«Ομιλείτε παρακαλώ». Κάπως έτσι απαντούσαν οι τηλεφωνήτριες και οι υπηρέτριες στα σπίτια των πλουσίων, τη δεκαετία του ’50 και του ’60. Τουλάχιστον αυτή ήταν η ατάκα στις ελληνικές ταινίες.
Το «ομιλείτε παρακαλώ» αντικαταστάθηκε… Έγινε «ορίστε». Μετά «ναι».
Έτσι και στη Χαριλάου Τρικούπη, από παλιά, ήρθε ο Ανδρέας το σύμβολο των αποκλεισμένων Ελλήνων, που δεν είχαν πρόσβαση στα κέντρα εξουσίας, για να τους αποκαταστήσει.
Το «ομιλείτε παρακαλώ» ταίριαζε γάντι… Και ήρθε το πλήρωμα του χρόνου να έρθει στην εξουσία, να αντικατασταθεί η απάντηση στο τηλέφωνο με το «ορίστε». Τι θέλουν αυτοί που παλιά δεν έχουν πρόσβαση στα κέντρα εξουσίας και τώρα έχουν; Τι ζητάνε; «Ορίστε»…
Και μετά ήρθε το «ναι». Εύκολο και δοτικό. Ευχάριστο και εύηχο. Λίγο κοφτό, βέβαια, γιατί «άνοιξαν και οι δουλειές» και πρέπει να τους προλάβουμε όλους. Λίγο επιτακτικό. Και με μια δόση έπαρσης. Αλλά ξεκάθαρα θετικό! Και με τα «ναι» στο ακουστικό, πορευόταν στην εξουσία…
Αλλά ήρθε ο καιρός που ο λογαριασμός έρχεται και πρέπει να πληρωθεί. Μπορεί να αργεί, μερικές φορές, αλλά κάποια στιγμή το βρίσκεις κάτω από την πόρτα σου.
«Στη Δραπετσώνα, δεν έχουν πια ζωή» και στη Χαριλάου Τρικούπη δεν έχουν πια τηλέφωνο… Το γοητευτικό αλλά και απότομο «ναι», στοιβάζετε μαζί με το «ομιλείτε παρακαλώ» και το «ορίστε» στο χρονοντούλαπο, παρέα με τους «αποκλεισμένους Έλληνες».
Στη Χαριλάου Τρικούπη δεν μπορούν πια να ακούσουν την κοινωνία. Τους έκοψαν το τηλέφωνο. Μια γυναικεία φωνή ακούς που σε ενημερώνει πως «Το τηλέφωνο που καλείται δεν αντιστοιχεί σε συνδρομητή»!