Ένα δυο λόγια για το βιβλίο γενικά. Το Ο κόσμος κατ’ εμέ –Ο βίος και τα πάθη μου είναι η βιογραφία του Ροβήρου Μανθούλη και του κόσμου ολόκληρου –στο βαθμό και κατά τις εποχές που οι δρόμοι των δύο συνέπεσαν. Είναι χειμαρρώδες, κατά τόπους ασυνάρτητο και συναρπαστικό σαν τον δημιουργό του –ο αφηγητής «πετάγεται» από δω κι από κει με την αθωότητα και τη φόρα παιδιού, από τους συνωμότες της Intelligence service στην Αθήνα των πρώτων μεταπολεμικών ημερών στα έργα και της ημέρες του γερουσιαστή Μακάρθι στη μακρινή Αμέρικα κι από κει στο free cinema και στο Ιράνγκεϊτ, προσφέροντας μια ολιστική –ολίγον συνωμοσιολογική- ερμηνεία των γεγονότων. Κι εκεί που πας να βαρεθείς και να πεις «όχι άλλο πατάρι του Λουμίδη, όχι άλλη Μελίνα και Ντασέν», σου δίνει μια σκουντιά και σε στέλνει στην Αλάσκα –ναι, δούλεψε κι εκεί σε χρυσορυχείο ο Μανθούλης- ή στην κεντρική πλατεία της Λευκάδας, να στήνει τη σκηνή για το ανέβασμα του Η καρδιά μου κει πάνω στα Ψηλά, ή στην οικία Μεταξά στην Κηφισιά την μοιραία νύχτα της 27ης προς 28η Οκτωβρίου του ’40.
Από εκεί θα κλέψω μερικά αποσπάσματα λόγω ημέρας:
«Κάποτε τελείωσαν τα φοβερά έργα του Στρυμόνα και, ύστερα από έναν σύντομο σταθμό στη Θεσσαλονίκη, βρεθήκαμε στην Αθήνα», εξιστορεί ο Μανθούλης στο κεφάλαιο του βιβλίου του με τίτλο Η Αθήνα των στεναγμών (σελ. 28). Κάνω παύση εδώ για να αναφέρω ότι ο πατήρ Μανθούλης είχε βρει τα προηγούμενα χρόνια δουλειά στην αρχαία Αμφίπολη –αν το χει η μοίρα σου, η επικαιρότητα σε κυνηγάει από μόνη της. Και συνεχίζει:
Θυμάμαι καλά τον εαυτό μου από την άφιξή μας στην Αθήνα και ύστερα. Κι ακόμα καλύτερα από τις σειρήνες της 28ης Οκτωβρίου και ύστερα. 28η Οκτωβρίου. Η μέρα του «Όχι». Ποιος, επιτέλους, το είπε αυτό το «Όχι»; Ο Μεταξάς ή ο λαός; Δηλαδή, εγώ! Για την Αριστερά, δεν είναι δυνατό ένας φασίστας σαν το Μεταξά να πει «Όχι» σ’ έναν άλλο φασίστα, που ήταν ο Μουσολίνι. Αλλά είχε άλλη διέξοδο ο άνθρωπος; Αν είχε πει «Ναι», θα είχε σβηστεί από την Ιστορία.
Ο Λερντ Άρτσερ του Near East Foundation, που μοιάζει πολύ καλά πληροφορημένος, περιγράφει τη νύχτα του «Όχι» στο Ημερολόγιό του:
«Ο Γκράτσι παίζει μπριτζ σε ‘κομψό’ ελληνικό σπίτι στην Κηφισιά. Στις 9 μ.μ. πηγαίνει στην Πρεσβεία, ετοιμάζει το τελεσίγραφο στα γαλλικά, επιστρέφει στο μπριτζ μέχρι τις μεταμεσονύχτιες ώρες, και στις 3 π.μ., με το τελεσίγραφο στην τσέπη, χτυπάει την πόρτα του Μεταξά, στην Κηφισιά. Η υπηρεσία νόμισε πως άκουσε ‘πρέσβης της Γαλλίας’. Ενοχλημένος που τον ξύπνησε ο Γάλλος, ντύνεται, κατεβαίνει στο σαλόνι και βλέπει τον Ιταλό. Είναι 3 και 20’.
