«Έχοντας προσληφθεί από μια εταιρεία παραγωγής του Χόλιγουντ για να εντοπίσει ένα στέλεχός της που αγνοείται στην Κρήτη, ο Ελληνοσκοτσέζος ντετέκτιβ Άλεξ Μαύρος βυθίζεται σε μια δίνη μίσους που χρονολογείται από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η εταιρεία γυρίζει μια υψηλού κόστους ταινία με θέμα τη Μάχη της Κρήτη, και οι δραστηριότητες των παραγωγών εκεί ξυπνούν παλιές έχθρες ανάμεσα στους κατοίκους του νησιού.
Οι έρευνες του Μαύρου τον οδηγούν σε μια ευρύτατη συνωμοσία, που περιλαμβάνει αρχαιοκαπηλία, εμπόριο ναρκωτικών, βία και ένα πυκνό πέπλο σιωπής και συγκάλυψης. Η πικρία του παρελθόντος εισβάλλει ακόμη πιο δυναμικά στο παρόν, όταν ένας από τους συμβούλους της παραγωγής βρίσκεται κρεμασμένος. Αυτοκτονία ή φόνος; Τα πάντα φέρουν το στίγμα παλαιότερων εγκλημάτων – εγκλημάτων που ζητούν εκδίκηση σήμερα.
Και τότε ο Μαύρος ανακαλύπτει ότι και η ίδια του η οικογένεια συνδέεται με όλη αυτή τη φρίκη»…
Αυτή είναι η υπόθεση του νέου αστυνομικού μυθιστορήματος «Το Στίγμα της Προδοσίας», έκτου στη σειρά με κεντρικό ήρωα τον «Άλεξ Μαύρος», του Πολ Τζόνστον, ενός Σκωτσέζου που εδώ και 27 χρόνια ζει στην Ελλάδα.
Παιχνίδι της μοίρας ή απλή σύμπτωση; Όταν η Οδύσσεια έπεσε στα χέρια του 8χρονου Πολ Τζόνστον, κανείς από την οικογένειά του, ούτε καν ο ναυτικός πατέρας του (καπετάνιος, πριν γίνει συγγραφέας), φανταζόταν την επιρροή που θα του ασκούσε. Ίσως κάτι αντιλήφθηκε λίγα χρόνια αργότερα, όταν ο γιος του, του ζήτησε να πάει σε σχολείο που είχε σαν μάθημα τα αρχαία Ελληνικά. Έξι μήνες στην Κρήτη, ανάμεσα σε παραλίες και αρχαιολογικούς χώρους, πριν πάρει το δρόμο για το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης για σπουδές στα Αρχαία Ελληνικά, ήταν μια γεύση για τη ζωή και κυρίως τον τόπο που μελλοντικά θα επέλεγε για να ζήσει.
Στα 30 του είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου… Στην Αθήνα βρισκόταν πια το νέο του σπίτι. Έπειτα στην Αντίπαρο. Τώρα στο Ναύπλιο.
Τι άνθρωπος είναι ο Πολ Τζόνστον, άραγε; Ίσως το ερώτημα αυτό να γεννάται στους περισσότερους αναγνώστες του βιβλίου του. Σίγουρα γεννήθηκε σε εμένα. Και για αυτόν τον αναζήτησα. Και να τι κουβεντιάσαμε…
Μετά την ανάγνωση του τελευταίου του εγχειρήματος, θελήσαμε να τον γνωρίσουμε καλύτερα.
Ποια είναι η γνώμη σας για τα εγκλήματα τιμής; Ο σκωτσέζικος λαός έχει επίσης έναν ιδιαίτερο κώδικα τιμής, αντίστοιχο με αυτόν της Κρήτης;
Θεωρώ ότι δεν υπάρχουν εγκλήματα τιμής. Θα έπρεπε να λεχθούν ανέντιμα εγκλήματα, ειδικά όταν αφορούν ευάλωτους ανθρώπους. Εάν εννοείτε την κρητική βεντέτα που αναφέρω στο Στίγμα της Προδοσίας, καταλαβαίνω ότι η ιστορική ρίζα της ήταν σε μία εποχή που δεν υπήρχαν νόμοι, ή τουλάχιστον δεν υπήρχαν αστυνόμοι να τους εφαρμόσουν. Δεν είναι έτσι τώρα, παρόλο που ο κόσμος δεν εμπιστεύεται την αστυνομία και τόσο. Το αστυνομικό μυθιστόρημα μπορεί να συμπεριλαμβάνει χαρακτήρες που έχουν μια αμφίβολη σχέση με το σύστημα δικαίου – όπως ο πρωταγωνιστής μου, ο Άλεξ Μαύρος – αλλά κατά βάθος υποστηρίζουν κάποιο λογικό είδος τάξης και ηθικής βάσης στην κοινωνία. Σίγουρα υπήρχαν εγκλήματα τιμής στη Σκοτία – και μάλλον υπάρχουν ακόμα – αλλά ο νόμος, αν είναι δίκαιος, πρέπει να εφαρμοστεί. Βέβαια, όπως είπε ο μεγάλος Κάρολος Ντίκενς, ο νόμος μπορεί μερικές φορές να είναι γάιδαρος… Αν κάποιος πατέρας δολοφονήσει την κόρη του επειδή αρνείται να παντρευτεί το γαμπρό που αυτός επέλεξε, και παραμένει ελεύθερος επειδή έτσι είναι η παράδοση στην πατρίδα του, θα δεχτούμε την κατάσταση; Δεν είναι απλό το θέμα.
