ΛΑΘΟΣ ΣΤΟ ΛΑΘΟΣ / MEA CULPA

Βαθμολογία: 7 / 10
 

Το έχω γράψει άπειρες φορές απλά αυτή εδώ είναι αφορμή για άλλη μία. Όταν οι Γάλλοι θέλουν να κάνουν χορταστικό θρίλερ δράσης μπορούν να παίξουν τους Αμερικάνους στα ίσα. Όπως κάνει εδώ ο Φρεντ Καβαγιέ. Πιθανότατα επειδή από τη μία έχουν πάρει καλά τα μαθήματα του είδους από το χολιγουντιανό σινεμά κι από την άλλη μπορούν να τα μπολιάσουν με αυτή την ιδιαίτερη ευρωπαϊκή αισθητική. Η οποία  δεν αφορά μόνο σε τοποθεσίες και φάτσες αλλά και στη γενικότερη αισθητική αύρα, που ενώ στηρίζεται στο αμερικάνικο πρωτότυπο, μπορεί να το ξεπερνάει χωρίς τους συνήθεις στουντιακούς περιορισμούς.

Δύο γάλλοι μπάτσοι και συνάδελφοι για χρόνια, ο Φρανκ και ο Σιμόν, τα σπάνε όταν ο τελευταίος προκαλεί ένα τραγικό δυστύχημα οδηγώντας τύφλα. Χρόνια μετά, ο Σιμόν αρχικά με το ζόρι, θα προσπαθήσει να τακιμιάσει  ξανά με τον Φρανκ, όταν η οικογένεια του δεχτεί απειλές από τη Μαφία. Και κάπου εκεί, θα ξεκινήσει μια εντελώς χορταστική, καλοστημένη περιπέτεια, γεμάτη φυσικά από όλες τις σεναριακές κουλοσύνες που μπορείς να φανταστείς. Οι οποίες εν προκειμένω, όχι μόνο δε σε νοιάζουν αλλά σε ευχαριστούν κιόλας, όταν γίνονται αφορμή για ξέφρενα πιστολίδια, συμπλοκές και κυνηγητά στα πιο απίθανα μέρη. Ατμοσφαιρικά καταραμένο τουριστικό ταξίδι σε μια διαφορετική Τουλόν και Μασσαλία και σκηνές τόσο άψογα ενορχηστρωμένες όπως το φινάλε, που είναι μάθημα τεχνικής και απογειώνουν την απόλαυση σου.
 

GET ON UP

Βαθμολογία: 7 / 10
 

Επιτέλους μια βιογραφία που δεν τη βαριέσαι κι ας διαρκεί 139 λεπτά. Πιθανότατα επειδή το αντικείμενο της είναι μια φιγούρα ικανή να πυρπολήσει με τη soul του, (κυρολεκτικά και μεταφορικά σαν λέξη που στα ελληνικά σημαίνει “ψυχή”) ολόκληρα στάδια και να σηκώσει ακόμα και παραπληγικό από το αναπηρικό καροτσάκι του για να χορέψει. Πώς είναι οι ευαγγελιστές στην τηλεόραση που κηρύσσουν και το κοινό τους παθαίνει ομαδική έκσταση; Το ίδιο ισχύει και για τον Τζέιμς Μπράουν και για την ερμηνεία στο ρόλο του Τσάντγουικ Μπόσμαν που αποκλείεται να μην τον δούμε στα επερχόμενα Όσκαρ. Γενικά έχω μια φαγούρα με τις βιογραφίες. Μου φαίνονται περισσότερο σαν βιαστικά γραμμένα άρθρα lifestyle περιοδικού με έμφαση σε περιστατικά και «ζουμερές» πληροφορίες. Η επιτυχία του σκηνοθέτη Τέιτ Τέιλορ σε μια ταινία που στην παραγωγή της βρίσκεται το όνομα του Μικ Τζάγκερ, είναι ακριβώς αυτή. Ότι ζουμάρει στο εκτόπισμα του καλλιτέχνη και όχι σε ένα κολάζ περιστατικών που περνάνε από την οθόνη σαν κλασσικά εικονογραφημένα. Προσπαθεί να σου μεταδώσει το εσωτερικό του πάθος, αυτό που τον έκανε να ξεκινήσει από ένα εγκαταλελειμμένο παιδί που μεγάλωσε στο πορνείο της θείας του και τον έφτασε στην κορυφή του κόσμου. Το πείσμα, τον ιδρώτα και τις φλέβες του να πάλλονται νιώθοντας σωματικά εντελώς, το ρυθμό της μουσικής. Με έξυπνα κινηματογραφικά τρικ του Τέιλορ που ξεπερνάνε τη σύμβαση μιας κινηματογραφικής βιογραφίας, μετατρέποντας την σε βίωμα μιας πολύπτυχης προσωπικότητας.

