Οι δημοσκόποι τους κατατάσσουν σε κατηγορίες ανάλογα με την αποφασιστικότητά τους, την ιδεολογία -όσοι έχουν ακόμη- την ηλικία, την οικονομική και οικογενειακή κατάσταση. Αλλά τι ξέρουν οι δημοσκόποι; Το αληθινό του πρόσωπο ο ψηφοφόρος το αποκαλύπτει το Σαββατοκύριακο των εκλογών. Κυρίως το Σάββατο. Την Κυριακή ψηφίζει αθόρυβα, μετά τον πρωινό καφέ, πριν τις μεσημεριανές μπύρες…

Ο αμετανόητος

Είναι αυτός που γεννιέται και πεθαίνει με το ίδιο «χρώμα». Εκείνος που στηρίζει το ίδιο κόμμα από την πρώτη μέχρι και την τελευταία του επίσκεψη στην κάλπη. Βρίσκεται συχνά σε δύσκολη θέση, γιατί πρέπει να υποστηρίξει την επιλογή του ακόμη κι όταν διαφωνεί με αυτήν. Τέτοιου είδους ψηφοφόροι βρίσκονται σε όλα τα κόμματα που γεννήθηκαν με τη μεταπολίτευση. Οι ψυχολόγοι θα «τρίβουν» τα χέρια τους όταν τα κόμματα αυτά εκλείψουν. Που θα εκλείψουν…

Ο “παράσταση-νίκης”

Η παράσταση νίκης στις δημοσκοπήσεις προκύπτει από το ερώτημα: «Αν αύριο γίνονταν εκλογές, ποιος πιστεύετε πως θα τις κέρδιζε;». Οι δημοσκόποι πιστεύουν πως όπου «γέρνει» η παράσταση νίκης μετακινείται και το μεγαλύτερο ποσοστό των αναποφάσιστων -μέχρι τότε- ψηφοφόρων. Δεν έχουν άδικο. Είναι οι ψηφοφόροι που πάντοτε επιλέγουν τον νικητή. Στο ποδόσφαιρο υποστηρίζουν τον Ολυμπιακό. Ψηφίζουν εναλλάξ ΝΔ ή ΠΑΣΟΚ. Άλλοθί τους: «Ψηφίζω για το καλό του τόπου, δεν ψηφίζω ούτε πρόσωπα ούτε ιδεολογίες».

Ο κοψοχέρης

Την Παρασκευή στο καφενείο αναλύει στους φίλους του τι θα έκανε αν θα γινόταν ο ίδιος πρωθυπουργός για μία μέρα. Το Σάββατο, απογοητευμένος με τις υποσχέσεις που έλαβε, πίστεψε και δεν υλοποιήθηκαν, κάνει βαρύγδουπες δηλώσεις τύπου «αν ξαναψηφίσω τον… να μου κοπεί το χέρι». Τη Δευτέρα τον ρωτούν οι φίλοι του και διαπιστώνουν ότι τον ξαναψήφισε. Η συνηθέστερη δικαιολογία είναι «και ποιον να ψηφίσω;». Τα τελευταία χρόνια συναντάται ευρέως στο πολεοδομικό τρίγωνο ΠΑΣΟΚ-ΕΛΙΑ-ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΑΞΗ.

Ο υπεύθυνος

Αντιλαμβάνεται το βάρος της συμμετοχής του στη διαδικασία και τη ψήφο του «δεν τη ρίχνει όπου τύχει». Απαντά σε όλες τις δημοσκοπήσεις με σοβαρότητα και με μια κρυφή περηφάνια που κάποιος, επιτέλους, ζητά τη γνώμη του. Διαβάζει καθημερινά εφημερίδες και παρακολουθεί με υπομονή τα δελτία ειδήσεων. Μόνο μετά από εμπεριστατωμένη μελέτη των προγραμμάτων όλων των κομμάτων, αποφασίζει τι θα ψηφίσει. Αλλά και πάλι, ρόλο στην απόφασή του θα παίξει η σοβαρότητα του προέδρου και των στελεχών κάθε κόμματος. Συνήθως επιλέγει το κόμμα με τον αρχηγό που δεν γελάει ποτέ. Στις προηγούμενες -και τις προ προηγούμενες- εκλογές ψήφισε ΔΗΜΑΡ. Τώρα σκέφτεται να ψηφίσει το «ΠΟΤΑΜΙ». Κι αν τον ρωτήσεις για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, θα σου πει το ίδιο όνομα που είναι στα χείλη του τα τελευταία 24 χρόνια: Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ.

Ο υποψιασμένος

Είναι εκείνος τον οποίον δεν θα μπορέσει ποτέ κανένας πολιτικός αρχηγός να κοροϊδέψει με ψεύτικες εξαγγελίες. Εκείνος που διαρκώς βρίσκει την παγίδα, ακόμη και σε υλοποιημένες πολιτικές. Είναι μέλος στο Κίνημα Πολιτών της γειτονιάς του, σε δύο οικολογικές οργανώσεις, στον σύλλογο γονέων και κηδεμόνων του σχολείου των παιδιών του και στον πολιτιστικό-εξωραϊστικό σύλλογο του χωριού του. Τα τελευταία δέκα χρόνια ψηφίζει ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Ο επιστήμονας

Έχει ξεκοκαλίσει τον Μαρξ και τα Άπαντα του Λένιν, έχει δει δέκα φορές και σε όλες τις πιθανές πηγές (κινηματογράφο, τηλεόραση, διαδίκτυο) το «Γη και Ελευθερία». Αγοράζει πάντα τον «Ριζοσπάστη» αλλά διαβάζει την «Καθημερινή». Είναι συνδρομητής στην «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» και δεν χάνει πορεία του ΠΑΜΕ και φεστιβάλ της ΚΝΕ. Σιχαίνεται -φυσικά- τον παλιό ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟ, τον νέο ΣΥΡΙΖΑ, και τον Τσίπρα. Αγαπημένη λέξη στο στόμα του: «οπορτουνισμός». Ψηφίζει ΚΚΕ όπως έκαναν και οι γονείς του αλλά και οι αντάρτες παππούδες του.

Ο υπεράνω

Ψηφίζει αποχή. Δεν πάει καν στην κάλπη. Αυτή η κατηγορία ψηφοφόρων χωρίζεται σε δύο υποκατηγορίες: Σε εκείνους που βαριούνται να ψηφίσουν, οπότε επιλέγουν την ημέρα των εκλογών για καφεδάκι και σε εκείνους που απέχουν από άποψη, οπότε κλείνονται στο σπίτι και περιμένουν να περάσει η αποφράς Κυριακή των εκλογών. Και οι δύο κατηγορίες, πάντως, υποστηρίζουν πως ήρθε το τέλος των ιδεολογιών. Ευτυχώς, δηλαδή, που περιφρονούν την κάλπη…