Όπως για πολλούς της γενιάς μου έτσι και για εμένα ο Καραγκιόζης ήταν ένα μέσο διασκέδασης της εποχής και μάλιστα με τριπλή δυνατότητα. Η μία δυνατότητα ήταν να βλέπεις τις παραστάσεις που παίζονταν, κατά κόρον, στις γειτονιές.
Η δεύτερη να ακούς ραδιοφωνικές παραστάσεις που μετέδιδαν οι σταθμοί. Στην Πάτρα θυμάμαι ακούγαμε, από ραδιοφωνικό σταθμό Μεσολογγίου, κάθε δεύτερη μέρα Καραγκιόζη, το απόγευμα στις πέντε, τις δε ενδιάμεσες μέρες αφήγηση ενός παραμυθιού.
Η δε τρίτη δυνατότητα, που αφορούσε κάποιους από μας, κάναμε παραστάσεις και μάλιστα με επιχειρηματική έκφανση αφού τσιμπάγαμε και ένα εισιτήριο της τάξεως των 50 λεπτών.
Το ρεπερτόριο των έργων είχε τα κλασσικά έργα. Ο Καραγκιόζης φούρναρης, ο Μ. Αλέξανδρος και ο καταραμένος όφις, ο Καραγκιόζης γιατρός, μάγειρας και άλλα πολλά.
Είχε όμως πάντα και μία άμεση αντίδραση στην επικαιρότητα και δημιουργούσε επίκαιρη θεματολογία. Όπως ο Καραγκιόζης αστροναύτης, Ολυμπιονίκης, αρχαιοκάπηλος , ο Καραγκιόζης και οι ιπτάμενοι δίσκοι κ.α.
Αυτό που, παραλίγο, με έκανε να μου φύγει ο τιμόνι από τα χέρια, ήταν μια αφίσα που είδα πρόσφατα εν μέσω Μουντιάλ. Διαφήμιζε μια παράσταση Καραγκιόζη με θέμα, ο Καραγκιόζης ποδοσφαιριστής στο Μουντιάλ.
Ρε παιδί μου δεν παιζόμαστε σα λαός. Όχι δεν υπερβάλω, αλλά ούτε μου διαφεύγουν τα στραβά και ανάποδα της φυλής.
Όμως αυτή η αίσθηση χιούμορ, αυτή η σβελτάδα μυαλού, αυτό το πιάσιμο στον αέρα της επικαιρότητας και η μετατροπή της σε τέχνη διά μέσου της σάτιρας , είναι στο DNA μας, είναι στο αίμα μας. Δεν είναι τυχαίο ότι από αρχαιοτάτων χρόνων, όταν οι άλλοι μουγκρίζανε εμείς κάναμε κωμωδίες και μάλιστα κωμωδίες που μέχρι σήμερα στέκονται όρθιες.