Μπορείς να μου βρίσεις το σπίτι (εξαιρείται η μάνα και ο γάτος μου). Μπορείς να μου βρίσεις τη  σεξουαλική  μου  ζωή (αξιοθρήνητη οπότε πέφτεις μέσα), τη θρησκεία μου (δεν έχω), την πατρίδα μου (καλά, ειδικά εκεί, μπορώ να βρίσω κι εγώ) και τους φίλους μου (με βρίζουν κι εκείνοι). Δε θα αντιδράσω στο υπόσχομαι, σαν ελαφάκι που βλέπει το βέλος και σου λέει με λαμπερά μάτια, «βάρα καλέ μου κυνηγέ, είμαι καλός μεζές και τρυφερός για το τραπέζι σου» θα κάτσω.

Ένα πράγμα μόνο μη μου πεις, γιατί τότε θα δεις εχθρό μπροστά σου και πίσω σου και δεν ξέρω από πού αλλού μπορώ να σε πετύχω, που δε θα το περιμένεις. Ότι είμαι «καλός επαγγελματίας». Η πιο ύπουλη, λιπαρή, δισυπόστατη μαλακία ξιπασμού και αναξιοπρέπειας που έχει εφευρεθεί σαν φράση από καταβολής κόσμου. «Καλός επαγγελματίας». Κάποιος δηλαδή, που βάζει πάνω από όλα τη δουλειά του, με τελειομανία στα όρια ψυχιατρικού περιστατικού.

Και όμως φίλε υπάρχουν μαλάκες που αυτό το έχουν για κοπλιμέντο. Και το αντίθετο, για βρισιά άμα τους πεις ότι δεν είναι καλοί επαγγελματίες, που εγώ μεγαλύτερο παράσημο δεν αξίωσα ποτέ μου. Κάποιοι που μπορεί να τους πάρει το αφεντικό 4 η ώρα αξημέρωτα για να στείλουν ανταπόκριση, και αυτοί αντί να του πούνε «δε γαμιέσαι κι εσύ ο γρύλος σου» θα σηκωθούν να τη γράψουν. Κάποιοι που στήνουν γκόμενες, γκόμενους, φίλους, αφήνουν τραπέζια και μπαρότσαρκες, κοιμούνται από τις 11 το βράδυ για να είναι φρέσκοι και αποδοτικοί 9 το πρωί της επόμενης, μόνο και μόνο για να ακούσουν τη φράση «Τι επαγγελματίας που είσαι».

Συνοδευόμενη από αύξηση 50 ευρώ ανά 10 έτη ή στις πιο λαρτζ περιπτώσεις, μετατόπιση του γραφείου σου από το ανήλιαγο σημείο του κτιρίου, σε παράθυρο με θέα. Να γίνω δηλαδή καλός επαγγελματίας, να φοράω γραβάτα, να ξυπνάω 9 το πρωί, να κόψω το αλκοόλ και να μη σερφάρω από τον κομπιούτορα του γραφείου σε πορνοσάιτ, για να με πάνε σε παράθυρο με θέα, να με βρίσκει και πιο εύκολα η ρουκέτα της τρομοκρατικής οργάνωσης που μπορεί να έχει βάλει στόχο το γραφείο. Δε σφάξανε. Σε σφάξανε.

Φαντάζομαι ότι πολύ καλοί επαγγελματίες, πρέπει να είναι και κάτι άμοιροι Πακιστανοί που πουλάνε το νεφρί τους, να χειρουργηθεί η πλουσία να παραμείνει απέθαντη, γιατί έτσι πάει κούκλα μου, άπαξ και είσαι καλός επαγγελματίας, όχι νεφρί, και κώλο δίνεις. Από τα πρώτα μου ξεκινήματα στη δουλειά, η πιο χυδαία παπαριά που μπορούσε να μου πει προϊστάμενος για να με βάλει και καλά στη θέση μου, όταν είχα καθυστερήσει, δύο, τρεις, πέντε ώρες, μέρες, το κείμενο μου, είναι «ναι, είσαι ταλαντούχος αλλά είσαι πολύ κακός επαγγελματίας, δε θα βρεις προκοπή». Τι λες μωρή;

Ποια την έχασε την προκοπή να τη βρω εγώ; Και γιατί να τη βρω; Για να πας αύριο σαν ατάλαντη προϊσταμένη μου στο αφεντικό, να κορδωθείς πόσο καλή και αποδοτική είσαι που κατάφερες ακόμα κι εμένα να με κάνεις καλό επαγγελματία, να πάρεις εσύ την αύξηση, κι εγώ να παραμείνω στα νταμάρια; Σε ένα εργασιακό σύστημα, που στηρίζεται πάνω στη μετονομασία της εκμετάλλευσης και της απάτης σε αξιοπρέπεια, σου ανταποδίδω τα εύσημα της πουτανιάς σου, και σε δουλεύω όσο και όπως μπορώ, παράγοντας το μίνιμουμ των ικανοτήτων μου το οποίο και ανταποκρίνεται απόλυτα στα ψίχουλα με τα οποία με αμείβεις. Για να μη γίνω αυτό που ονειρεύεσαι. Η πουτάνα σου. Το μοναδικό επάγγελμα, που χρίζει λόγω καθαρότητας στόχων, αποδοτικότητας και υπέρμετρου επαγγελματισμού, σεβασμού αν θες να μιλάμε καθαρά και στη γλώσσα σου.

Αν και όσο, η θεωρία και το χρίσμα του καλού επαγγελματία, στηρίζεται πάνω στο υπερκέρδος σου, τα τρία κότερά σου, τις δύο πισίνες σου και τις πέντε ρωσίδες βίζιτές σου αφεντικό, τόσο η δική μου κοσμοθεωρία, θα συνεχίσει να αναπνέει, να ελίσσεται και να αναπτύσσεται παρασιτικά, στα κενά της αντιληπτικότητάς σου, καλυμμένη μόνιμα και εντέχνως, κάτω από το δουλικό μου χαμόγελο, την ώρα που εκμεταλλεύομαι την εκμετάλλευση σου. Επειδή, δες το κι έτσι για να το καταλάβεις, δεν είδα στη ζωή μου ποτέ μεγαλύτερη αναξιοπρέπεια, (κι έχω δει κι αν έχω δει) από την αφισέτα στα φαστφουντάδικα, με τον υπάλληλο του μήνα φωτογραφία, να καμαρώνει γελαστός ο ευνούχος.

Η επιτομή του καλού επαγγελματία, ζαρωμένου και λιγδιασμένου από την τσίκνα της μεταλλαγμένης σου φουφού, πάνω στην οποία ψήνεις ληγμένα βοοειδή σε οικογενειακή συσκευασία χάμπουργκερ happy meal για να φάει και το μωρό, να μεγαλώσει μπούλης, να σου έρθει κι αυτός στη δούλεψη σου, σαν καλός επαγγελματίας. Δημοσιογραφικά αν θες μιλώντας (αφού αυτή είναι και η επίσημη επαγγελματική μου ασχολία), εσύ συνάδελφε «καλέ επαγγελματία» κάνεις ρεπορτάζ, εγώ μόλις τώρα τελειώνω το διδακτορικό μου στο σαμποτάζ. Εσύ επαίρεσαι, πως μπόρεσες να γίνεις Ρομπέν των Δασών, διερευνώντας σε μια σκοτεινή (μην κλάψω) υπόθεση, τα «τι» και τα «αν», κι εγώ αναρωτιέμαι τι να αγοράσω για να λουστώ, από σαμπουάν. Ποια από τις δύο μας έχει τα πιο όμορφα μαλλιά είπαμε;