Πότε προλάβαμε ρε παιδιά και γίναμε όλοι φασίστες; Και πώς το καταφέραμε δηλαδή, πείτε μου να το μάθω κι εγώ. Όπου σταθεί κι όπου βρεθεί κανείς τον τελευταίο καιρό το ίδιο πράγμα ακούει. Πώς ο τάδε είναι φασίστας, πως ο δείνα συμπεριφέρεται φασιστικά, πως εκείνο εκεί το πράγμα προδίδει φασιστική νοοτροπία, πώς το παραπέρα αποπνέει φασισμό. Και πάει λέγοντας.
Δεν περνάει μέρα, για να μην πω δεν περνάει ώρα, που κάποιος, κάπου, κάποτε να μην κατηγορηθεί για φασισμό. Σου δίνει λάθος ρέστα ο περιπτεράς; Είναι φασίστας, αναμφισβήτητα. Περνάει μπροστά απ’ το σπίτι σου ο τύπος με το σκύλο και δεν μαζεύει τις ακαθαρσίες του τετράποδου; Πρόκειται περί φασίστα, δεν χωρεί αμφιβολία. Μπαίνεις στο ταξί κι έχει τσίτα Πάολα ο ταρίφας; Άμα δεν είναι αυτός φασίστας, ποιος είναι δηλαδή; Κι αυτή τη θείτσα που σου πήρε την προτεραιότητα ενώ περίμενες στο ΑΤΜ, για φασιστόμουτρο την κόβω. Να με ακούς εμένα, τα ξέρω αυτά δεν μιλάω στο βρόντο.
Ένας ακόμη θρίαμβος της ελληνικής υπερβολής. Μία ακόμη νίκη της νοοτροπίας «βρήκαμε παπά να θάψουμε πεντέξι». Από εκεί που «φασίστα» δεν αποκαλούσες ούτε τον χειρότερο εχθρό, τώρα το λες για όποιον περνάει από εμπρός σου. Με την παραμικρή αφορμή ή και άνευ αφορμής ολωσδιόλου.
Φταίει βεβαίως το γεγονός, ότι εξοικειωθήκαμε με τη σχετική φρασεολογία λόγω Χρυσής Αυγής. Άμα ακούς για “φασίστες” και “φασισμό” και “φασιστική νοοτροπία” από το πρωί ως το βράδυ κάποια στιγμή θα ενεργοποιηθούν τα αντανακλαστικά σου και θα δικαιωθεί ο συγχωρεμένος ο Παβλόφ. Δεν γίνεται κι αλλιώς κι ας μην ξεχνάμε ότι καταγόμαστε απ’ τους πιθήκους. Κι από την άλλη, ας μην λησμονούμε ότι η πολλή τριβή με το κτήνος μας κάνει να συνηθίζουμε το πρόσωπό του. Μας αναισθητοποιεί απέναντι στην μπαναλιτέ του κακού και διαβρώνει τις άμυνες κόντρα στη χυδαιότητα.
Και ποιον εξυπηρετεί στο κάτω κάτω της γραφής αυτή η ιστορία; Qui bono, που έλεγαν και οι Λατίνοι. Η απάντηση είναι απλή, πολύ απλή. Όταν όλοι είμαστε φασίστες, δεν είναι φασίστας κανείς…