Η ιστορία της Μονίκ, της Ολλανδέζας που ως μάνας έφηβης ξεπέρασε τον τρόμο που προκαλεί η μετωπική συνάντηση–σύγκρουση με τους τζιχαντιστές. Της μάνας μιας έφηβης που φόρεσε την μπούργκα και πέρασε στην Ράκα για να φυγαδεύσει το παιδί της, που απελπισμένο μετά τον χωρισμό της απο τον τζιχαντιστή Ομάρ, την έκανε να στέλνει απελπισμένα μηνύματα ζητώντας σωτηρία. Ως γεγονός, θυμίζει με τον πιο ανελέητο τρόπο τη δύναμη του έρωτα, την αφόρητη απελπισία της έκπτωσής του και την θυσία μιας μάνας που τελικά μπορεί να κατορθώσει εκείνα που επίλεκτες δυνάμεις στρατιωτικών μπορούν αλλά με δυσκολία!
Ο Ομάρ όταν υπηρετούσε στον Ολλανδικό στρατό (δεξιά) και μετά ως τζιχαντιστής.
Η ιστορία που κάνει τον γύρο του κόσμου, αποδεικνύει αγάπες μου ότι τίποτα πιο σαρωτικό και επαναστατικό αντάμα από τον έρωτα. Είναι η απόλυτη εκείνη κατάσταση που σε κάνει να ξεχνάς πατρίδα, θρησκεία, πεποιθήσεις. Που σε κάνει να τρέχεις «100άρι» ακόμη και αν δευτερόλεπτα πριν λειτουργούσες με την δυναμική εργαζομένου σε οικοδομή μετά από εξαντλητικό 12ωρο. Στην προοπτική να συναντηθείς με το αντικείμενο του πόθου, ξεπερνάς το -40 ρι του πυρετού, την απαγόρευση εξόδου απο τον στρατό..,Γενικώς τινάζεις στον “αέρα” οτιδήποτε μπορεί ν’ ανακόψει την ένωση .Όταν έχεις χτυπηθεί απο πάθος, οι “απαγορευμένες ζώνες ” καταργούνται , όπως ο φόβος, η δίψα, ο πόνος , η ανημπόρια. Το κορίτσι, λοιπόν, ερωτεύεται τον Ομάρ, ο οποίος αν και υπηρετούσε στον Ολλανδικό στρατό, στη συνέχεια γίνεται τζιχαντιστής και εκείνη ακολουθεί το αντικείμενο του πόθου της. Το καταλαβαίνω, αλλά δεν είμαι η μαμά της και δεν με λένε Μονίκ.
Είναι χιλιάδες ώρες οι κουβέντες που έχω κάνει με την μάνα μου, με τις φίλες μου που είναι μάνες, με τις φίλες που δεν έχουν παιδιά για τις χαοτικές αγωνίες που μπορεί να προκύψουν στο απολύτως αυτονόητο. Συνειδητοποίησα, λοιπόν, ότι εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων ποτέ κανένας από την θέση του γονιού δεν αντέχει το παιδί του να το παραβιάζει σωματικά ένας «ξένος». Μπορεί να δείχνει ότι το αντέχει, γιατί; Γιατί τρομάζει μήπως εκείνοι που απευθυνθεί για ν’ ακουμπήσει τον καημό του, τον ταμπελώσουν σαν διαταραγμένο…
Το να “χάνεις” το παιδί σου απο τζιχαντιστή, ειλικρινά δεν ξέρω ,δεν θέλω και δεν μπορώ να κατανοήσω πως μπορεί να το διαχειριστείς. Πιθανόν να είναι το ίδιο με το να βλέπεις το παιδί σου που κάποτε νανούριζες αγκαλιά, να τρυπάει στο κορμί του με βελόνες, αλλά και πιθανόν να λειτουργεί σαν ηρεμιστικό το να είναι με τζιχαντιστή απο το να έχει χτυπηθεί απο λευχαιμία…Με ξεπερνάνε όλα…
Φυσικά οι μάνες δεν είναι όλες το ίδιο. Η Μονίκ είναι μια αυθεντική μάνα όμως. Φόρεσε την μπούργκα, αδιαφόρησε αν η λεπίδα των τζιχαντιστών θα προλάβαινε την συνάντησή με το παιδί της, πέρασε στην απαγορευμένη ζώνη, βρήκε την κόρη της και γύρισε μαζί με το παιδί της στην Τουρκία… Τα νέα της τις επόμενες μέρες θα κάνουν το γύρο του κόσμου.
Η Μονίκ με την κίνηση αυτή αναδεικνύει το αρχέτυπο της αιώνιας μάνας που με το ένστικτο της λέαινας, της σκύλας, της φοράδας, μπορεί να μεταλλαχτεί σε φονικό όπλο για εκείνους που απειλούν την ζωή του παιδιού της. Οι τζιχαντιστές μπορεί να αποτελούν μια κτηνώδη ομάδα ισλαμιστών που τουλάχιστον ταλαιπωρεί τακτικούς στρατούς μέχρι στιγμής, αλλά για μια μάνα, είναι ό,τι ο άνθρωπος για την σκύλα που έχει γεννήσει τα κουτάβια της.
Η αλήθεια είναι ότι η Μονίκ, που αυτομάτως μετά την πράξη της αυτή αποτελεί ένα ακόμη σύμβολο μητρότητας, δεν φτάνει για να εκμηδενίσει το μοντέλο της Μήδειας. Η ιστορία των ανθρώπων θ’ αποδεικνύει ότι η εξερεύνηση της ψυχής και του μυαλού φέρνει στην παραβολή των αγκαθιών: Το ένα αγκάθι πληγώνει και θα χρειαστεί ένα δεύτερο για να βγάλει το πρώτο. Όταν με την βοήθεια του δεύτερου βγάλουμε το πρώτο, πρέπει να τα πετάξουμε και τα δύο…