Είναι λίγο περίεργο συναίσθημα το να γράφεις για κάτι που είναι ορόσημο του φθινοπώρου σου και για παραπάνω από μια δεκαετία έχεις αποκτήσει ερωτική σχέση μαζί του. Με ότι διακρίνει μια ερωτική σχέση, αγάπη, απογοήτευση, βρίσιμο, γκρίνια, απόρριψη, επανασύνδεση, μιζέρια και χαρά. Και είναι περίεργο ακριβώς επειδή φέτος δεν θα καταφέρω να βρεθώ εκεί, την ώρα που κάθε φορά που ήμουν έλεγα «σιγά μην ξανάρθω». Ναι μου λείπει, το παραδέχομαι. Μου λείπουν οι αποθήκες του λιμανιού, τα παιδιά της διοργάνωσης, οι συναντήσεις με γνωστούς, η περαντζάδα στην αποβάθρα μετά από μια ταινία που ανακάλυψες λίγο πριν μπεις ξανά σε μια άλλη.
55ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης λοιπόν από τις 31 Οκτωβρίου ως τις 9 Νοεμβρίου κι όσα παράπονα κι αν έχεις, δεν μπορείς να αρνηθείς ότι αποτελεί το σημαντικότερο κινηματογραφικό γεγονός της χώρας και των Βαλκανίων αν και αρκετά «κουτσουρεμένο» σε σχέση με το παρελθόν όσον αφορά το budget, κάτι που αντανακλάται στις παράλληλες εκδηλώσεις αλλά και τους καλεσμένους. Που φέτος είναι η Χάνα Σιγκούλα, ο Σέρβος κινηματογραφιστής Ζέλιμιρ Ζίλνικ, ο Ούγγρος σκηνοθέτης Κόρνελ Μούντρουτσο του οποίου η βραβευμένη στο Ένα Κάποιο βλέμμα των Καννών ταινία του, Λευκός Θεός, θα ανοίξει σήμερα το βράδυ το φεστιβάλ. Και φυσικά ο «πολιτογραφημένος» πλέον «Έλληνας», Φατίχ Ακίν.
Στο Διεθνές Διαγωνιστικό όπως πάντα θα συμμετέχουν πρώτες οι δεύτερες ταινίες σκηνοθετών, με δύο ελληνικές συμμετοχές, τη «Νορβηγία» του Γιάννη Βεσλεμέ και το «Forget Me Not» του Γιάννη Φάγκρα. Τα αφιερώματα πολλά και για όλα τα γούστα και ελπίζω το σύνολο του προγράμματος να μην κουβαλάει πάνω του την μάλλον παλιομοδίτικη και συντηρητική αύρα του και φέτος διευθυντή κου Δημήτρη Εϊπίδη που χαρακτήρισε το φεστιβάλ τα τελευταία χρόνια ακόμα κι όταν πρόκειται για πρωτοπορία. Με τη σοβαροφάνεια να μην αφήνει χώρο για πιο «ροκ» κινηματογραφικές προτάσεις που πάντα εκτιμούσε στη Θεσσαλονίκη το νεανικό κοινό που απέχει πολύ από την ηλικία και το βλέμμα του διευθυντή του φεστιβάλ.
Με διαφορά ξεχωρίζει το αφιέρωμα στο ιδιαίτερο, σουρεαλιστικό σύμπαν του Ρόι Άντερσον του οποίου η τελευταία ταινία «Ένα περιστέρι έκατσε πάνω σ’ ένα κλαδί συλλογιζόμενο την ύπαρξη του» (από τους πιο γουάου τίτλους της φετινής χρονιάς) είναι και η ταινία λήξης του φεστιβάλ. Αφιέρωμα θα γίνει και στη Χάνα Σιγκούλα αλλά και στους σκηνοθέτες Κόρνελ Μούντρουτσο, Ζέλιμιρ Ζίλνικ και τον Ραμίν Μπαχράνι που χαρακτηριστικέ πριν λίγα χρόνια από τον μεγάλο κριτικό Ρότζερ Έμπερτ, «σκηνοθέτης της δεκαετίας». Και φυσικά το αμφιλεγόμενο αφιέρωμα στα 100 χρόνια του Ελληνικό σινεμά που προέκυψε μετά από ψηφοφορία του κοινού σε μια όμως προεπιλεγμένη και χωρίς σαφή κριτήρια λίστα.
Η αλήθεια είναι πως 55 χρόνια μετά, το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης παρά τις προσπάθειες του και τις καλές του στιγμές δεν κατόρθωσε ποτέ να αποκτήσει ταυτότητα. Κατά τη γνώμη μου, επειδή σνομπίστικα και δυσκοίλια θεωρούσε πως δεν μπορεί να συνδυαστεί η τέχνη με το glamour. Λες και όλοι οι ξένοι που κάνουν φεστιβάλ, είναι ηλίθιοι. Από την ένδοξη όσον αφορά το ελληνικό star system αρχή του, στα «οργισμένα» αλλά αναζωογονητικά, αναρχικά και διαδραστικά χρόνια των φωνακλαδων του «Εξώστη Β», στη μετατροπή του σε διεθνές, μια περίοδο χρημάτων και σπατάλης αλλά μεγάλων ονομάτων για καλεσμένους και στη συνέχεια επιστροφή ένεκα και κρίσης σε περιορισμένα μεγέθη, που όμως μοιάζουν ενίοτε ασφυκτικά, στερώντας τη χαρά που ένα φεστιβάλ οφείλει να έχει. Μήπως ήρθε η ώρα, στα 55 του χρόνια, να ενηλικωθεί;