Τριπλασιασμός των θανάτων από επιπλοκές λόγω γρίπης σε ΜΕΘ σημειώθηκε την περσινή περίοδο της νόσου στη χώρα και αυτό λόγω του ιδιαίτερα χαμηλού ποσοστού αντιγριπικών εμβολιασμών ακόμη και τις ευπαθείς ομάδες Σε κίνδυνο βρίσκονται και γιατροί και νοσηλευτές που κινδυνεύουν να νοσήσουν σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό απ΄οτι ο γενικός πληθυσμός λόγω της επαφής τους με ασθενείς.

Η εμβολιαστική περίοδος ξεκινά και το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων κρούει τον κώδωνα του κινδύνου να επαναληφθεί το τραγικό φαινόμενο της περσινής περιόδου, αν δεν σπεύσουν όσοι ανήκουν και στις ομάδες υψηλού κινδύνου να εμβολιαστούν εγκαίρως. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι περισσότεροι από τους 145 ανθρώπους που έχασαν τη ζωή του νοσηλεύομενοι σε ΜΕΘ θα μπορούσαν να σωθούν χάρη στον εμβολιασμό…

Τα στατιστικά που έδωσε το ΚΕΕΛΠΝΟ καταδεικνύουν το μέγεθος του προβλήματος:

«Την περσινή περίοδο γρίπης 2013-2014, από τους 330 ασθενείς με γρίπη που χρειάστηκε να νοσηλευτούν σε Μ.Ε.Θ, οι 255 ανήκαν σε ομάδα υψηλού κινδύνου. Από τους ασθενείς αυτούς οι 235 (92,2%) δεν είχαν εμβολιαστεί. Αντίστοιχα, από τους 129 ασθενείς που κατέληξαν στις Μ.Ε.Θ, το 96,8% δεν είχε εμβολιαστεί για την εποχική γρίπη, παρότι ανήκε σε ομάδα υψηλού κινδύνου.

Ο αντιγριπικός εμβολιασμός συστήνεται, όπως κάθε χρόνο, από τον Οκτώβριο έως και Νοέμβριο, ώστε να μεσολαβεί ικανός χρόνος μέχρι την έναρξη της αύξησης της δραστηριότητας της γρίπης, που συνήθως στη χώρα μας παρατηρείται γύρω στον Ιανουάριο και να δίνεται η ευκαιρία στον οργανισμό να παράξει ικανή ποσότητα αντισωμάτων για την αποτελεσματικότερη προστασία», τονίζεται στην ανακοίνωσε που εξέδωσε το Κέντρο.

Όπως εξηγεί ο Αλέξανδρος Κωνσταντινίδης Πνευμονολόγος-Φυματιολόγος-ΚΕΕΛΠΝΟ Πρότυπου Κέντρου Υγείας Περιστερίου: «Ο ιός της ινφλουέντζας (γρίπη), μεταδίδεται από άτομο σε άτομο, δια μέσου σταγονιδίων τα οποία παράγονται από το αναπνευστικό (όταν τα μολυσμένα άτομα βήχουν ή φτερνίζονται κοντά σε άλλα υγιή άτομα). Η μετάδοση απαιτεί ποσότητα “μολυσμένων” σταγονιδίων και στενή επαφή, και αυτό συμβαίνει διότι τα σταγονίδια δεν μένουν για πολλή ώρα στην ατμόσφαιρα καθώς το μικρό τους ταξίδι στον αέρα, δεν υπερβαίνει το ένα μέτρο. Βέβαια η σωματική επαφή (χέρια στο πρόσωπο, μάτια, μύτη, στόμα) με επιφάνειες που εναποτέθηκαν τα εκλυόμενα σωματίδια αποτελούν μηχανισμό νόσησης. Η περίοδος επώασης για τη γρίπη είναι περίπου 1-4 ημέρες (μέση περίοδος επώασης 2 ημέρες). Ο χρόνος μετάδοσης της νόσου εξαρτάται από την ηλικία του πάσχοντος (έτσι για παράδειγμα τα παιδιά μεταδίδουν τη νόσο κατά μέσο όρο περισσότερο από 10 ημέρες) και από το επίπεδο της ανοσολογικής ετοιμότητας και επάρκειας του οργανισμού κατά τη προσβολή (ανοσοεπαρκείς ή ανοσοκατασταλμένοι οργανισμοί μεταδίδουν τον ιό της γρίπης για εβδομάδες ή ακόμα και για μήνες).

Η μη επιπλεγμένη γρίπη στο γενικό πληθυσμό, χαρακτηρίζεται από απότομη έναρξη συμπτωμάτων. Τέτοια συμπτώματα είναι ο πυρετός, οι μυαλγίες, ο πονοκέφαλος, η κακουχία, ο μη παραγωγικός βήχας, η ρινική απόφραξη και η ρινίτιδα). Η διάρκεια της μη επιπλεγμένης νόσου είναι περίπου 3-7 μέρες για την πλειοψηφία των ασθενών, αν και βέβαια ο βήχας και η κακουχία μπορούν να επιμείνουν για περισσότερο από 2 εβδομάδες. Ως γνωστόν η γρίπη μπορεί να προκαλεί πρωτοπαθή πνευμονία, να παροξύνει υπάρχοντα χρόνια νοσήματα (π.χ πνευμονολογικές ή καρδιακές νόσους), να οδηγεί σε δευτεροπαθή μικροβιακή πνευμονία, παραρρινοκολπίτιδα, μέση ωτίτιδα ή να συνυπάρξει ταυτόχρονα με άλλες μικροβιακές ή ιογενείς λοιμώξεις».

Οι ειδικοί του ΚΕΕΛΠΝΟ υπογραμμίζουν για άλλη μία φορά τη μεγάλη σημασία του αντιγριπικού εμβολιασμού με προτεραιότητα τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού (άτομα με χρόνια νοσήματα αναπνευστικού, καρδιαγγειακού, νεφρών και ήπατος, άτομα σε ανοσοκαταστολή, άτομα με νευρολογικά νοσήματα, μεταμοσχευμένοι, έγκυες γυναίκες) και το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό και γενικά το προσωπικό των νοσοκομείων που έρχεται σε επαφή με τους ασθενείς. Ο εμβολιασμός του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού προστατεύει τους ίδιους, τις οικογένειές τους αλλά προπάντων τους ευάλωτους πολλές φορές ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς. Μάλιστα το Κέντρο όπως ανέφερε στην ανακοίνωσή του, σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες ανεμβολίαστοι γιατροί και νοσηλευτές βρίσκονται σε περίπου 3,4 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να αρρωστήσουν από γρίπη σε σύγκριση με τους υπόλοιπους υγιείς ενήλικες λόγω της επαγγελματικής τους έκθεσης.

Εκτός του εμβολιασμού, η εφαρμογή προληπτικών μέτρων, όπως η τήρηση των κανόνων υγιεινής, συχνό και σωστό πλύσιμο των χεριών, κάλυψη του στόματος και της μύτης σε περίπτωση βήχα ή φτερνίσματος με χαρτομάντιλο ή με τον αγκώνα μας, καθώς και η αποφυγή συγχρωτισμού συμβάλλουν στην πρόληψη της μετάδοσης του ιού της γρίπης.