Η νύχτα του λέει ιστορίες, τον οδηγεί σε γεύσεις δροσιστικές, εκρήξεις χρωμάτων, μαγικές αλχημείες ποτών-ελιξιρίων στο κέφι, στην χαρά, στην επαφή, στην ανθρωπιά της επικοινωνίας. Μεταξύ μας; Είναι μεγάλη μούρη ο Θέμης Μανώλης, που βρίσκεται πίσω απ’ την μπάρα στο Χυτήριο και που οι πιστοί του, τον ακολουθούν παντού. Για τον μοναδικό του τρόπο να γίνεται ζογκλέρ με τα μπουκάλια, σε ένα δικό του θέατρο-μπαρ, όπου στα ακροδάχτυλα προσγειώνονται μπουκάλια για να εκσφενδονιστούν ξανά ψηλά, στην άκρη της νύχτας. Κάθε άνθρωπος είναι μια άλλη έμπνευση για κοκτέιλ και τα χρωματιστά του ποτήρια έχουν μέσα φρούτα σε σχήματα, καρδούλες, αστέρια, μισοφέγγαρα, ή λουλούδια ατόφια, που το άρωμά τους, μπλέκεται με εκείνο των λικέρ για να απογειωθεί σαν παραμύθι με τον τριμμένο πάγο, τον δυόσμο, τα μυρωδικά.
Το να φέρεις το κοκτέιλ του στα χείλη σου είναι σαν να αποδέχεσαι την όχι θεία, αλλά ανθρώπινη κοινωνία, που μέσα στο βράδυ ανάβει φώτα και σου χαρίζει χαμόγελα, απ’ αυτά τα δικά του, γιατί όλο χαμογελάει και γελάει και η ευθυμία του είναι μεταδοτική. «Η νύχτα είναι έμπνευση», μου λέει, ενώ πίνω ένα πράσινο-χρυσό κοκτέιλ, με ένα ξινό μήλο κομμένο καρδούλα, πράσινα μαρασκίνο σα νησάκι, πάνω σε αστροφόρο τριμμένο πάγο που ιριδίζει χρώματα, «κάθε κοκτέιλ γεννιέται από ένα συναίσθημα και ένα πρόσωπο. Άλλο θα υπάρξει γιατί έχω ερωτευτεί, άλλο γιατί έχω θυμώσει, άλλο γιατί αγαπώ ή πονώ, είναι σαν μια ζωγραφική, σαν μια μυστική συνταγή που δεν θα την πω ποτέ. Δηλαδή πέρα απ’ τα κλασσικά κοκτέιλ, η δημιουργία είναι μυστική. Το Jamaica rainbow μου, να το πιεις και να το ζητάς ξανά και ξανά, αλλά μη μου ζητήσεις το πώς γίνεται. Δεν θα σου πω».
Κάνει αυτή τη δουλειά που είναι τρόπος ζωής, 22 χρόνια και είναι 39 χρονών και ας μην του φαίνεται. Ένας Πίτερ Παν της νεύρινης λάμψης του αλκοόλ, με μυστικό τι; «Την αγάπη, φυσικά. Την αγάπη για τους άλλους, αλλά και για να κάνεις τη δουλειά που δεν σε κουράζει ποτέ». Όλοι αυτοί που τον ακολουθούν σε όποια μπάρα και αν βρεθεί, είναι οι πιστοί του; Το κοινό του; «Είναι φίλοι. Απ’ αυτούς, απ’ τα πρόσωπά τους, απ’ τα χαμογέλά τους, απ’ την ορμή τους σκαρφίζομαι συνεχώς κοκτέιλ και γεύσεις και χρώματα και σχήματα και έχω στο μυαλό μου 300 συνταγές και πάνω από 1000 που μπορώ να δημιουργήσω».
Έχει αναδειχτεί με τον τίτλο «Bartender of the year» και άλλη φορά στο mixologist της Ευρώπης, στο Λίβερπουλ. Έζησε και δούλεψε στη λατρεμένη του Αγγλία. Αυτό το καλοκαίρι θα είναι κριτής του “European Bartender of the Year”. Στους διαγωνισμούς αυτούς έχει ανταγωνισμό, χρονομέτρηση, δεξιοτεχνία στο flaring-αυτό το ακροβατικό πέταμα των μπουκαλιών- ταχύτητα. «Μετά κάνεις όνομα και βρίσκεις σπόνσορες από τις εταιρείες». Θα ‘θελα να γίνουν τέτοιοι διαγωνισμοί και στην Ελλάδα, «πρώτα απ’ όλα γιατί είναι θεαματικοί και περνούν ωραία οι άνθρωποι».
Διευκρινίζει ότι είναι bartender και όχι barman. Ο δεύτερος βάζει ουίσκι με κόκα κόλα και τζιν με τόνικ, ενώ ο bartender δημιουργεί ένα στολίδι φαντασίας, αγάπης για τους άλλους ανθρώπους.
Και η επιτυχία του ποια είναι; «Να χαμογελάμε! Όλοι! Να γεύονται όλοι κοκτέιλ που δεν έχουν ξαναδοκιμάσει, να ενθουσιάζονται και να μου τα ζητάνε ξανά και ξανά και ξανά». Και ποια είναι η εμμονή του στα κοκτέιλ του; «Τα λουλούδια! Ναι, λατρεύω να βάζω λουλούδια! Τι να κάνω; Απλώς, έχω τρέλα, αγαπώ τη δουλειά που κάνω. Σ’ άρεσε αυτό το κοκτέιλ; Να σου φτιάξω ένα άλλο, κατακόκκινο, τώρα;».
Ω, ναι! Παρακαλώ.