Βρεθήκατε στη θέση να εξηγήσετε σε συμπατριώτες σας τι συμβαίνει στην Ελλάδα με τη Χρυσή Αυγή;
Βεβαίως. Υπήρχε και υπάρχει ακροδεξιά στη Βρετανία (σχεδόν τιποτένια στη Σκοτία), αλλά ποτέ δεν είχε βουλευτές, μόνο λίγους δημοτικούς συμβούλους. Προφανώς πολλές ψήφοι για τη χρυσή αυγή (λυπάμαι, αλλά δεν αξίζει κεφαλαία γράμματα) είναι πρωταρχικά ένδειξη διαμαρτυρίας εναντίον των μεγάλων παρατάξεων. Αλλά πως μπορούν οι Έλληνες, μετά από τη φρικτή εμπειρία της ναζιστικής κατοχής στο Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο (για να μην πούμε τίποτα για τις διάφορες δικές τους δικτατορίες), να υποστηρίζουν ένα ανοικτά φασιστικό κόμμα; Δεν είμαι ικανός να το εξηγήσω αυτό στους συμπατριώτες μου. Μπορεί κανείς να το εξηγήσει σε εμένα; Το τοπικό «φρούριο» της ΧΑ στο Ναύπλιο είναι 50 μέτρα από τα σχολεία που πηγαίνουν τα παιδάκια μου. Με ρωτάνε, «Μπαμπά, γιατί αυτό το διαμέρισμα έχει συρματόπλεγμα γύρω-γύρω και μια μαύρη, ατσαλένια πόρτα;». Τι να τους πω; Ότι εκεί μένει ο μπαμπούλας; Είναι και τα παιδιά μου μισοί-Έλληνες, μισοί-Σκοτσέζοι. Θα φάνε ξύλο και θα διωχτούν από τους γενναίους εθνικιστές; Και εγώ αγαπώ την πατρίδα μου, αλλά δεν απειλώ αυτούς που είναι διαφορετικοί. Τέτοια συμπεριφορά είναι απαράδεχτη και στην παιδική χαρά. Στο Στίγμα της Προδοσίας υπάρχουν νέο-ναζί, Έλληνες και Γερμανοί. Ας πούμε ότι δεν έχουν καλό τέλος…
Τι ορισμό θα δίνατε για το διαχρονικό αρσενικό και ποσό απέχει από τον σημερινό άνδρα;
Πρώτα από όλα, δεν θεωρώ ότι υπάρχει «διαχρονικό αρσενικό» στον ενικό. Σίγουρα, υπάρχουν παραδείγματα αρσενικής συμπεριφοράς και αρσενικής ιδεολογίας – με την πιο φαρδιά χρήση του όρου – στην ιστορία. Κάθε άντρας έχει τους ήρωές του. Δυστυχώς, πολύ συχνά αυτοί οι ήρωες έχουν μεγάλα ελαττώματα. Καλός στρατηγός ο Μεγαλέξανδρος άλλα ελλιπής σε κυβερνητικές ικανότητες – και σκότωσε τον καλύτερό του φίλο. Μεγάλος πολιτικός ηγέτης ο Τσόρτσιλ αλλά άσχετος στρατηγός – στο Στίγμα της Προδοσίας δείχνω ότι ήθελε την Κρήτη να μείνει στα χέρια των Συμμάχων, αλλά δεν έδωσε αρκετά όπλα, αεροπλάνα και εφόδια στους αξιωματικούς στο νησί. Ο Καζανόβα είναι ο πιο γνωστός εραστής όλων των αιώνων, αλλά οι γυναίκες θα τον θέλανε για μόνιμο σύντροφο; Οπότε ο καλός σημερινός άντρας διαλέγει χαρακτηριστικά από διάφορους προγόνους – τη σοφία του Σωκράτη, την αντρειοσύνη του Λεωνίδα, το χιούμορ του Αριστοφάνη… Προσωπικά θαυμάζω τον πολυμήχανο Οδυσσέα, το στωικό Σεφέρη και το μαχητικό Θεοδωράκη (όταν ήταν νέος). Ο ντετέκτιβ μου, ο Ελληνοσκοτσέζος Άλεξ Μαύρος, μάλλον έχει παρόμοιο γούστο – και έχει τα μακριά μαλλιά των αρχαίων Σπαρτιατών…
