματα, τα οποία βρίσκονται στην ημερησία διάταξη εδώ και πολλές δεκαετίες. Την επόμενη Κυριακή οι πολίτες θα προσέλθουν στις κάλπες για να αποφασίσουν για τις αμοιβές των μάνατζερς των μεγάλων εταιρειών, και όλα αυτά μόλις ένα χρόνο μετά το δημοψήφισμα με το οποίο επιβλήθηκε η «περικοπή» των μπόνους που λάμβαναν.
Σημειωτέον, τα πιο πρόσφατα δημοψηφίσματα διενεργήθηκαν στα τέλη Σεπτεμβρίου όταν οι Ελβετοί πήραν θέση για μία σειρά από ζητήματα, όπως για το εάν θα πρέπει να καταργηθεί η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, για το εάν θα πρέπει να λειτουργούν τα βενζινάδικα και τις νύχτες και για το εάν οι εμβολιασμοί θα πρέπει να πραγματοποιούνται υπό την αιγίδα του ομοσπονδιακού κράτους ή των καντονιών.
Στη χώρα μας βέβαια όλα αυτά φαντάζουν ως συνήθειες που έρχονται από… άλλον πλανήτη. Ορισμένα δειλά βήματα προς την κατεύθυνση διεξαγωγής δημοψηφισμάτων έκανε ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, ωστόσο όλα αυτά ξεχάστηκαν μαζί με όλες τις υπόλοιπες προεκλογικές υποσχέσεις του όταν μπήκαμε στο μνημόνιο. Όσο για το κρατικά εγγυημένο ελάχιστο εισόδημα; Αυτό και εάν φαντάζει ως ανέκδοτο…