Είκοσι τρία χρόνια από το θάνατο του Μάνου Χατζιδάκι και το λόγο έχει το ρεπορτάζ. Θα πάμε ένα ταξίδι στο χρόνο, θα μεταφερθούμε στα μέσα της δεκαετίας του ογδόντα, τότε που η “Αυριανή” είχε ξεκινήσει πόλεμο λάσπης ενάντια στον μέγιστο μουσικοσυνθέτη. Δεν ήταν ο μόνος φυσικά, του πάντες δάγκωνε η εφημερίδα του Γιώργου Κουρή. Με τον Χατζιδάκι ωστόσο το πράγμα πήγε πολύ μακριά. Αιτία; Η θαρραλέα στάση του εκλιπόντος, ακόμη και όταν στενοί του φίλοι σφύριζαν αδιάφορα μπροστά στη σφοδρότητα των επιθέσεων.
Να μην τα πολυλογώ, ήδη από το 1985 η “Αυριανή” άρχισε να ανακαλύπτει “οικονομικά σκάνδαλα” του μουσικοσυνθέτη κατά τη θητεία του στο Τρίτο Πρόγραμμα -τα οποία “σκάνδαλα”, φυσικά, δεν αποδείχτηκαν ποτέ. Ακολούθησε απάντηση του Χατζιδάκι με συνέντευξή του στο περιοδικό “Ταχυδρόμος”, όπου χαρακτήρισε “φυλλάδα” την “Αυριανή”, ακολούθησε αγωγή του Γιώργου Κουρή για συκοφαντική δυσφήμιση με την οποία ζητούσε αποζημίωση 10.000.000 δραχμές από τον Χατζιδάκι, ακολούθησε βροχή αγριεμένων δημοσιευμάτων της εφημερίδας, ακολούθησε η οργή του μουσικοσυνθέτη σε συναυλία της Μούσχουρη το 1987 στο Παναθηναϊκό Στάδιο, όπου, μεταξύ άλλων, είπε τα εξής για την “Αυριανή”.
«Τη φυλλάδα που μολύνει τον ελλαδικό χώρο με αναίδεια, χυδαιότητα, τραμπουκισμό και κολακεία συμπολιτών μας, που κολακεύεται να πιστεύει σαν τον Καραγκιόζη ότι αυτή έριξε τον Καραμανλή. Ενώ το μόνο που κατάφερε ήταν να κατακρημνίσει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Που ισχυρίζεται ότι προστατεύει τη δημοκρατία όσο είναι δυνατόν να την προστατεύει ένα τρωκτικό της. Που αποκομίζει κέρδη κολακεύοντας την αγραμματοσύνη και την ασημαντότητα σαν άλλη Αγία Αθανασία του Αιγάλεω. Η “Αυριανή” πρέπει να κλείσει. Κι αυτό είναι το νόημα της αποψινής συμμετοχής μου στο Καλλιμάρμαρο.»
Η απάντηση της εφημερίδας; Πάρτε μια μικρή γεύση: «Χθες εμφανίσθηκε ένας χαμερπής ομοφυλόφιλος, ένας κίναιδος ολκής, να σε αποκαλέσει φίλε αναγνώστη φασίστα! Μπροστά σε χιλιάδες ανθρώπους και με μια εμπάθεια που διακρίνει τους παθητικούς ανώμαλους, εδήλωσε ότι η εφημερίδα που διαβάζεις είναι φασιστική και συνεπώς εσύ, ο αναγνώστης, φασίστας! Πώς είναι δυνατόν ένα τέτοιο κάθαρμα να αφήνεται ελεύθερο με λύσσα και πάθος όλους αυτούς τους πολίτες να βρίζει με τη χυδαιότητα των οίκων ανοχής; Ποιος έδωσε το δικαίωμα στον απαίσιο εκμαυλιστή νέων, που ακούει στα ονόματα, Μάνια, Μανωλιά, Μίνου Χατζηδου, ποιος επέτρεψε σε αυτό το απόβρασμα να παίρνει το μικρόφωνο στα χέρια του και να εκθέτει οργανωτές μιας φιλανθρωπικής εκδήλωσης; Αυτό το σκουληκιασμενο τομάρι αποτελεί στίγμα για την σημερινή ελληνική κοινωνία. Να προστατεύσουμε τα παιδιά μας από το ηθικό ΑIDS αυτού του βρωμερού υποκείμενου.»