 

ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ / IL CAPITALE UMANO

Βαθμολογία: 6 / 10
 

Εφτά βραβεία από την Ιταλική Ακαδημία Κινηματογράφου και η φετινή υποψηφιότητα της Ιταλίας για τα επερχόμενα Όσκαρ. Νύχτα παραμονής Χριστουγέννων, ένα τζιπ χτυπά έναν ποδηλάτη αλλά αδιαφορεί και συνεχίζει την πορεία του. Το δυστύχημα θα φέρει αναγκαστικά κοντά θύτες και θύματα σε μια σκακιέρα δύο οικογενειών με διαφορετικούς χαρακτήρες και συμπεριφορές από τα μέλη της που θολώνουν τα όρια του θύτη και του θύματος. Από την μία είναι οι χλιδάτοι, νεόπλουτοι και «δυνατοί» Μπερνάνσκι. Από την άλλη οι μεσοαστοί και όχι τόσο πετυχημένοι Οσόλα, που ανακαλύπτουν στο «δυστύχημα» την ευκαιρία της κοινωνικής και οικονομικής τους ανόδου. Ο σκηνοθέτης Πάολο Βιρτζί, καταγράφει την σύγκρουση αυτών των δύο κόσμων, με την ειρωνική κομψότητα ενός αλληγορικού, κοινωνικού κατά βάση θρίλερ. Που αντλεί το σασπένς του και το μυστήριό του, από την αντανάκλαση στον μικρόκοσμο των ηρώων του, μιας ολόκληρης κοινωνίας. Με το ανθρώπινο κεφάλαιο, τόσο σαν οντότητα όσο και σαν χρήμα, να εγκληματεί χωρίς συνείδηση της ηθικής του χρεωκοπίας. Και των επιπτώσεων που αυτή και η κάθε μεμονωμένη περίπτωση καθενός από εμάς, είχε και έχει στη σημερινή πολιτική, κοινωνική και οικονομική κρίση.
 

ΕΝΑ ΤΑΞΙΔΙ 30,5 ΜΕΤΡΑ ΜΑΚΡΙΑ / ΤΗΕ HUNDRED FOOT JOURNEY
 

Μπορεί στην παραγωγή να συμμετέχουν οι Στίβεν Σπίλμπεργκ και Όπρα Γουίνφρεϊ, μπορεί να πρωταγωνιστεί η λατρεμένη Έλεν Μίρεν, αλλά σόρι φίλε, εγώ Λάσε Χάλστρομ να σκηνοθετεί δεν πάω να δω, κοιμάμαι και στο σπίτι μου αν θέλω. Πάρε τα ρίσκα σου και καλού κακού μια κουβερτούλα για να βολευτείς στο κάθισμα. Βασικά, το μεγαλύτερο επίτευγμα του Λάσε ήταν το «Chocolat». Και στην γαστρονομία επιστρέφει κι αυτή τη φορά αλλά με άρωμα κάρι. Μια οικογένεια Ινδών κυνηγημένοι από την πατρίδα τους, βρίσκουν καταφύγιο στη Νότια Γαλλία και αποφασίζουν να ανοίξουν ένα εστιατόριο με πάθος και γνώση της παραδοσιακής τους κουζίνας. Μόνο που ακριβώς απέναντι τους, βρίσκεται εδώ και χρόνια, ένα λουσάτο εστιατόριο ακριβών γούστων που είναι βραβευμένο με αστέρι Μισελέν. Το αποτέλεσμα θα είναι ένας γευστικός πόλεμος ανάμεσα στους μεν και τους δε, που κινηματογραφικά δεν ξέρω αν θα έχει ενδιαφέρον, αλλά προβλέπεται να μην αφήσει κανένα ουρανίσκο ασυγκίνητο.
 

