Και ξαφνικά όλοι ασχοληθήκαμε με το ευρωπαϊκό debate. Η αλήθεια είναι πως, αν δεν συμμετείχε ο Αλέξης Τσίπρας στο πάνελ της συζήτησης, το debate θα παρέμενε δυστυχώς ένα θέαμα ειδικού ενδιαφέροντος για εμάς τα political junkies που σε περίοδο εκλογών θα θέλαμε να μάθουμε μέχρι και τι κάλτσες φοράνε οι υποψήφιοι. Debate στην ψωροκώσταινα έχουμε να δούμε από το μακρινό πλέον 2009, τότε που ήταν τα χρόνια της αθωότητας και ο ένας διαβεβαίωνε πως λεφτά υπάρχουν, ενώ ο άλλος υποσχόταν πως με ασπιρίνες θα θεραπεύσει τον καρκίνο. Από τότε πέρασαν πέντε χρόνια και ακόμα debate δεν έχουμε δει και ίσως να μην είμαστε σε θέση να διοργανώσουμε μια συζήτηση σαν αυτή που έλαβε χώρα χτες στις Βρυξέλλες.
Όπως είπαμε, το format του debate είναι ιδιαίτερα ελκυστικό. Χρειάζεται ένας συντονιστής δημοσιογράφος -και όχι 5 που βάζαμε εμείς για να ικανοποιήσουμε την εγχώρια μιντιοκρατία- που θα θέτει τα ερωτήματα στους αντίστοιχους θεματικούς κύκλους. Επίσης, ο εκσυγχρονισμός της όλης διαδικασίας και η διείσδυση των κοινωνικών δικτύων στο πολιτικό παιχνίδι επιβάλλει το debate να είναι συνδεδεμένο με ένα hashtag σε twitter και facebook, ώστε να έχουν και οι χρήστες τους τη δυνατότητα να αισθανθούν μέρος της διαδικασίας.
Μπορούμε να κάνουμε τέτοιο debate στην Ελλάδα; Όχι! Το πολιτικό προσωπικό θέλει να κάνει παράλληλους μονολόγους ή να μην μιλάει καθόλου. Λίγοι πολιτικοί θα μπορούσαν να παίξουν μπάλα μεταξύ τους με jokers και απαντήσεις επί των ήδη λεχθέντων. Ακόμα και οι δημοσιογράφοι δεν είναι απόλυτα εξοικειωμένοι με τη νέα μορφή της διαδικασίας της τηλεμαχίας. Ας μη συζητήσουμε για το κοινό στο στούντιο. Λίγο αν παρακολουθήσει κανείς το κοινό που πάει στην εκπομπή του Νίκου Χατζηνικολάου, θα καταλάβει πως λίγο απέχει αυτή η εικόνα από την αρένα.
Όπως γινόταν το debate κατά τα ελληνικά πρότυπα, ήταν απόλυτα άνευρο, ανούσιο και δεν προσφερόταν για κανένα πολιτικό συμπέρασμα. Οι πολιτικοί φοβόντουσαν να ρισκάρουν, οι δημοσιογράφοι φοβόντουσαν να ρωτήσουν και οι πολίτες-θύματα της τηλεορασοπληξίας δεν έκλειναν την τηλεόραση. Έτσι, ένα βαρετό concept διαιωνίστηκε και έφτασε αυτή η σούπα να θεωρείται η politically correct συνταγή. Ακόμα και η ώρα του Πρωθυπουργού στη Βουλή ήταν πιο συναρπαστική και με περισσότερες εντάσεις – βέβαια τώρα δεν έχουμε ούτε ώρα του Πρωθυπουργού ούτε debates, οπότε ούτε γάτα ούτε ζημιά.
Είναι όμως ανεπίτρεπτο να μην χρησιμοποιείται το πολιτικό εργαλείο του debate, ειδικά ενόψει εθνικών εκλογών. Ας δεχτούμε τα επιχειρήματα της ΝΔ για να απορρίψει το debate που πρότεινε ο Αλέξης Τσίπρας για τις ευρωεκλογές του 2014 (άσχετη ατζέντα, ο Τσίπρας δεν πήγε στο πρώτο ευρωπαϊκό debate κλπ). Στις εκλογές του 2012 γιατί δεν έγινε συζήτηση; Δεν υπήρχε περιθώριο; Ας είμαστε καθαροί: το debate είναι πολιτικό όπλο στα χέρια αυτού που αισθάνεται άνετος με την πολιτική που ακολούθησε/προτείνει.
Το επιχείρημα «γιατί προτείνει ο κύριος Τσίπρας debate; Όποτε έρχεται στη Βουλή ο Πρωθυπουργός δεν περνάει καλά» που επικαλέστηκε η ΝΔ απευθύνεται μόνο στο εσωτερικό της ακροατήριο. Αν ο Αντώνης Σαμαράς δεν έχει να φοβηθεί τίποτα, τότε δεν έχει να φοβηθεί και το debate. Και εκεί μπορεί να κονιορτοποιήσει τον Αλέξη Τσίπρα και να τον κάνει να φανεί εντελώς ακατάλληλο, όπως λέει η ΝΔ. Από την άλλη, ο Αλέξης Τσίπρας θα πρέπει σε ένα ενδεχόμενο debate να αποφύγει το ύφος της εγχώριας μαγκιάς που του είναι ιδιαίτερα προσφιλές σε ορισμένες περιπτώσεις και να προσέλθει με πολιτική ατζέντα – ας μιλήσει με νούμερα, όπως έκανε στο ευρωπαϊκό debate.
Δεν είναι άσχετοι στο εξωτερικό που κάνουν με κάθε ευκαιρία debate ενόψει της εθνικής κάλπης. Στην Αμερική κάνουν ακόμα και για τα primaries, τις εκλογές για την ανάδειξη του υποψηφίου των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικανών. Στη Γερμανία, η συζήτηση Μέρκελ-Γκάμπριελ το 2013 μπορεί να μην ξέφυγε από τα τετριμμένα αλλά προσέφερε πολιτικά συμπεράσματα και εντυπώσεις.
Χρειαζόμαστε τα debates στην εγχώρια πολιτική ζωή; Ναι! Αλλά χρειαζόμαστε και αλλαγές: πολιτικούς έτοιμους να ξεφύγουν από τη νόρμα και να ρίξουν μεγαλοπρεπείς μπηχτές, αν είναι απαραίτητο και δημοσιογράφους να σεβαστούν τη δεοντολογία και να συνδέσουν τους πολιτικούς με τον κόσμο. Το αποτέλεσμα πρέπει να είναι τηλεοπτικά και κοινωνικά ενδιαφέρον αλλά και παράλληλα να εξάγονται πολιτικά συμπεράσματα, έστω και με μερικά χτυπήματα κάτω από τη ζώνη. Η εξίσωση είναι σύνθετη. Μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο; Παρά το όψιμο ενδιαφέρον πολλών εγχώριων υψηλόβαθμων παραγόντων για το ευρωπαϊκό debate, δεν το πιστεύω πως οι εμπλεκόμενοι μπορούν να υπερβούν τους εαυτούς τους. Ελπίζω στην πρώτη ευκαιρία να διαψευστώ…