Ένα απόσπασμα από την αυθεντική μαρτυρία της Ελένης Καραντώνη από το Μπουνάρμπασι- έντεκα χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Σμύρνης-από την πλούσια συλλογή που έχει συγκεντρώσει το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών.

“…άρχισε ο στρατός μας να φεύγει. Χτυπούσαν τις πόρτες μας και ζητούσαν ρούχα για να βγάλουν το χακί από πάνω τους. Έφταναν οι στρατιώτες ξυπόλυτοι, γυμνοί, κουρελιασμένοι, πρησμένοι, νηστικοί. Οι Τούρκοι κατεβαίναν και σφάζαν τους Έλληνες. Το ίδιο έκαναν και οι δικοί μας. Παντού φωτιά και μαχαίρι άκουες και έβλεπες. Μερικοί κατάφεραν να φύγουν, σέρνοντας με την κοιλιά προς το Σικλάρι και από εκεί στη Σμύρνη. Τους άλλους όλους τους ατιμάσανε, τους σφάξανε, τους κρεμάσανε, τους κάψανε.”

 

Αναμνήσεις μιας ημέρας που χαράχτηκε με τα πιο μελανά χρώματα στο βιβλίο της ιστορίας της Ελλάδας και που ακόμη και σήμερα η θύμησή της προκαλεί πόνο στην ψυχή.

1922, στις 9 του Σεπτέμβρη. Ημέρα που μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, η Σμύρνη παραδίδεται στους Τούρκους. Ασπρόμαυρες μνήμες, σκόρπιες ζωές, κουρελιασμένα όνειρα, λάσπη στα όνειρα, σκοτάδι παντού σαν ένα αόρατο πέπλο που σκορπάει το θάνατο και τη φρίκη  από όπου κι αν περάσει.

“…πλημμύρα οι μαχαλάδες στο αίμα. Βάλανε φωτιά οι Τούρκοι, μια ώρα μακριά. Βγήκαμε στο δρόμο. Φωτιά από τη μια, θάλασσα από την άλλη. Βρισκόμασταν στη μέση. Εκεί σ’αυτό το μέρος χάσαμε και τον πατέρα μου. Τον αδελφό μου τον έσφαξαν στο χωριό. Έβγαλαν, μετά, ιταλικά και ελληνικά πλοία και μας πήραν. Πόσους; Ούτε ένα είκοσι τοις εκατό δεν επήραν. Τέτοια καταστροφή δεν ματάδαν τα μάτια μου!”

“Η μεγαλύτερη εθνική συμφορά στην ιστορία του νεωτέρου Ελληνισμού”, έχει χαρακτηριστεί το αιματηρό αυτό γεγονός που αποτέλεσε την “ταφόπλακα” στο όνειρο της “Μεγάλης Ιδέας” η οποία προσέβλεπε στην επανένωση όλων των εδαφών που κατοικούνταν από αρχαιοτάτων χρόνων από Έλληνες.

Για τη Μικρασιατική Καταστροφή έγραψαν πολλοί, σε κάθε ιστορική περίοδο, από όλα τα μήκη και πλάτη της γης.

Μεταξύ τους και ένας άνδρας, είκοσι ετών, που στην αρχή της καριέρας του διετέλεσε πολεμικός ανταποκριτής της “Τορόντο Σταρ” στην Ευρώπη και περιγράφοντας τη Μικρασιατική Καταστροφή με τα πιο ζοφερά χρώματα, ενώ το 1925 εξέδωσε το πρώτο λογοτεχνικό του βιβλίο “Στην εποχή μας”, με πρώτο διήγημα το διήγημα “Στην προκυμαία της Σμύρνης”. O μετέπειτα νομπελίστας συγγραφέας, Έρνεστ Χεμινγουέι.

Χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τις “πύρινες” ανταποκρίσεις και τα λογοτεχνικά κείμενά του, που σχετίζονται με τη Μικρασιατική καταστροφή, παρουσιάζονται στο τελευταία τεύχος του περιοδικού “Ελληνική Διασπορά”, του ΑΠΕ-ΜΠΕ.

“Το χειρότερο, ήταν οι γυναίκες με τα νεκρά παιδιά. Δεν μπορούσαμε να τις πείσουμε να μας δώσουν τα πεθαμένα παιδιά τους. Είχαν τα παιδιά τους, νεκρά ακόμα και έξι μέρες, αλλά δεν τα εγκατέλειπαν. Δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Τελικά έπρεπε να τους τα πάρουμε με τη βία”.

Με αυτά τα λόγια κάποιος ήρωας του Χεμινγουέι, που υποτίθεται ότι ήταν αξιωματούχος πολεμικού πλοίου των ΗΠΑ αγκυροβολημένου στη Σμύρνη, περιγράφει τη μεγάλη καταστροφή.

Σε μια ανταπόκρισή του για λογαριασμό της εφημερίδας “Σταρ”, γράφει: “Η υποχώρηση του ελληνικού στρατού ήταν μια θλιβερή υπόθεση, αλλά δε χρειάζεται να κατηγορούμε γι’ αυτό τον απλό Έλληνα φαντάρο. Ακόμα και όταν γίνονταν εκκενώσεις περιοχών, οι Έλληνες δρούσαν ως πραγματικοί στρατιώτες.” Όπως επίσης και: “Ποιός θα θρέψει τόσο πληθυσμό; Κανένας δεν το ξέρει και μέσα στα επόμενα χρόνια ο χριστιανικός κόσμος θα ακούει μια σπαρακτική κραυγή που ελπίζω να φτάσει παντού: “Μην ξεχνάτε τους Έλληνες!”

Μικρασιατική καταστροφή. Παράδοση της Σμύρνης στους Τούρκους. Κραυγές. Απόγνωση. Στοπ.

Τότε…

Η ιστορία όμως, όπως λέγεται, έχει την τάση να επαναλαμβάνεται…

Μην ξεχνάτε τους Έλληνες…