Το τεύχος Μαΐου του NEWPOSTER κυκλοφόρησε.
Κατεβάστε το NEWPOSTER ΕΔΩ
Της Ντίας Μούλου
12 Αυγούστου 1994. Ο Βασίλης Δοσούλας με τον πατέρα και το θείο του ψαρεύουν σε μια βάρκα κάπου ανοιχτά στο Τολό. Θάλασσα και ουρανός. Γαλήνη! Ξαφνικά ένα ιπτάμενο δελφίνι κατευθύνεται με 32 κόμβους καταπάνω τους. Η σύγκρουση είναι μοιραία! Oι έλικες του επιβατικού σκάφους ακρωτηριάζουν τα πόδια και το δεξί χέρι του 10άχρονου Βασίλη! Δεκάδες πρωτοσέλιδα! Εκατοντάδες σελίδες! Τίτλοι-κλισέ για «τραγωδίες» και «δράματα».
Είκοσι χρόνια αργότερα!
Ο Βασίλης Δοσούλας είναι ένας υγιής, νέος επιχειρηματίας, συνιδιοκτήτης σε ένα εστιατόριο με βάση τα μανιτάρια στη Γλυφάδα, ενώ κατασκευάζει δερμάτινες τσάντες και σπουδάζει πολιτικός μηχανικός στο Πολυτεχνείο. Ποια είναι, όμως, η πιο αξιοθαύμαστη απ’ όλες τις δραστηριότητες και τις πτυχές της καθημερινότητας του; Ο έρωτάς του για το ζωή και τα μαθήματα θέλησης που αισιόδοξα μεταφέρει σε όλους μας… Το εστιατόριό του είναι όλο χρώματα, μυρωδιές, ένας νέος κόσμος με γεύσεις. Όλες οι αισθήσεις χορεύουν σε ένα μικρό γευστικό ναό που αποθεώνει κατά κύριο λόγο τη χαρά της ζωής. Ο ίδιος αναφέρεται με ενθουσιασμό στο νέο του εγχείρημα, ενώ, όλο εμπιστοσύνη στους ανθρώπους και τις προθέσεις τους, κοιτάζει κατευθείαν στα μάτια και μιλά για εκείνη την ημέρα, την οριακή στη ζωή του.
Έχει άποψη για την κατάσταση στη χώρα σήμερα, την πολιτική και τους πολιτικούς και όπως όλοι οι νέοι στην ηλικία του, έχει όνειρα, σχέδια, εικόνες για το μέλλον του. «Θα χαρακτήριζα τη ζωή μου ενδιαφέρουσα ή περιπετειώδη» λέει εκείνος, που βρήκε δεξαμενές δύναμης να ξεπεράσει τις δυσκολίες που του παρουσιάστηκαν και να πάρει τη ζωή στα χέρια του. Κι ακριβώς αυτή την αίσθηση σου βγάζει όταν τον συναντάς…
Του τόσο νέου ακόμα ανθρώπου, που όλο αποφασιστικότητα, αισιοδοξία και πάθος για τη ζωή, μπορεί να προκαλέσει μόνο θαυμασμό και κάποια ντροπή για τη μεμψιμοιρία με την οποία αντιμετωπίζουμε ορισμένοι μικρές δυσκολίες, σε σύγκριση μάλιστα με τα δικά του «βουνά» από ζόρια που χρειάστηκε να σκαρφαλώσει. Θυμάται.
Η µέρα που του άλλαξε τη ζωή
«Είχε τόσο όμορφη μέρα! Θυμάμαι τη θάλασσα τόσο παράξενα ήρεμη. Την ώρα που μαζεύαμε την τελευταία πετονιά για να φύγουμε, βλέπουμε το ιπτάμενο δελφίνι να περνάει ανάμεσα από δύο ψαρόβαρκες κοντά μας και να μην ελαττώνει ταχύτητα. Και εκεί κάθε μνήμη, σταματά.
Τα υπόλοιπα μου τα είπε ο πατέρας μου. Όχι αμέσως. Αργότερα. Τότε που έκρινε ότι είμαι έτοιμος». Αμέσως μετά τη σύγκρουση, οι δύτες προσπάθησαν να εντοπίσουν τα κομμένα μέλη του 10άχρονου στο βυθό της θάλασσας. Τελικά βρήκαν το ένα χέρι και το ένα του πόδι, που όμως ήταν σε άσχημη κατάσταση. «Πηγαίνοντας στο νοσοκομείο» θυμάται σαν να το έχει ζήσει κάποιος άλλος, κάποτε, πέρα και πάνω από τη σχετικότητα του χρόνου, «ένιωσα τεράστια απορία για το τι κάνω, πώς βρισκόμουν εκεί».
Το νοσοκοµείο, ο Γολγοθάς, η προσπάθεια
«Ένιωθα πόνο. Όμως δεν ήξερα πως ήμουν ακρωτηριασμένος. Μόλις το ανακάλυψα, στην αρχή απόρησα που τα πόδια μου ήταν κοντά και ανησύχησα, ενώ στη συνέχεια σκέφτηκα παραδείγματα που κόβεις κάτι και ξαναμεγαλώνει, όπως κλαδεύεις τα δέντρα κι έτσι το πήρα χαλαρά».
