Η φίλη μου η Κατερίνα έχει δύο παιδιά κι έναν σύζυγο. Ζουν όλοι μαζί σε ένα διαμέρισμα κάμποσων τετραγωνικών που αγόρασαν όταν έσκαγε η φούσκα του χρηματιστηρίου, πουλώντας ένα οικοπεδάκι στον τόπο καταγωγής τους. Από τότε μέχρι τώρα άλλαξαν πολλά. Πρώτον, αποκτήθηκαν τα παιδιά, δεύτερον διαψεύστηκαν τα επαγγελματικά σχέδια του καθενός εκ των δύο συμβαλλομένων στον γάμο, τρίτον, “δεν έχουν μία” αμφότεροι, και, τέταρτον, ο ένας δεν θέλει να βλέπει τον άλλον.
Την Κατερίνα και τον σύζυγό της τους θυμήθηκα τυχαία μια μέρα που η τηλεόραση ούρλιαζε πάνω από το κεφάλι μου για έναν τύπο που επιχείρησε να σκοτώσει τη γυναίκα του για αδιευκρίνιστους σε εμένα λόγους. Και τους θυμήθηκα γιατί την ιστορία τους την έχω δει να επαναλαμβάνεται σε πολλά ζευγάρια που γνωρίζω. Αγαπήθηκαν, παντρεύτηκαν, έκαναν ό,τι έκαναν και τώρα γυρνάνε σαν τα κακά σκυλιά στα σπίτια τους, αφρίζοντας ο ένας με τον άλλο, αδύναμοι να βρουν λύση στο πρόβλημά τους.
Το οποίο πρόβλημά τους συνοψίζεται στα εξής: Αγοραστής για την οικογενειακή εστία που να προτίθεται να δώσει ένα αξιοπρεπές τίμημα δεν βρίσκεται. Κι από τη στιγμή που εκείνοι δεν έχουν λεφτά ούτε για τα κοινόχρηστα –με τα χίλια ζόρια αγόρασαν σχολικά για τα παιδιά- πώς να νοικιαστεί δεύτερο σπίτι για εκείνον; Κι έτσι μένουν μαζί και βράζουν στο ζουμί τους. Συναντιούνται στην κουζίνα, τρακάρει ο ένας τον άλλον στην τουαλέτα και, παρότι δεν βρίσκουν ούτε μια καλή κουβέντα να πουν ο ένας στον άλλο, προσβολές βρίσκουν πολλές.
Διότι ο ένας δεν πλήρωσε το τηλέφωνο κι ο άλλος τσιμπάει λαθραία από το ψυγείο και οι δύο μαζί νιώθουν τύψεις για τα παιδιά τους κι επιπλέον η ερωτική ζωή τους έχει πιάσει όχι πάτο, αλλά τα έγκατα της γης. Διότι ούτε ενέργεια τους βρίσκεται για να βρουν άλλους συντρόφους –η μάχη στα χαρακώματα του μπάνιου τους έχει φάει ζωντανούς- κι αν τύχει και κάποιος φανεί στον ορίζοντα ούτε στέγη έχουν, ούτε λεφτά για ξενοδοχείο. Όσο για να ζητήσουν την κατανόηση του νόμιμου συντρόφου, αυτό δεν παίζει ούτε κατά διάνοια.
Η ιστορία της Κατερίνας δεν είναι ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία του είδους. Το πατρόν επαναλαμβάνεται με παραλλαγές: Κάποιοι προσπαθούν να κάνουν την ανάγκη φιλοτιμία και να «δώσουν μια ευκαιρία» στη σχέση τους. Σου λένε, αφού δεν μπορώ να ανοιχτώ προς άλλες κατευθύνσεις, ας αρκεστώ στο ίδιο, ξαναζεσταμένο φαΐ για να κάνω και τη ζωή μου πιο εύκολη –τόση θλίψη και κατήφεια.
Κάποιοι άλλοι επιλέγουν την οδό της επιλεκτικής σχέσης με την πραγματικότητα. Όσο ο άλλος δεν βροντάει την πόρτα πίσω του, πιστεύουν ότι περνάει μια «φάση» και θα στρώσει μόλις η τράπεζα πάψει να τον κυνηγάει για εκείνο το δάνειο που ουδέποτε αποπληρώθηκε. Το αποτέλεσμα θυμίζει «Λεωφορείο ο Πόθος» με κακές ερμηνείες και χωρίς λάμψη.
Οι «καλύτεροι» φυσικά είναι εκείνοι που έχουν αποτινάξει τον ζυγό των προσχημάτων. Αυτοί έχουν ξεθάψει όλα τα σκάνδαλα της κοινής ζωής τους, τις οικονομικές ατασθαλίες κυρίως: τις σπατάλες σε ρούχα, τα «δωράκια» προς μέλη της οικογένειας του ενός ή του άλλου, τις ατυχείς επιλογές, τις ενδείξεις τεμπελιάς και μποεμίας. Ό,τι κάποτε θεωρούνταν απλή ιδιοτροπία ή και εκδήλωση αξιοπρεπούς συμπεριφοράς, αποτελεί πλέον μέρος του κατηγορητηρίου.
Αυτοί οι τελευταίοι δεν βιώνουν –η λέξη που σκοτώνει- τη μιζέρια και την παρωδία του οικογενειακού βίου. Αυτοί πρώτα πυροβολούν και μετά ακούνε την απολογία του άλλου. Ανάμεσά τους τα παιδιά τους, τα οποία δεν ξέρουν κατά που να κάνουν για να γλιτώσουν –αναρωτιέμαι οι ψυχολόγοι, οι κοινωνικοί και δικαστικοί λειτουργοί του μέλλοντος πώς θα περιγράψουν αυτή τη φουρνιά παιδιών που μεγαλώνει φορώντας γάντια στο κρεβάτι και κράνος στον διάδρομο; Τα οποία συν τοις άλλοις έχουν επωμιστεί όλα τα απωθημένα, το άχτι, των γονιών τους και αντιδρούν αναλόγως του ταμπεραμέντου τους, των δυνατοτήτων και των απαιτήσεων.
Γι’ αυτούς όλους, ένα αξιοπρεπές διαζύγιο θα ήταν η μοναδική «αναπτυξιακή προοπτική». Ακόμα και με όρους δεκαετίας του ’70, τότε που για να χωρίσει κανείς έπρεπε πρώτα να συλληφθεί επί τω έργω και να σουρθεί στο αστυνομικό τμήμα με αδαμιαία περιβολή και τα σεντόνια για περιτύλιγμα, ο χωρισμός από κλίνης και τραπέζης είναι η μοναδική ακτίνα ελπίδας για να περισώσουν τα ζωή τους πριν βρεθούν βορρά στα δελτία ειδήσεων με ανορθόγραφα σουπεράκια να υπογραμμίζουν την κατάντια τους…