ΤΑ ΤΕΡΑΤΟΚΟΥΤΑΚΙΑ / ΤΗΕ BOXTROLLS

Βαθμολογία: 8 / 10
 

Δώσε μου stop motion animation και πάρε μου την ψυχή. Και εντάξει μπορεί να μην είναι όλοι Τιμ Μπάρτον στο «Χριστουγεννιάτικος Εφιάλτης» αλλά η μαγεία συνεχίζεται. Κυρίως λόγω αυτού του παράξενου σμίγματος προχωρημένης τεχνολογίας και παλιομοδίτικης, ατμοσφαιρικής, παραμυθένιας οικειότητας. Τα όρια ανάμεσα στο καρτούν και την κανονική λήψη εφόσον αυτό είναι το stop motion. Κανονικά φτιαγμένες φιγούρες που κινηματογραφούνται σε κίνηση, βήμα βήμα, καρέ καρέ. Η εταιρεία LAIKA έχει παράδοση σε αυτό το είδος («Coraline») και οι σκηνοθέτες Γκρέιαμ Άναμπλ και Άντοντι Στάτσι, αποδεικνύονται ευφάνταστοι και παιδήλικα ατμοσφαιρικοί σε ένα «σκοτεινό» παραμύθι που βρίσκεται στο παιδήλικο σημείο συνάντησης του ζοφερού Ντίκενς με την ψυχεδέλεια της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων». Μόνο έτσι μπορείς να περιγράψεις μια ταινία που εξελίσσεται στα μέσα του 19ου αιώνα στη φανταστική πόλη του Τυρογεφυριού. Στην οποία προύχοντες είναι όσοι διαθέτουν τη μεγαλύτερη ποσότητα τυριού και οι ελάχιστοι που φοράνε άσπρα καπέλα. Διψασμένος για μεγαλεία ο χαμηλότερης κοινωνικής τάξης, κοκκινοκάπελος Αρπάχτρας, θα καταστρώσει μια ίντριγκα. Πείθοντας τον ασπροκάπελο Λόρδο Παρμεζάνα, ότι υπαίτιοι για την εξαφάνιση ενός μωρού από την πόλη, είναι τα καταχθόνια Τερατοκουτάκια που ζούνε μέσα στην υπόγεια πόλη τους, μεταφέροντας και αξιοποιώντας τα σκουπίδια. Η πόλη όλη θα τρομοκρατηθεί, ο Αρπάχτρας θα αρχίσει να εξοντώνει ανενόχλητος τα Τερατοκουτάκια όμως η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Εφόσον πρόκειται για βρωμιάρικα μεν αλλά καλόκαρδα πλασματάκια που ζούνε στους υπονόμους και δεν τρέφονται με παιδάκια αλλά με έντομα. Είναι τζίνια στο μυαλό, ακούραστα και εφευρετικά και παρά την ασχήμια τους, αξιαγάπητα. Σε ένα απολαυστικό οπτικά και αξιοθαύμαστο τεχνικά θέαμα για όλες τις ηλικίες, με ελεγχόμενη σκοτεινιά αλλά φωτεινή καρδιά, που σου φέρνει στο μυαλό την ατάκα του Όσκαρ Ουάιλντ: «Όλοι μας γεννιόμαστε στον υπόνομο, αλλά μερικοί από μας μπορούμε να κοιτάμε τα άστρα».
 

ANNABELLE

Βαθμολογία: 3 / 10
 

Οι παραγωγοί του σούπερ τρομαχτικού και επιτυχημένου περσινού «The Conjuring» σκέφτηκαν λογικά. Αντί να περιμένουμε το νούμερο 2 γιατί να μην κάνουμε ένα γρήγορο spin off (δηλαδή παρακλάδι) της ταινίας να τα κονομήσουμε; Εν προκειμένω τα χρέη της σύνδεσης με το «The Conjurιng» τα κουβαλάει η σατανική κούκλα Annabelle που την πρωτοείδαμε στην άλλη ταινία. Βρισκόμαστε στη δεκαετία του ’60, ένας άντρας κάνει δώρο στην έγκυο γυναίκα του μια κούκλα και μια ομάδα σατανιστών εισβάλλει στο σπίτι τους. Κουλά ντε παρί ως εδώ κι ακόμα παραπέρα αφού μετά την επίθεση η κούκλα σατανίζεται αλλά δεν μπορείς να πεις ότι συμβαίνει κάτι σημαντικό σε ταινία τρόμου, να σε ταράξει λίγο ρε παιδάκι μου, έστω ακόμα και βγαλμένο από την σακούλα των κλισέ των ταινιών του είδους. Ή κάτι που δεν έχεις δει πολύ καλύτερα και με περισσότερη πλάκα από τον Τσάκι στην «Κούκλα του Σατανά». Όπως πολύ εύστοχα γράφει ένας ξένος κριτικός για την προσπάθεια (την ποια;) των δημιουργών λόγω εγκυμοσύνης, σατανιστών και δεκαετίας, να παίξουν τον μικρό Πολάνσκι στο νηπιαγωγείο, η ταινία θα έπρεπε να λέγεται «Η Μπάρμπι της Ρόζμαρι».
 