Το ενδιαφέρον της υποθέσεως; Πλείστα όσα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, έσπευσαν να σταθούν στο πλευρό του Γιώργου Κουρή. Ο Κίμων Κουλούρης αναρωτιόταν “τι εκφράζει και τι εκπροσωπεί σε τούτο τον τόπο ο Μάνος Χατζιδάκις”, ο Αντώνης Δροσογιάννης έκανε λόγο για “σπίλωση μιας εφημερίδας που οι αγώνες της είναι καταξιωμένοι στη συνείδηση του ελληνικού λαού”, ο Θόδωρος Πάγκαλος δήλωνε “η Αυριανή είναι μια από τις ελάχιστα καθολικά πολιτικές εφημερίδες που απομένουν και η σημασία της για τη δημόσια ζωή είναι τεράστια”, ο Μένιος Κουτσόγιωργας χαρακτήρισε τον μουσικοσυνθέτη “κομματικό υπηρέτη”, ο Γεώργιος Αλέξανδρος Μαγκάκης διαπίστωσε “επίθεση κατά του Τύπου απαράδεκτης βιαιότητας”, ακόμη και η Μελίνα Μερκούρη (επιστήθια κατά τα άλλα φίλη του Χατζιδάκι), βγήκε και δήλωσε: “Δεν είναι δυνατόν στις μέρες μας να βγαίνει κάποιος και να καταφέρεται ενάντια στην ελευθεροτυπία”…
Στο τέλος βέβαια, σημασία είχε τι είπε ο κόσμος. Ο “χοντρός λαός”, όπως κάποτε τον είχε αποκαλέσει ο Ανδρέας Παπανδρέου. Αυτός ο λαός, “χοντρός”, “λεπτός”, “ψηλός”, “κοντός”, όπως θέλετε βαφτίστε τον, δεν το μάσησε το στόρι της “Αυριανής”. Τη εξαιρέση κάποιων λυσσασμένων πρασινοφρουρών και ολίγων που φιλοδοξούσαν να κονομήσουν από κάτι τέτοιες υποθέσεις, η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων και των Ελληνίδων τον δικαίωσε στην συνείδησή της τον Χατζιδάκι.
Ο λόγος; Καθίστε μισό λεπτό να σας πω μια ιστοριούλα, που έγραψε πριν από καμιά πενηνταριά χρόνια σε ένα από τα βιβλία του ο μεγάλος Νίκος Τσιφόρος. Πριν την διαβάσετε, θα ήθελα να επισημάνω ότι την παραθέτω για εξαγωγή συμπερασμάτων και μόνο και όχι ως μανιφέστο. Τελεία και παύλα και μην λησμονούμε ότι γράφτηκε πριν από μισό αιώνα. Είναι λοιπόν ένας πατέρας ετοιμοθάνατος και καλεί κοντά του τον μικρό του τον γιό. Και του δίνει τις τελευταίες συμβουλές, πριν αναχωρήσει για τον άλλο κόσμο. “Παιδί μου”, του λέει, “δυο πράγματα δεν θέλω να γίνεις σ’ αυτή τη ζωή. Πούστης και ρουφιάνος.” Κι ύστερα το ξανασκέφτεται και προσθέτει: “Αν και πούστηδες με μπέσα υπάρχουν. Ρουφιάνος, κανείς!”
Κάπως έτσι το σκέφτηκε κι ο κόσμος. Ότι δηλαδή ο Χατζιδάκις δεν προσπάθησε ποτέ να κρυφτεί και δεν δήλωσε ούτε μια στιγμή κάτι άλλο από αυτό που ήταν. Δεν βγήκε ο Χατζιδάκις να παραστήσει τον αγνό, τον άσπιλο, τον αμόλυντο, τον αδιάφθορο και τον αθώο. Η δημόσια εικόνα του ήταν ο εαυτός του, χωρίς μακιγιάζ και παραμυθάκια. Γι’ αυτό και τον πίστεψαν οι Έλληνες με τις Ελληνίδες. Γιατί είχε μπέσα! Ενώ ο ρουφιάνος έχει μέσα του μόνο σαπίλα.