Ένας πατέρας παραδίδει το βρέφος του στην εφορία της Ρόδου γιατί το κράτος κατάσχεσε τα τελευταία 300 ευρώ, επειδή χρωστούσε στο δημόσιο. Εκείνος μην έχοντας τι άλλο να δώσει, ακούμπησε στο ταμείο το παιδί του. Οι ειδήσεις μεταδίδουν την είδηση ως συμβολική πράξη απελπισίας. Απο την αρχή της κρίσης έως σήμερα, 3.200.000 άνθρωποι κάτω απο τα όρια της φτώχειας, 9.000 αυτοκτονίες εξαιτίας χρεών, παιδιά λυποθυμούν απο πείνα στα διαλείμματα των σχολείων, εκατομμύρια έλληνες τρώνε ψωμί μαζί με μακαρόνια, οι χειρουργοί στα νοσοκομεία ράβουν με «κλωστές πεταλούδα», οι καλοί μισθοί στην αγορά φλερτάρουν με τα 800 ευρώ για 12ωρη απασχόληση, εκείνοι που ως πρώην άνεργοι βρίσκουν δουλειά αποδέχονται να πληρώνονται σε είδος, η μαύρη εργασία σε κρεσέντο, η προπαγάνδα απο τα media κάνει τον Γκεμπελς να μοιάζει Μίκυ-Μάους και επίορκοι κρατικοί λειτουργοί τα κάνουν πλακάκια με το οργανωμένο έγκλημα. Αποτέλεσμα; Όταν θεριεύει το παρακράτος, να πεθαίνει ο άνθρωπος-πολίτης, μεταφορικά και κυριολεκτικά.
Τραγική φιγούρα στην θέαση αυτού του ολοκαυτώματος των ανθρώπων, η δημοκρατία. Δεν είναι απλά μελαγχολική , έχει περιπέσει σε βαριά κατάθλιψη…
Σκέφτομαι κάποιες φορές ότι για να φτάσουμε στο σημερινό ολοκαύτωμα, οι σύγχρονες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες υπέστησαν περιδήνηση εξαιτίας μιας εντελώς αντιφατικής λογικής: Την ίδια στιγμή που αποθέωναν τις αρχές της ισότητας, της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, ταυτόχρονα, σχεδόν με λυσσασμένο τρόπο επεδίωκαν την κατάλυσή τους.
Τελικά, μήπως οι ιδρυτές της σύγχρονης δημοκρατίας την μίσησαν; Πιθανόν, ναι. «Γιατί η δημοκρατία είναι μισητή; Γιατί έρχεται σε αντίθεση με την πιο αυθόρμητη κλίση του ανθρώπου, να συντρίψει, να κυριαρχήσει ή να υποδουλώσει τους άλλους… Το μήνυμά της διφορούμενο: κηρύσσει ταυτόχρονα την μετριοπάθεια και την εξέγερση… Υπάρχει μέσα της ένα μίγμα απόλυτης απαισιοδοξίας. Ο άνθρωπος είναι κακός και πρέπει να περιορίζεται απο τους νόμους, αλλά και μιας σχετικής εμπιστοσύνης στην ικανότητά του για βελτίωση» (γράφει ο Πασκάλ Μπρυκνέρ στο βιβλίο του με τίτλο «Μελαγχολική δημοκρατία»).
Συνεχίζοντας τον προβληματισμό του σύγχρονου συγγραφέα-φιλόσοφου και διαννοούμενου (που οι περισσότεροι απο εσάς τον γνωρίσατε ως συγγραφέα του βιβλίου «Τα μαύρα φεγγάρια του έρωτα») αναρωτιέμαι μήπως εκεί που φτάσαμε, όσοι εμφανώς χειροκροτούν την δημοκρατία ταυτοχρόνως την μισούν πάρα πολύ, καθώς αγωνίζονται λυσσασμένα να παρακάμψουν τις αρχές της. Αυτή δεν ήταν στην μεγάλη πλειοψηφία η νοοτροπία όσων εμπλέκονται στα τεράστια σκάνδαλα που κατέστρεψαν την χώρα; Σοσιαλιαστές- δημοκράτες, διαχειρίστηκαν δημόσιο χρήμα, το κομματικό κράτος αποθεώνεται για να φτάσουμε σήμερα να γελοιοποιούν οι φύλακες του Συντάγματος τον θεσμό του προέδρου της δημοκρατίας με σκοπό τι; Να μπει πελατεία στο μαγαζάκι τους. Μα για να μπει πελάτης, κάτι πρέπει να βρει ν’ αγοράσει.
Στον ευλογημένο αυτό γούπατο, καταντήσαμε να πουλάμε μόνο κρόκο Κοζάνης και ρίγανη, άρα γιατί οι ανίερες συμμαχίες; Γιατί οι προδοσίες;
Γιατί οι αποκεφαλισμοί ανθρώπων πολιτικά ρομαντικών από ανθρωποειδή της πολιτικής που μπροστά τους οι τζιχαντιστές μοιάζουν να παίζουν μονόπολη; Γιατί η επανάσταση ενός λαού που βιώνει μια γεννοκτονία μοιάζει να εκτονώνεται στις κερδίδες του Λαζόπουλου που χωρίς έμπνευση πια «τρώει» απο τους τόκους των εμμονών του, φλερτάροντας το σύστημα που δείχνει να μισεί;
Μήπως η δημοκρατία αργοσβύνει γιατί στερήθηκε από ένα τεράστιο ατού, προπάντων αυτού του νοητού εχθρού που ήταν κάποτε ο σοβιετικός κομμουνισμός; Μήπως, κλείνοντας, η συγκεκριμένη αντιπροσωπεία και μέχρι να εφευρεθεί ο επόμενος δράκος η μόνη ελπίδα για εξέγερση είναι να σταματήσει η σύνδεση με το Wi-Fi;
Ή, μήπως, ακουμπώντας την αγωνία μου στον αγαπημένο μου Γκράμσι: «Κρίση είναι όταν το παλιό δεν έχει πεθάνει και το καινούργιο δεν έχει ακόμη γεννηθεί;»