71

Βαθμολογία: 9 / 10
 

Και ναι. Αυτή είναι με διαφορά η ταινία της εβδομάδας. Ένα από τα πιο εκρηκτικά σκηνοθετικά ντεμπούτο που έχω δει εδώ και χρόνια από τον Γιαν Ντεμάνζ. Και μία από τις μεγαλύτερες αδικίες στο φεστιβάλ Βερολίνου που το «βολέψανε» μόνο με το βραβείο της Οικουμενικής Επιτροπής την ώρα που όλοι μιλούσαμε ενθουσιασμένοι. Για μια ταινία που δεν είναι φεστιβαλική (σε προειδοποιώ για να μη φοβάσαι) αλλά κινηματογραφικά κινηματογραφένια και συναρπαστική. Τουλάχιστον κέρδισε το βραβείο Χρυσή Αθηνά στις φετινές Νύχτες Πρεμιέρας οπότε κάτι είναι κι αυτό.

Όλα ξεκινάνε όταν ένας νέος και άπειρος Βρετανός στρατιώτης εγκαταλείπεται κατά λάθος από την ομάδα του στους δρόμους μιας θανάσιμα εχθρικής πόλης για την οποία δεν γνωρίζει τίποτα. Λογικό όταν μιλάμε για το Μπέλφαστ του 1971 με τους ίδιους τους Ιρλανδούς να σφάζονται χωρισμένοι σε προτεστάντες και καθολικούς. Και όλους μαζί εναντίον των Βρετανών που παίζουν σκληρό πόκερ με διπλούς πράκτορες, κρυφά σχέδια και μυστικούς συνεργάτες κι από τα δύο στρατόπεδα των Ιρλανδών.

Από κει και πέρα, δεν έχω λόγια. Μόνο σκηνές ανθολογίας σαν ηλεκτρικό σοκ. Δε νομίζω να ξεχάσω ποτέ την φρενήρη κάμερα και το μοντάζ στο κυνηγητό του ήρωα στους δρόμους. Κάτι σαν ταινία δράσης και ντοκιμαντέρ μαζί. Με την φωτογραφία να αποκτά κόκο για να τονίζει τον ρεαλισμό και μετά ατμοσφαιρικούς φωτισμούς για να σε βουτήξει σε έναν κόσμο σχεδόν απόκοσμης παράνοιας και απειλής. Σπάνια μια πολιτική στην ουσία της ταινία μετατρέπεται στο τσακ μπαμ σε συναρπαστικό θρίλερ που ισορροπεί τόσο ανάμεσα σε αυτό που έχει να πει όσο και στην απόλαυση του θεατή. Ο τυπάκος πρέπει να είναι τρελός με το σινεμά δεν εξηγείται αλλιώς. Ακόμα και τα πιο τυχαία πλάνα του, έχουν δόμηση και αρχιτεκτονική, όπως αυτά τα μακρινά της πολυκατοικίας που μπαινοβγαίνουν όλοι. Κάθε δευτερόλεπτο μοιάζει με ωρολογιακή βόμβα, η οποία εκρήγνυται κυριολεκτικά ακριβώς εκεί που δεν το περιμένεις. Οι ταυτότητες των χαρακτήρων και το διπλό τους παιχνίδι σε αναγκάζει να βρίσκεσαι σε μια συνεχή εγρήγορση του ποιος είναι ποιος. Τα δάνεια του από τόσα διαφορετικά είδη κινηματογράφου αλλά και σκηνοθέτες (Χίτσκοκ, Κάρπεντερ, Γκρίνγκρας εώς Σπίλμπεργκ και Γαβράς) ενσωματωμένα στο δικό του χωνευτήρι κι εντελώς δικά του πια, κατάκτηση του. Οι σκηνές συμπλοκών, σαν να βλέπεις δελτίο ειδήσεων. Λάθος. Σ σαν να είσαι εσύ ο ρεπόρτερ που βρίσκεται εκεί και αναμεταδίδει με την κάμερα. Η οποία εν προκειμένω είναι το βλέμμα σου κολλημένο στην οθόνη χωρίς κανένα έλεος (ευτυχώς) από το σκηνοθέτη.