Παγκόσμια στη μουσική βιομηχανία, ακόμη και στην οικιακή βιοτεχνία που ήταν η δικιά μας, η ελληνική, παντογνώστες συμβουλεύουν νεαρά παιδιά που συνήθως είναι φτιαγμένα από φιλοδοξία, ορμή και σχεδόν ταλέντο πώς να μιλάνε, τι να λένε, τι είδους επιλογές να κάνουν. Τους αλλάζουν ακόμα και εθνικότητα και καταγωγή, όπως στην περίπτωση της Φουρέιρα που έφτασε να αποσιωπά την πατρίδα της, επιλέγοντας, όχι την Ελλάδα, αλλά το… Μεξικό, το οποίο τo βρήκαν μάλλον πιο σικ και κομψό από τα μπανάλ Βαλκάνια! Φυσικά από τους ωραιότατους Νίλι Βανίλι που ανοιγόκλειναν το στόμα βουβά και τραγουδούσαν κρυμμένοι κάτι ταλαντούχοι αλλά όχι εμφανίσιμοι συμφώνα με τις δισκογραφικές, μέχρι την πρόθυμη σε μεγάλες αρνήσεις Φουρέιρα, έχει πολύ δρόμο με ενδιάμεσους σταθμούς, όσο η απόσταση Τεπελένι – Μέχικο Σίτι!

Σε όλες τις δουλειές, υπάρχουν επιλογές, συνθηκολογήσεις και υποχωρήσεις! Μέχρι που φτάνει ο καθένας όμως, σε εκχωρήσεις είναι δική του ευθύνη. Η επιλογή συνεργατών, κοινού, είδους τραγουδιού, έκφρασης, σχημάτων με άλλους καλλιτέχνες βαραίνει μόνο τον καλλιτέχνη στο τέλος και κανένα στέλεχος δισκογραφικής, μάνατζερ, στιλίστα, κομμωτή ή κάθε αυλικό που υπάρχει σε όλο το εύρος της show b γιατί πολύ απλά πουλάει αυθεντία.

Στα κάποια χρόνια πορείας στις πίστες της Ελένης Φουρέιρα, με σουξέ αναλώσιμα στο τρίμηνο, πολλές ήταν οι συνεντεύξεις της. Οι περισσότερες αφορούσαν στο καλό καμαρίνι, στην σεμνότητα της, όχι στα προσωπικά της μιας και δεν θέλει να απασχολεί με αυτά, όπως λέει η «παπαγαλία» που μαθαίνουν όλοι αυτοί οι ανερχόμενοι και μετά φτασμένοι της πίστας, σε μια αποθέωση πλήξης, κοινοτυπίας, χασμουρητίλας και σοβαροφανούς ανοησίας. Και το κοινό δε το νοιάζουν όλα αυτά και τους δημοσιογράφους που τα ξέρουν απ’ έξω στα τόσα χρόνια και τους ίδιους τους καλλιτέχνες. Παρ’ όλα αυτά οι καλλιτέχνες θεωρούν πως όλοι ζούμε και ανασαίνουμε για να μάθουμε τους συντελεστές της νέας τους δουλειάς και πόσο σουξέ είναι όλα αυτά τα χαζοτράγουδα που ριμάρουν τα χέρι – μαχαίρι, πόνος – χρόνος, φιλί – κορμί, μετακομίζω – χωρίζω, πεθαίνω – ανασαίνω, σ’ αγαπώ – φύγε από ‘δω…

Σ’ αυτές τις συνεντεύξεις της η Φουρέιρα, εκτός απ’ τα αδιάφορα, επέλεγε να πει πως ο μπαμπάς της είναι από τα Γιάννενα και η μαμά απ’ τη Θεσσαλονίκη, αλλά είχε έναν παππού Μεξικανό, απ’ τον οποίο πήρε και μοιάζει και αυτή και ο μπαμπάς της! Κοιτάζοντας βέβαια, έβλεπες πως, εκτός από πολύ σολάριουμ και πολλά εξτένσιον, η κοπέλα ειδικά Μεξικανή δεν ήταν με τίποτα, διότι, ως γνωστόν, εκεί οι κάτοικοι στο μεγαλύτερο τους μέρος είναι ιθαγενείς, με ειδική κατατομή προσώπου, σχήμα ματιών και ερυθρή απόχρωση δέρματος! Άρα, ή με την μεριά της μαμάς απ την Θεσσαλονίκη θα χε πάρει, ή θα ‘χε διαλέξει χώρα καταγωγής χωρίς να την έχει επισκεφτεί ή έστω δει κάποιες φωτογραφίες! Και επειδή όλοι αδιαφορούσαν για την καταγωγή της εκτός απ’ την ίδια και τους συμβουλάτορες της, η Ελένη Φουρέιρα συνέχισε να κυκλοφορεί με τον δράκο της μεξικανικής καταγωγής να φτεροκοπά πάνω από το κεφάλι της, ώσπου η καριέρα της έφτασε σε κάποιο αποκορύφωμα. Οι παροικούντες την δημοσιογραφική Ιερουσαλήμ ήξεραν πως η κοπέλα ονομάζεται Έντελ Φουρεράι, πως είναι γεννημένη στην Αλβανία και πως μεγάλωσε και έμαθε γράμματα στην Καλλιθέα. «…Αλλ’ ουδέν έρπει ψεύδος εις γήρας χρόνου» (Σοφοκλής), δηλαδή κανένα ψεύδος δεν αντέχει στον χρόνο, φυσικά!       

