Την εποχή που ο πολιτικός λόγος και η πολιτική αντιπαράθεση στο ελληνικό κοινοβούλιο θυμίζει αρκετές φορές «φάλτσα γαβγίσματα», την εποχή που νιώθουμε όλοι ότι οι “αρχές” πολιτικών, εξαρτώνται από τα μηδενικά που θα δούνε στο τέλος μιας επιταγής, την εποχή που οι διάλογοι στη βουλή θυμίζουν εποχές όπου στα «μεσημεριανάδικα» trash άνθρωποι ωρύονταν για να «ταμπελωθούν» ως σούργελα τηλεοπτικά, την εποχή όπου ακόμη δεν έχει υπάρξει καμία εξέλιξη για τους εμπλεκόμενους στην λίστα Λαγκάρντ (μια υπόθεση που αποκαλύφθηκε το καλοκαίρι του 2010, όταν οι γαλλικές μυστικές υπηρεσίες ενημέρωσαν την ελληνική ΕΥΠ και τον τότε διοικητή της Κ. Μπίκα, ότι στο γαλλικό υπουργείο Οικονομικών υπήρχαν ήδη κατάλογοι σε ψηφιακή μορφή, Ελλήνων καταθετών στην Ελβετία ύψους 1,5 δις Ευρώ που αφορούσαν σε έλληνες πολιτικούς, συγγενείς τους), είναι ίσως πιο επίκαιρο από ποτέ να ξαναδιαβάσουμε την απολογία του Σωκράτη.

Τις τελευταίες μέρες και κάτω από τις αφόρητες πιέσεις της τρόικα, η αντιπολίτευση και οι “πολιτικοί συνοδοιπόροι” της ζητούν προσφυγή στις κάλπες. Οι δημοσκοπήσεις δίνουν σημαντικό προβάδισμα στον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος βρίσκεται αρκετές μονάδες μπροστά από την συγκυβέρνηση  ενός υπολείμματος του ΠΑΣΟΚ και της «Σαμαρικής» Νέας Δημοκρατίας.

Τούτη η εποχή, όπου μοιάζει να παρακολουθούμε το τέλος των ιδεολογιών, ένα τμήμα του πολιτικού συστήματος με την επίφαση της λαϊκής ετυμηγορίας αποδείχθηκε απολύτως διεφθαρμένο. Τα κόμματα και οι ηγέτες τους, αδιαφορώντας για το μήνυμα της βάσης που απαιτεί «συνεννόηση» στα μεγάλα εθνικά θέματα, αναλώνεται στο παιχνίδι εντυπώσεων όπως οι σαλτιμπάγκοι στην αυλή του Καλιγούλα.

Πιστεύω ότι η διάχυση της συνενοχής που μεθοδεύεται με στρατηγικό σχέδιο, η ατιμωρησία των πολλών που συνεχίζουν να κάνουν πασαρέλα στην πολιτική σκηνή, αν και ηθικοί αυτουργοί εγκλημάτων κατά της δημοκρατίας, των θεσμών και του Συντάγματος, σε συνδυασμό με την συνεχιζόμενη δημαγωγία μιας αντιπολίτευσης που επιμένει να μοιράζει υποσχέσεις σ’ έναν λαό που επιλέγει εκείνον που νομίζει ότι θα βολέψει με συνοπτικές διαδικασίες την μικροψυχία της ματαιοδοξίας του, δημιουργούν το τέλειο περιβάλλον εγκατάστασης μιας τυραννίας των αγορών που θα καταστείλει οποιαδήποτε διάθεση για αντιπαράθεση ή αντίσταση.

Επιλέγω ως επίλογο στις σκέψεις μου ένα απόσπασμα από την απολογία του Σωκράτη, λίγο πριν θανατωθεί .

«Αλλά κι εσείς πρέπει, άνδρες δικαστές, να σκέφτεστε με ελπίδα τον θάνατο και να καταλάβετε ότι η αλήθεια είναι μόνο μία: Ότι δεν υπάρχει για τον καλόν άνθρωπο κανένα κακό, ούτε όταν ζει ούτε όταν πεθάνει, και ότι δεν αμελούν οι θεοί να φροντίζουν για τις υποθέσεις του. Και ούτε τα δικά μου τώρα συνέβησαν από μόνα τους, αλλά μου είναι φανερό ότι για μένα πια το να πεθάνω και το να απαλλαγώ από τα πράγματα αυτά είναι το καλύτερο. Γι’ αυτό και το σημείο του θεού δεν με απέτρεψε καθόλου, και εγώ σ’ εκείνους που με καταδίκασαν και στους κατηγόρους μου δεν κρατάω καμία κακία. Παρ’ όλο που δεν με καταδίκασαν και δεν με κατηγόρησαν μ’ αυτήν τη σκέψη, αλλά επειδή πίστευαν ότι έτσι θα με έβλαπταν. Για το λόγο αυτό είναι αξιοκατάκριτοι.

Απ’ εκείνους ένα μόνο ζητώ: τους γιους μου, όταν γίνουν έφηβοι, να τους τιμωρήσετε, άνδρες, στεναχωρώντας τους μ’ εκείνα που σας στεναχώρησα κι εγώ, αν σας φανούν ότι νοιάζονται πιο πολύ για τα χρήματα ή για κάποιο άλλο πράγμα απ’ ό,τι για την αρετή. Και αν νομίζουν ότι είναι κάτι ενώ δεν είναι, να τους επικρίνετε, όπως κι εγώ εσάς, που δεν φροντίζουν για εκείνα που πρέπει και που νομίζουν ότι είναι κάτι ενώ δεν αξίζουν. Έτσι να πράξετε, κι ότι πάθω εγώ και οι γιοι μου από εσάς θα το έχω πάθει δίκαια.

Αλλά τώρα πια είναι ώρα να φύγουμε, εγώ για να πεθάνω, κι εσείς για να ζήσετε. Ποιο από τα δύο είναι το καλύτερο, είναι άγνωστο σε μας. Μόνο ο Θεός το γνωρίζει.»