Η Λίζα Ρέιντ από το Όκλαντ της Νέας Ζηλανδίας έχασε την όρασή της σε ηλικία έντεκα χρόνων. Ένοχος ήταν ένας όγκος στον εγκέφαλο ο οποίος έκανε «ανεπανόρθωτη» ζημιά στο οπτικό νεύρο. Από εκείνη την ηλικία και επί δεκατρία χρόνια η Ρέιντ δεν έβλεπε –δεν είδε τον αδερφό της να μεγαλώνει ούτε τους συμμαθητές της να γιορτάζουν την αποφοίτησή της. Ο πιο πιστός σύντροφος της ζωής της ήταν ο σκύλος της Έιμι.
Ένα βράδυ λοιπόν, και ενώ είχε κλείσει τα είκοσι τέσσερα, η νεαρά είπε να σκύψει για να ασπαστεί το αγαπημένο της ζώο πριν πάνε για ύπνο. Και, καθώς δεν έβλεπε, χτύπησε με δύναμη το κεφάλι της σε ένα χαμηλό τραπέζι –αυτά τα τραπέζια-παγίδες που υπάρχουν σε πολλά σπίτια. Μετά το «ατύχημά» της, η Ρέιντ έπεσε στο κρεβάτι σίγουρη ότι την επομένη, εκτός από ένα περιποιημένο καρούμπαλο, θα είχε και ένα καραμπινάτο πονοκέφαλο.
Φανταστείτε την έκπληξή της όταν ξύπνησε την επομένη και διαπίστωσε ότι βλέπει. «Δεν μπορώ να βρω λέξεις για να περιγράψω πως αισθάνθηκα –ήταν καταπληκτικό. Δεν μπορείτε να φανταστείτε πως είναι να μην βλέπεις και μετά να δεις, δεν περιγράφεται. Το να μπορείς να δεις τον κόσμο με τα μάτια σου είναι δώρο» λέει. Και θυμάται το σοκ που ένιωσε όταν είδε τον αδερφό της μετά από δεκατρία χρόνια. «Ήταν άντρας… με γενάκι και τα όλα του. Εγώ έγινα γυναίκα και ο αδερφός μου έγινε άντρας».
Ο ενθουσιασμός της Ρέιντ είναι μεταδοτικός. Παρότι έχουν περάσει δέκα τέσσερα χρόνια από την «θεραπεία» της, η οποία ακόμα δεν έχει βρει επιστημονική εξήγηση, αποφάσισε να μοιραστεί για πρώτη φορά την εμπειρία της με τον κόσμο στο πλαίσιο της Εβδομάδας Τυφλότητας της Νέας Ζηλανδίας. Στόχος της είναι να ενημερώσει και να ευαισθητοποιήσει τους συμπατριώτες της απέναντι στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι άνθρωποι με προβλήματα όρασης.
Ατυχώς γι’ αυτούς οι περισσότεροι θα έδιναν τα πάντα για να είναι στη θέση της. Θεραπευμένοι κι ας τους μείνει και σημάδι από το χτύπημα.