*Διαβάστε την κριτική της ταινίας και δείτε το trailer EΔΩ
Όχι κορίτσια αγόρια κι ότι άλλο θέλετε να είστε. Η δημοσιογραφική υποκειμενικότητα είναι ένα γαμημένο ψέμα για να αισθανόμαστε όλες παστρικιές. Δεν είμαι φίλος του Πάνου Κούτρα. Τον ξέρω, με συμπαθεί, τον συμπαθώ κι αυτό είναι όλο. Πώς γεννιούνται όμως οι συμπάθειες κουκλίτσα μου; Ειδικά στο σινεμά. Θα σου πω εγώ. Από την εικόνα που σε αγκαλιάζει. Που μιλάει στη γλώσσα σου αλλά ταυτόχρονα σε διδάσκει λινγκουαφόν. Από την επαναφορά σου στην εφηβική άγρια αθωότητα. Γι’ αυτό και για πολλούς άλλους λόγους μετά την εμπειρία μου με την «Xenia», θέλησα μετά από καιρό να του μιλήσω. Κι ήταν σαν μην πέρασε μια μέρα. Μια υπέροχη, ζαλισμένη μέρα.
-Τι φιλοξενία έχει η «Xenia» στο εξωτερικό;
ΠΑΝΟΣ ΚΟΥΤΡΑΣ: Έχει κυκλοφορήσει στη Γαλλία και παίζεται στις αίθουσες εδώ και 4 μήνες. Παίχτηκε στην Ιταλία, ετοιμάζεται να βγει στην Πολωνία, στη Γερμανία θα κυκλοφορήσει τα Χριστούγεννα και να ‘μαστε καλά.
-Πώς εξηγείς το φαινόμενο του ότι ελληνικές ταινίες που έκαναν ντόρο σε διεθνή φεστιβάλ και όχι μόνο και πήραν πολύ καλές κριτικές, στην Ελλάδα δεν βρήκαν το κοινό τους;
Π.Κ: Νομίζω ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν παγκόσμια δύο κινηματογραφικές κατηγορίες. Η πρώτη είναι αυτές που εντός εισαγωγικών ονομάζουμε «εμπορικές», παράγονται από μεγάλα στούντιο κι έχουν συγκεκριμένο στόχο, τα εισιτήρια. Κι αυτές που κινούνται στα φεστιβαλικά κυκλώματα. Η τελευταία κατηγορία δεν κάνει απαραίτητα εισιτήρια. Υπάρχει όμως και μια τρίτη κατηγορία, αυτή που λέω «αλλαξοκωλιές». Ταινίες εμπορικές οι οποίες πάνε και σε φεστιβάλ, στιλ Ταραντίνο ας πούμε. Και το αντίθετο. Φεστιβαλικές ταινίες όπως π.χ «Άσε το κακό να μπει», οι οποίες κάνουν και μία εισπρακτική επιτυχία. Δεν θεωρώ ότι φταίνε οι ελληνικές ταινίες γι’ αυτό.
-Πάντως εγώ μολονότι είδα την ταινία σου σε ένα από τα πιο «σκληρά» φεστιβάλ του κόσμου, στις Κάνες, φεστιβαλική δεν τη θεωρώ. Και στο λέω ως κοπλιμέντο.
Π.Κ.: Αυτό που εγώ ξέρω είναι πως πρόκειται για μια ταινία μου εντελώς προσωπική, όπως όλες μου οι ταινίες.
-Κι έχεις μια εμμονή που μου αρέσει. Με τη δημιουργία ενός νέου μοντέλου οικογένειας. Με τη ρήξη από τη σύμβαση του ότι οικογένεια είναι ένας μπαμπάς, μια μαμά κι ένα παιδί.
Π.Κ.: Αυτό είναι κάτι που το πιστεύω πολύ και γενικά έτσι έχω ζήσει και τη ζωή μου. Οι οικογένειες που ζω ανάμεσα τους έχουν μια ευρεία διάσταση. Υπάρχει και η εξ’ αίματος, αλλά δεν είναι η μόνη. Έχω ένα κύκλωμα φίλων, εραστών, συνεργατών που αποτελούνε για μένα μια άρρηκτη και δεμένη οικογένεια.