» ‘Λοιπόν, κύριε πρέσβη, έχεις να μου πεις τόσο σοβαρά πράγματα που δεν μπορούν να περιμένουν το τίμιο φως της μέρας;»
»Ο Γκράτσι του ενεχείρισε το τελεσίγραφο, που κατηγορούσε την Ελλάδα ότι βοηθούσε τους Βρετανούς, ότι τρομοκρατούσε την αλβανική μειονότητα, και απαιτούσε σαν εγγύηση για την ουδετερότητά της το δικαίωμα να καταλάβει ορισμένα στρατηγικά σημεία της ελληνικής επικράτειας. Η αντίσταση θα συντριβόταν διά των όπλων.
» ‘Ποια είναι αυτά τα σημεία προς κατάληψιν;’ ρώτησε ο Μεταξάς.
» Ο Γκράτσι είπε πως δεν γνώριζε.
» ‘Τι ώρα θα αρχίσει η επίθεση;’ Ρώτησε πάλι ο Μεταξάς.
» ‘Στις 6’, είπε ο Γκράτσι.
» ‘Κύριε’, είπε ο Μεταξάς, ‘αν σε δυόμισι ώρες δεν μπορώ να παραδώσω το σπίτι μου σε άλλον νοικάρη, πώς μπορώ να παραδώσω τη χώρα μου;
………………………………………………………………………….
Από το κεφάλαιο με τίτλο «Μεταξάς»:
Τους Γερμανούς ναι, αυτούς τους εκτιμούσε ο Μεταξάς. Ίσως τους Γερμανούς περισσότερο κι απ’ τον Χίτλερ τον ίδιο. Είχε κάνει τις στρατιωτικές σπουδές του στη Γερμανία και ήταν αρκετά επηρεασμένος από τον πρωσικό μιλιταρισμό. Το 1916, όταν ο Μεταξάς ήταν υπουργός Στρατιωτικών, πήγε να τον δει ο πρίγκιπας Γεώργιος για να του πει να πείσει τον Κωνσταντίνο να βγει η Ελλάδα στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων. Θα πει αργότερα:
«Ο Μεταξάς δεν είναι απλώς γερμανόφιλος, είναι Γερμανός!»
Όσο για τον Χίτλερ, είχε αδυναμία στους Έλληνες. Ήταν η Αρία φυλή και η Σπάρτη το πρώτο ναζιστικό κράτος. Ο Χίτλερ έλεγε (στους Έλληνες διπλωμάτες):
«Όταν πάρω σύνταξη, θα έρθω να ζήσω στην Ελλάδα!»
……………………………………………………………………………………
Για τον θάνατο του Μεταξά:
Το ότι ο Μεταξάς «βγήκε από τη μέση» το υπονοούν πολλοί ιστορικοί. (Το διαπραγματεύομαι στο βιβλίο μου Το ημερολόγιο του εμφύλιου διχασμού.) Θα αναφέρω εδώ τις τέσσερις διαφορετικές εκδοχές για τον ξαφνικό θάνατο του Μεταξά, λίγες μέρες πριν ξεμπαρκάρουν στον Πειραιά οι Νεοζηλανδοί του Τσώρτσιλ: Ο γιατρός του Μεταξά Νικόλαος Λοράνδος δήλωσε «οξεία αμυγδαλίτιδα». Ο Άγγλος ιστορικός Άντονι Μπίβορ αναφέρει «καρκίνο του λάρυγγος» στο βιβλίο του Η Μάχη της Κρήτης. Ο γαμπρός του Μεταξά είπε στον Λερντ Άρτσερ ότι «πέθανε από συνδυασμό διαβήτη, εντερικών (μόλυνση νεφρών) και γρίπης, που οδήγησαν σε καρδιακή προσβολή». «Έπειτα από εγχείριση αμυγδαλών» σημείωσε στην αναφορά του στην Μ16 ο Στάνλεϋ Κάσον, αξιωματικός Πληροφοριών, με κώδικα 27, της Στρατιωτικής Αποστολής στην Αθήνα (από τον Νοέμβριο του 1940).
Προς άρση παρεξηγήσεων το βιβλίο του Μανθούλη δεν αφορά στον βίο και την πολιτεία του Μεταξά –τα εδάφια που αναδημοσιεύουμε είναι αλιευμένα ειδικά για την περίσταση.
INFO
«Ο κόσμος κατ’ εμέ –Ο βίος και τα πάθη μου», Ροβήρος Μανθούλης, εκδόσεις Γαβριηλίδης.