Δεν έχω κανέναν γκαϊλέ με το ΠΑΣΟΚ και δεν γιορτάζω στις 3 του Σεπτέμβρη. Ούτε πιστεύω ότι κονομήσαμε επειδή ανέβηκε ο Ανδρέας Παπανδρέου στην εξουσία. Μπορεί να ήμουνα τότε πιτσιρίκι, θυμάμαι όμως πολύ καλά ότι τις πρώτες επιταγές από την ΕΟΚ τις μοίρασε στους αγρότες ο Γεώργιος Ράλλης το καλοκαίρι του 1981 κάτι μήνες πριν από τις εκλογές.
Άλλο τώρα αν αυτοί από τη μία τις ελάμβαναν χαμογελαστοί και από την άλλη σταύρωναν τα “πράσινα” ψηφοδέλτια. Έτσι είναι η ζωή και πως να την αλλάξεις, που λέει και το παλαιό, διόλου στρατευμένο άσμα.
Με δυο λόγια, δεν αισθάνομαι υποχρεωμένος στο ΠΑΣΟΚ, δεν πανηγύρισα τους θριάμβους του, δεν έκλαψα για τις ήττες του, δεν ιντριγκαρίστηκα με τους ένδοξους βυζαντινισμούς της Χαριλάου Τρικούπη και τις υπόγειες διαδρομές της Ιπποκράτους.
Θέλω ωστόσο να πω ένα “ευχαριστώ” στο φάντασμα του Ανδρέα Παπανδρέου, γιατί έδιωξε το φόβο απ’ το σπίτι μας. Διότι εκείνο το μαύρο σύννεφο του εμφυλίου που είχε κατασκηνώσει στην ψυχή του πατέρα μου, το ξαπόστειλε μια για πάντα.
Να μην τα πολυλογώ, ο πατέρας μου ήταν Επονίτης ως φοιτητής στην Θεσσαλονίκη μετά απ’ την κατοχή, συνελήφθη, φυλακίσθηκε στο Γεντί Κουλέ, ξυλοκοπήθηκε, πήγαινε για εκτέλεση, τον γλύτωσε ο αδερφός του, φρέσκος τότε ανθυπολοχαγός από την Ευελπίδων. Δεν κατάφερε ωστόσο να γλυτώσει από τον τρόμο του κυνηγημένου, που τον έτρωγε στις επόμενες δεκαετίες. Μην λησμονούμε ότι ήταν και το κλίμα ανάλογο, με την δεξιά της εποχής να παίρνει βάρβαρη εκδίκηση για τα δεινά που (πίστευε ότι) είχε υποστεί. Ήρθε ύστερα και η χούντα, έδεσε το γλυκό…
Δεν παραγνωρίζω την συνεισφορά του εθνάρχη Καραμανλή στην εθνική συμφιλίωση. Έκανε σοβαρή δουλειά και πραγματικά προσπάθησε. Αλλά πήγε ως εκεί όπου μπορούσε να πάει και όσο του επέτρεπε η παράταξή του.
Κι αν στην Αθήνα είχε κάπως καθαρίσει η ατμόσφαιρα, στη δικιά μας τη “βαθιά επαρχία” (Τρίκαλα στα seventies) κυριαρχούσε ακόμη η βαριά σκιά του χωροφύλακα. Αυτή η σκιά που διαλύθηκε μέσα στο φως της “πράσινης” εκλογικής νίκης. Τότε ήταν που πήρε ανάσα ο κόσμος, ο “χοντρός λαός” όπως συνήθιζε να τον αποκαλεί ο Ανδρέας Παπανδρέου και κατάλαβε ότι πάει μας τελείωσε η μαυρίλα. Ότι την πόρτα το πρωί θα σου τη χτυπήσει ο γαλατάς (ο ντελιβεράς έστω…) κι όχι ο ασφαλίτης.
Άρα χρωστάω ένα “ευχαριστώ”, για τη γαλήνη που σιγά σιγά εγκαταστάθηκε στην οικία μας. Για το “γαμώτο” του ηττημένου, που δεν χρειαζόταν πια να κοιτάει πίσω απ’ την πλάτη του. Εννοείται, βεβαίως, ότι χρόνια αργότερα ο πατέρας μου υπέστη, ως διευθυντής Μέσης Εκπαιδεύσεως, τα καριολίκια των πρασινοφρουρών και τους διαολόστειλε και βγήκε στη σύνταξη για να μην εγκληματίσει, αλλά δεν μπορείς να τα έχεις όλα σε αυτή τη ζωή. Μπορείς;