-Υπάρχουν στοιχεία στην ταινία σου που νομίζεις ότι θα ενοχλήσουν κάποιους;
Π.Κ.: Ναι. Το ίδιο έγινε με τη «Στρέλλα» το ίδιο και με την «Επίθεση του Γιγαντιαίου Μουσακά» που με θεωρούσαν σκουπιδοσκηνοθέτη. Προσωπικά αγαπώ πολύ τα σκουπίδια όπως και το «trash» του Γουόρχολ, είναι μία από τις αγαπημένες μου ταινίες.
-Θεωρείς πως μετά τη «σφαλιάρα» της κρίσης, ο Έλληνας έχει κατανοήσει μερικά πράγμα; Έχει αλλάξει νοοτροπία;
Π.Κ.: Αναρωτιέμαι κι εγώ ο ίδιος πολλές φορές μέσα στην ημέρα. Νομίζω πως λειτουργεί όπως στα πέντε στάδια του πένθους. Άρνηση, θυμός, διαπραγμάτευση, κατάθλιψη, αποδοχή. Αυτή τη στιγμή νομίζω πως είμαστε στην αποδοχή.
-Αυτό με φέρνει σε μια άλλη ερώτηση όσον αφορά στην ταινία σου. Ενώ αφηγείσαι μια ιστορία η οποία θα μπορούσε να είναι εκρηκτικά θυμωμένη, ο θυμός είναι τελικά το μόνο στοιχείο που ουσιαστικά δεν υπάρχει στην ταινία σου.
Π.Κ.:Ο Ντάνι είναι λίγο θυμωμένος. Μπορεί να έχει μια παιδική αθωότητα αλλά βγάζει πιστόλι κάποια στιγμή.
-Αυτό που μου προκαλεί μεγάλη έκπληξη ακόμα στην επαφή μου με την ταινία σου, είναι ότι ενώ στη ροή της έχει πολλά δραματικά στοιχεία που θα μπορούσα άνετα να κλάψω, μου βγήκε όλο το «ζουμί» στο αισιόδοξο φινάλε. Επειδή ίσως η ζωή συνεχίζεται.
Π.Κ.: Ναι, το βράδυ. Γι’ αυτό και οι δύο πιτσιρικάδες φεύγουν απόγευμα προς βράδυ. Και ήταν μια πολύ συνειδητή απόφαση αυτή. Γιατί μέχρι να κατέβουν από το Πανόραμα στη Θεσσαλονίκη θα έχει βραδιάσει. Και είναι τέλεια. Γιατί ο ένας έχει ραντεβού με τον γκόμενο, ο άλλος με τη γκόμενα και ο έρωτας περιμένει νύχτα στη γωνία.
-Νομίζω πως έχεις δημιουργήσει έναν από τους πιο ενδιαφέροντες gay χαρακτήρες στο νέο ελληνικό σινεμά χωρίς να τον εκθέτεις. Τον εξαιρετικό Άγγελο Παπαδημητρίου ως ιδιοκτήτη επαρχιακού παρακμιακού σκυλάδικου.
Π.Κ.: Λατρεύω τις παλιές αδερφές, λατρεύω τις τρελές. Η ζωή μου χωρίς τις τρελές θα ήταν πολύ λιγότερο ενδιαφέρουσα. Τους χρωστάω πολλά και τους αγαπώ πάρα πολύ.
-Ποια ήταν η πρόθεση σου στο «χτίσιμο» της ταινίας;
Π.Κ.: Να κάνω μία εναλλακτική εφηβική ταινία.
-Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή στα γυρίσματα;
Π.Κ: Ω Θεέ μου, πάρα πολλές. Δεν μπορώ καν να σου περιγράψω. Και οικονομικά και διαπροσωπικά και επειδή ήμασταν συνέχεια στο δρόμο. Κάθε εβδομάδα είχαμε ένα μεγάλο θέμα, αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι μετά το πρόβλημα, όλοι υποστηρίζαμε ο ένας τον άλλον.
-Είσαι από τους λίγους Έλληνες σκηνοθέτες, ίσως ο μοναδικός που έχει τολμήσει να απεικονίσει μια χρυσαυγίτικη επίθεση.
