Τίποτα δεν σε βρίσκει πιο απροετοίμαστο (κατά την διάρκεια συνέντευξης) από τις απελπιστικά ειλικρινείς απαντήσεις μιας Ντίβας… Η Μάρω Κοντού είναι αριστοκράτισσα. Το στιλ της, ο τρόπος που σταυρώνει τα πόδια της, η ψιλόλιγνη σιλουέτα της, ο τρόπος της ομιλίας της, η έμφυτη ευγένειά της, οι ρόλοι που ερμήνευσε σε περισσότερες από 50 ταινίες στον ελληνικό κινηματογράφο, αλλά και οι συμμετοχές της σε περισσότερες από 120 θεατρικές παραστάσεις, την μαρκάρισαν ως «ντάμα-ντίβα-αρτίστα-αριστοκράτισσα».

Νομίζω ότι ο κόσμος που λάτρεψε τους μαυρόασπρους ήρωες του ελληνικού εμπορικού κινηματογράφου θα την ήθελε στην ζωή ζευγάρι με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα. Διέθεταν και οι δύο τον κοσμοπολίτικο «αέρα» που οι λαϊκοί – αυθεντικοί άνθρωποι λατρεύουν. Την Μάρω την γνώρισα από κοντά στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Αν δεν λαθεύω, ήταν η δεύτερη ηθοποιός που πήρα συνέντευξη όταν συνεργαζόμουν στον ΑΝΤ1. Η πρώτη ήταν η Αλίκη.

Η Αλίκη κατά τη διάρκεια γυρισμάτων σε ταινία που έπαιζε και η Μάρω Κοντού, φλέρταρε τον διευθυντή φωτογραφίας ο οποίος ήταν σύζυγος της Κοντού. Ήταν η εποχή πριν παντρευτεί η Βουγιουκλάκη τον Παπαμιχαήλ που όλοι οι εμπλεκόμενοι στην ταινία καταλάβαιναν το τι «έπαιζε» με την πρωταγωνίστρια και τον Αριστείδη Καρύδη Φουκς ή Ντίντη. Το τι έκανε και το πώς αντέδρασε η Μάρω θα το ακούσετε από την ίδια στο βίντεο που ακολουθεί…

Η μοίρα το έφερε η Μάρω Κοντού να συντρέξει τον πρώτο της σύζυγο, όταν εκείνος αντιμετώπισε πρόβλημα υγείας. Μέχρι που έφυγε.

«Παντρεύτηκα, Νανά μου, δυο φορές. Ο ένας με άφησε, τον άλλον τον άφησα εγώ, έτσι για ποικιλία». Μου εξηγεί γιατί μετά τα 50 της δεν ήθελε να δημιουργήσει σχέση με 40άρη, αν και ο δεύτερος άντρας της ήταν μικρότερός της 8 χρόνια. «Τους θεωρώ πολύ παιδιά Νανά μου… Δεν βρίσκω τι θα μπορούσα να πω».

Πιστεύει ότι οι περισσότεροι άντρες τις γυναίκες  τις δυναμικές και με προσωπικότητα δεν τις γουστάρουν. «Ο άνδρας είναι αδύναμος, η γυναίκα είναι το ισχυρό φύλο».

Η διάθεση της αλλάζει όταν μιλάμε για την Ελλάδα της κρίσης. «Γιατί με ρωτάς πως ζω; Ρώτα με αν ζω;» Μιλάει για τους ανθρώπους που βλέπει κάτω από το σπίτι της να ψάχνουν στους σκουπιδοτενεκέδες φαγητό, μιλάει για την απόγνωση που βλέπει στα μάτια των περαστικών, μιλάει για την κατάντια ενός λαού και για τα τεχνάσματα που βρίσκει ο καθένας για να επιβιώσει…

Η κουβέντα στριφογυρίζει, σε όλα. «Είμαι 80 χρονών, Νανά….». Είμαι απροετοίμαστη να το ακούσω από την ίδια… Με προλαβαίνει. «Δεν κρύβεται αγάπη μου η ηλικία, αλλά όταν βλέπω τον εαυτό μου στον καθρέφτη, λέω, ‘φτου σου κούκλα μου‘». Σκέφτομαι ότι όταν μια γυναίκα μπορεί να πει την ηλικία της είναι αδίστακτη γιατί μπορεί να πει τα πάντα. Γελάει… Παρακολουθώ τον συγκροτημένο της λόγο, καταλαβαίνω τους λόγους που αποσύρθηκε από την πολιτική, αλλά δεν κατανοώ το γιατί δεν έχει παίξει από το ’90 και μετά σε κάποια ελληνική τηλεοπτική σειρά.

«Δεν μου το πρότεινε ποτέ κανείς, Νανά, ποτέ. Υπάρχουν τόσοι ρόλοι για μαμάδες, γιαγιάδες, τόσοι… Ποτέ. Δεν ξέρω ειλικρινά τι να πω…»

Ναι… δεν ξέρω τι ν’ απαντήσω, μου μοιάζει αστείο. Θυμάμαι ότι η μαμά μου είχε να λέει για το θεατρικό ζευγάρι Κοντού-Χορν, όταν την είχε δει στο Ρομανσέρο του Ζακ Ντεβάλ. Και τον αστικό μύθο που αποθέωνε έναν συγκλονιστικά μεγάλο έρωτα…

Κυρίες και κύριοι, η Μάρω Κοντού.