Και κάπου εδώ μπαίνει στη ζωή εκείνου του αγοριού, του ξαπλωμένου σε κρεβάτι νοσοκομείου, ανάμεσα σε αποστειρωμένα πανιά, διαλύματα αντιμικροβιακά και μυρωδιές αντισηπτικών, η δημοσιογραφία στην καλή της θετική πλευρά -ναι υπάρχει κι αυτή!- και η αγάπη του άγνωστου κόσμου που πήγαινε να τον δει.
Η νέα αρχή…
«Αν και ήμουν ακρωτηριασμένος, το μυαλό μου ήταν στο παιχνίδι και τις γυναίκες» λέει χαριτολογώντας. «Είχα την επιθυμία να περπατήσω, να τρέξω και να παίξω μπάλα με τα φιλαράκια μου. Ο φόβος μου ήταν μήπως δεν μπορέσω να το κάνω, αλλά μου είπαν ότι θα μπορώ. Όχι, βέβαια όπως πρώτα, αλλά θα μπορώ» λέει σηκώνοντας τους ώμους, και εκείνο το δεκάχρονο αγοράκι που βρίσκει δύναμη να αισιοδοξεί είναι πάντα εδώ, μέσα του.
«Σε όλο αυτό είχα την οικογένειά μου δίπλα μου κι αυτό ήταν βασικό. Επίσης, τότε είχαν έρθει όλα τα παιδιά και τα φιλαράκια μου από το χωριό μου, το Σκαμνό, από το 106ο Δημοτικό Σχολείο, την ομάδα κολύμβησης του Παναθηναϊκού, καθώς και ο κρυφός μου έρωτας τότε, η Δήμητρα. Η αγάπη και η συμπαράσταση του κόσμου ήταν πολύ μεγάλη και σίγουρα βοήθησε πολύ». Το ατύχημα αυτό τον έμαθε να ενδιαφέρεται περισσότερο για τους γύρω του. «Ας πούμε ότι ωρίμασε αυτή την πλευρά μου, που σαν παιδιά κοροϊδεύουμε τα προβλήματα και τις ατέλειες των άλλων. Το κάνουν αυτό τα παιδιά. Αφήνουν τη σκληρότητα ελεύθερη, ώσπου να βρουν αντίσταση. Εγώ την όρισα νωρίς και τη μίσησα».
Τι άλλο έμαθε τότε; «Πως αν πραγματικά θες κάτι, το πετυχαίνεις. Στην αρχή, που μάθαινα ακόμα τα νέα μου μέλη, ήμουν ατσούμπαλος και χωρίς καλή ισορροπία. Επέμενα. Και επέμενα! Και βελτιώθηκα! Βελτιώθηκα ως έναν καλό βαθμό και τώρα με τον master trainer, Κωνσταντίνο Τζουβέ, θα βελτιωθώ κι άλλο» γελάει.
Η Πολιτεία και η απουσία της
Υπήρχε η Πολιτεία, το κράτος, οι θεσμοί, δίπλα του, στον αγώνα του, άραγε; «Η Πολιτεία πέρασε μαζί με τα κανάλια και έδωσε την ευχή της και τη συμπαράσταση της. Και έως εκεί» χαμογελά πικρά αλλά με κατανόηση. «Οι γονείς μου βρήκαν τι δικαιούνται τα ΑΜΕΑ, μετά από πολύ ψάξιμο και γραφειοκρατία. Στην ουσία η Πολιτεία δεν έκανε κάτι, οι πολίτες όμως, ναι! Μας βοήθησαν πολύ. Ορισμένοι πολιτικοί, βέβαια, βοήθησαν σε κάποια θέματα και τους ευχαριστώ, καθώς και ο κ. Παξινός, στρατιωτικός ιατρός, ο οποίος μας βοήθησε σε πάρα πολλά θέματα. Η Πολιτεία, ακόμη και σήμερα, ζητά από ΑΜΕΑ που βρίσκονται σε μη αναστρέψιμη κατάσταση να περνούν από επιτροπές και να διαπιστώνουν ότι όντως δεν άλλαξε κάτι.
Έχει τύχει να με στείλουν και σε επιτροπές, οι οποίες δεν είχαν τον κατάλληλο ιατρό και έπρεπε να ξαναπάω. Για εμένα πες όλα καλά, ξαναπάω, αλλά υπάρχουν ΑΜΕΑ που και μόνο το φτάσουν στην επιτροπή είναι γολγοθάς. Ένας κανονικός γολγοθάς».
Ο Βασίλης και τα όνειρα του
«Υπάρχουν πράγματα που θα ήθελα να κάνω κάποια στιγμή, αλλά ακόμη δεν έχω καταφέρει, και άλλα που θα ήθελα αλλά δεν πρόκειται να κάνω γιατί είναι ουτοπικά. Σε προσωπικό επίπεδο, βραχυπρόθεσμα θα ήθελα να αποκτήσω τον προσωπικό μου χώρο και μακροπρόθεσμα να είμαι υγιής, με τους καλούς φίλους μου δίπλα, να έχω ευημερία και κάποια στιγμή να κάνω οικογένεια. Ξέρω, όμως, πως αν θελήσω κάτι πολύ, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, θα το κάνω να συμβεί. Κι ακόμα έχω νιώσει, έχω μάθει και το πιστεύω όσο τίποτα άλλο, πως έχει σημασία και να διασκεδάζεις και όσο μπορείς χαλαρά, ψύχραιμα, όλα γίνονται!».