 

Η Φουρέιρα πια είναι πρώτο όνομα στις πίστες, δίνει και παίρνει βραβεία, κάνει καυτές, ημίγυμνες εμφανίσεις εις το όνομα του show, επιλέγει τραγουδάκια έως ενοχλητικά στα αυτιά και απασχολεί ως σταρ όσον αφορά τη σχέση της με γνωστό ποδοσφαιριστή. Ήταν λοιπόν η στιγμή να πει την αλήθεια, πως είναι αλβανικής καταγωγής, πως αισθάνεται Ελληνίδα και πως οι δισκογραφικές την παρέσυραν να πει όλο αυτό το αστείο μύθευμα περί Μεξικάνου παππού και επώνυμου! Και ναι! Οι δισκογραφικές, όσο υπήρχαν σταθερές, κάτι τέρατα, εις το όνομα του κέρδους, τα κατασκεύαζαν, όπως προϊόντα κατασκευής ήταν και λογιών καλλιτέχνες της πλάκας. Και φυσικά ως στόχο είχαν τις πωλήσεις και όχι την ψυχαγωγία και παιδεία ενός κοινού, μουσική αλλά και αντιρατσιστική, μια και η τέχνη μπορεί ν’ αλλάξει μυαλά, νοοτροπίες και να παιδαγωγήσει. Και φυσικά, απ’ το κοινό που η ίδια η καλλιτέχνης επέλεξε να απευθυνθεί, ένα μεγάλο μέρος είναι θαμώνες που επιδεικνύουν λεφτά ακόμα στα πρώτα τραπέζια πίστα, με λουλούδια και ντάμες προς επίδειξη και που απ’ αυτούς δε περιμένεις καλλιγραφίες.

Η νεαρή καλλιτέχνης τότε, Φουρέιρα, συναίνεσε στις δισκογραφικές να της αλλάξουν αυτό που είναι για το φαίνεσθαι. Για τη δόξα της πίστας με γρήγορες διαδικασίες και ένα κοινό να την αποθεώνει στο όνομα της καψούρας, του τσιφτετελιού, της σάρκας και της γρήγορης καύσης, επιδερμικό συναίσθημα της σεξουαλικής καούρας. Δεν επέλεξε να παλέψει εναντία στην όποια νοοτροπία και να αλλάξει τον κόσμο, στο μεράδι που της αντιστοιχούσε. Δεν επέλεξε να πει όχι στις δισκογραφικές και να διαλέξει το τραγούδι σε μικρά μέρη και πιο αργά βήματα.

Και ναι έγινε διάσημη! Έγινε πρώτο όνομα! Την κυνηγούν οι παπαράτσι! Την αποθεώνει εκείνο το κοινό που θα την περιφρονούσε λόγω καταγωγής, όπως η ίδια πίστευε! Και τα λύτρα που πλήρωσε για την αναγνωρισιμότητά της; Είναι ο ίδιος της ο εαυτός! Η χώρα της, οι προγονοί και οι γονείς, η γενναιότητα για έναν αγώνα σε μια δεύτερη, ακόμα και απρόθυμη, πατρίδα. Το «εγώ» της, αντιτάχθηκε με την γυάλινη, κατασκευασμένη εκδοχή του, σε μια σταρφταλίζε εικόνα πάνω στις νυχτερινές πίστες.

Και άξιζε το αντίτιμο, άραγε για το αποτέλεσμα; Άξιζε η τόση κατασκευή; Άξιζε το να κοιτάς όλο το κοινό στα μάτια και να εφευρίσκεις λεπτομέρειες στα ψέματα; Άξιζε η άρνηση, πως δεν έχεις τίποτα κοινό με εκείνους που ήρθαν σε μια άλλη χώρα απ’ την Αλβανία, μόχθησαν, δούλεψαν, σπούδασαν και έλεγαν πάντα την αλήθεια τους;  Και φυσικά, όχι όλο το ελληνικό κοινό, αλλά μεγάλο μέρος του, έχει πρόβλημα ρατσισμού και δε θα σε δεχόταν για ίνδαλμα του. Δεν άξιζε κάποιον κόπο παραπάνω, αυτό που θα σε αποδεχόταν όμως; Μόνο αυτό δε θα σου αρκούσε;  

Φταίει η ρατσιστική νοοτροπία των Ελλήνων, ναι! Φταίει το μεθυσμένο, χουλιγκανικό κοινό των μεγάλων πιστών, επίσης! Φταίνε οι κακές δισκογραφικές και οι επικεφαλείς τους, σίγουρα! Φταίει όμως και η νεαρή καλλιτέχνης, που δεν ξεκίνησε θέλοντας να γράψει τη δική της ιστορία και να αλλάξει τον κόσμο, αλλά να αντιγράψει των άλλων και να αλλάξει η ίδια. Όλα για την διασημότητα! Ώσπου να σβήσουν οι προβολείς στη πίστα, να πέσει αφόρητη η σιωπή σαν ερημία και να σκεφτεί τη λέξη «αντίτιμο». Σε όποια γλώσσα θέλει. Στα Αλβανικά, στα Ελληνικά ή στα Μεξικάνικα…