Π.Κ.: Δεν είναι χρυσαυγίτικη, είναι φασιστική. Για μένα έχει μεγάλη σημασία αυτό γιατί τώρα μπορεί να λέγεται «Χρυσή Αυγή», αύριο μπορεί να λέγεται «Μαύρος Δράκος». Εμένα αυτό που με ενδιαφέρει είναι ότι κάποιοι άνθρωποι επιτίθενται με βία σε πιο αδύναμους. Και για μένα αυτή είναι η έκφραση βίας του φασισμού. Είμαι κάθετα εναντίον, είναι κάτι που με συνθλίβει.
-Σε τι πιστεύεις ότι οφείλεται η αύξηση της βίας, των ακραίων περιστατικών, των εκλογικών ποσοστών ακραίων κομμάτων. Οφείλεται στην άγνοια, την απόγνωση, την αμορφωσιά;
Π.Κ.: Σε όλα αυτά. Γιατί στις δύσκολες στιγμές δοκιμάζεται η ποιότητά σου.
-Ξέρω ότι έχεις ζήσει μια ροκ ζωή. Έχεις πέσει ποτέ θύμα βίας;
Π.Κ.: Ναι, ομοφοβικής. Νομίζω ότι δεν υπάρχει gay τραβεστί και λεσβία που λίγο ή πολύ να μην έχει πέσει θύμα μιας μορφής βίας.
-Αν δεν είχα δει την ταινία σου, πες μου κάποιους λόγους που θα με παρότρυνες να τη δω.
Π.Κ:(γέλια) Επειδή είναι μια πολύ καλή ταινία. Έχω μια συστολή στο να μιλήσω για κάτι τέτοιο. Είναι ίσως το μοναδικό πράγμα στη ζωή μου που έχω συστολή. Το μόνο που έχω να πω είναι ότι αξίζει τον κόπο να το δούνε τα παιδιά, οι νέοι.
-Επειδή είσαι ένας ακραίος, μάλλον ιδιαίτερος άνθρωπος, που διασκεδάζεις να υπονομεύεις τον εαυτό σου και έχεις ένα περίεργο νταραβέρι ανάμεσα στο pop μελόδραμα και την χαρωπή αναρχία, πως τα ντιλάρεις όλα αυτά; Ειδικά σε αυτήν την ταινία.
Π.Κ.: Όπως τα ντιλάρω στην καθημερινή μου ζωή.
-Έχει αλλάξει ο τρόπος που ερωτευόμαστε;
Π.Κ.: Δε νομίζω. Τα βασικά είναι τα ίδια. Απλά αλλάζουν συμπεριφορές και τα διαδικαστικά. Το παιχνίδι, η στρατηγική του έρωτα, το ίντερνετ.
-Οι άνθρωποι, τελικά, είμαστε μονογαμικά ή πολυγαμικά όντα;
Π.Κ.: Νομίζω ότι μερικοί είναι πολυγαμικοί, άλλοι είναι μονογαμικοί, άλλοι είναι μισοπολυγαμικοί, άλλοι είναι μισομονογαμικοί. Η σεξουαλικότητα του κάθε ανθρώπου είναι διαφορετική. Δεν μπορείς να βάλεις σε ταμπέλες τι καυλώνει τον κάθε ένα.
-Υπάρχουν πράγματα που έχεις κάνει στην πολυτάραχη ζωή σου για τα οποία πλέον ντρέπεσαι;
Π.Κ.: Τα απολαμβάνω μεν ως μέρος ενός συνόλου ζωής, αλλά ταυτόχρονα μετανιώνω για πολλά από αυτά. Δεν είμαι η Εντίθ Πιαφ στο «Δεν μετανιώνω τίποτα» αλλά το θεωρώ φυσιολογικό που συνέβησαν. Δε θα πάω να πέσω από το παράθυρο. Εντάξει έγινε η μαλακία, τι να κάνουμε; Να θρηνούμε μια ζωή;
-Τι ευχή θα έδινες σε μένα ή σε κάποιον άλλο τώρα που τελειώνουμε τη συνέντευξη μας;
Π.Κ.: Να είσαι καλά γι’ αυτή τη μέρα. Για την επόμενη το συζητάμε αύριο.