Στο μυθιστόρημά σας η αλήθεια βρίσκεται θαμμένη για δεκαετίες. Πιστεύετε στη Θεία Δίκη ή αυτός ο όρος έχει εφευρεθεί έπειτα από ορισμένες περιπτώσεις και δεν είναι γενικός κανόνας;
Για εμένα η Δίκη (αξίζει κεφαλαίο) δεν είναι θεία αλλά ανθρώπινη, και ακόμα ζει και βασιλεύει – έστω και με τα γνωστά ανθρώπινα λάθη. Είναι ένα από τα βασικά στοιχεία του πολιτισμού. Στο Στίγμα της Προδοσίας, όπως σε άλλες υποθέσεις του, ο Μαύρος αποκαλύπτει ότι τίποτε δεν είναι όπως φαίνεται. Είναι κλισέ στο αστυνομικό μυθιστόρημα, βέβαια, αλλά το κόλπο για το συγγραφέα είναι να βρει καινούργιους τρόπους να τραβήξει το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Ένας από αυτούς είναι να φτιάξει μια πλοκή τόσο περίπλοκη αλλά και τόσο εντυπωσιακή που ο αναγνώστης δεν μπορεί να πάρει ανάσα. Έτσι, έχω βάλει μαζί αρχαία κέρματα, τη Μάχη της Κρήτης, ένα χωριό που παράγει ναρκωτικά (απίστευτο…), δύο παλαίμαχους από τη μάχη, νέο-ναζί, τα γυρίσματα μίας ταινίας για τη μάχη («Ελευθερία η Θάνατος») και μία ηθοποιός με όλα τα γνωστά «προσόντα». Κάπως ο Μαύρος βρίσκει το νήμα της Αριάδνης. Όσον αφορά την δικαιοσύνη, οι περισσότεροι κακοί τιμωρούνται – αλλά όχι οι κλέφτες πολιτικοί. Χρειάζεται κάποιος ρεαλισμός.
Μπορεί ένας αλλοδαπός να γίνει στην πορεία πιο Έλληνας και από έναν γεννημένο;
Αναμφίβολα όχι. Εγώ θα είμαι πάντα ένας Σκοτσέζος που αγαπάει, με επιφυλάξεις, την Ελλάδα. Μοιράζομαι με το Μαύρο το πλεονέκτημα που έχουμε ένα πόδι στη χώρα και ένα έξω. Αυτό μας δίνει την δυνατότητα να δούμε τα πράγματα με περισσότερη ουδετερότητα – πολύ σημαντικό και για ένα συγγραφέα και για ένα ντετέκτιβ. Αλλά ο γεννημένος Έλληνας κατέχει μία βαθιά συναισθηματική σχέση με τη χώρα που του δίνει οξυδέρκεια ανέφικτη για ένα ξένο – εάν επιλέξει να τη χρησιμοποιήσει, και ίσως λίγοι κάνουν αυτήν την επιλογή. (Το ίδιο ισχύει σε όλες τις χώρες.) Ο Μαύρος είναι πάντα κατά κάποιο τρόπο απέξω, όπως όλοι οι καλοί ντετέκτιβ. Στο κάτω-κάτω της γραφής οι εθνικότητες δεν έχουν τόση σημασία. Είμαστε όλοι άνθρωποι και έχουμε όλοι κάποιο καθήκον στους συνανθρώπους μας. Το δικό μου ως μυθιστοριογράφος είναι να δώσω απόλαυση στον αναγνώστη. Αν θέλει επίσης να μπλέκεται με τη σκέψη μου, δεν έχω καθόλου αντίρρηση.
(H φωτογραφία είναι τραβηγμένη στο Ναύπλιο από τον Ιταλό καλλιτέχνη Francesco Moretti. Τα όπλα είναι οικογενειακά κειμήλια της συζύγου του συγγραφέα)