Μια από τις πιο σκοτεινές εποχές που έζησε η Ελλάδα, ήταν όταν στα παράλιά της έκαναν επιδρομές οι διάφοροι πειρατές, προπαντός οι Αλγερινοί, που περνούσαν από το μαχαίρι όλα τα γυναικόπαιδα ή άρπαζαν τις όμορφες κοπέλες για να τις πουλήσουν στα σκλαβοπάζαρά τους.

Στη Μήλο υπήρχαν τότε μεγάλα εργαστήρια ταπητουργίας, που έφτιαχναν χαλιά με ωραιότατα σχέδια χρησιμοποιώντας ένα ειδικό μαλλί. Τα χαλιά αυτά τα πουλούσαν πανάκριβα στους διάφορους πλούσιους της Πόλης, της Κύπρου ή της Βενετίας.

Την εποχή εκείνη δρούσε στο Αιγαίο ένας φοβερός κουρσάρος, ο Αλή Μεμέτ Χαν. Μια κατασκότεινη νύχτα, λοιπόν, βγήκε με τα παληκάρια του στη Μήλο για να την κουρσέψει. Οι πειρατές μπήκαν και στα εργαστήρια των χαλιών που βρίσκονταν εκεί. Οι νησιώτες, όμως, τους πήραν είδηση, τους κύκλωσαν και τους έπιασαν χωρίς αιματοχυσία.

Αντί να τους σκοτώσουν, όμως, τους ξύρισαν το κεφάλι και τα γένια και τους έστειλαν δώρο στον αυτοκράτορα του Βυζαντίου.

Από τότε έμεινε και ο λόγος που το λέμε συχνά και σήμερα, σε ανάλογες περιπτώσεις: “Πήγαν για μαλλί και βγήκαν κουρεμένοι”.

* Από το βιβλίο του Τάκη Νατσούλη “Λέξεις και Φράσεις Παροιμιώδεις”, Σμυρνιωτάκης Εκδοτική