Ήταν λίγες ημέρες μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Γιανουκόβιτς στην Ουκρανία όταν ο Βλαντιμίρ Πούτιν αποφάσισε να δείξει τη δυσαρέσκεια του για την τροπή που πήραν τα γεγονότα και κυρίως για τον τρόπο που ενεπλάκησαν στα τεκταινόμενα στο Κίεβο η ΕΕ και οι ΗΠΑ.

Περισσότεροι από 100.000 στρατιώτες, μεγάλος αριθμός τεθωρακισμένων και αεροσκαφών μεταφέρθηκαν προς στα σύνορα με την Ουκρανία. Η επίσημη τοποθέτηση των Ρώσων; Άσκηση για να δοκιμαστεί η ικανότητα του στρατού να ανταποκρίνεται σε έκτακτες καταστάσεις. Ξαφνικά όλα τα βλέμματα στράφηκαν προς τα ανατολικά της χώρας. Θα εισέβαλε ή όχι ο Πούτιν; Τουλάχιστον αυτό κατήγγειλε ο μεταβατικός πρόεδρος Αλεξάντερ Τουρτσίνοφ.

Στη χερσόνησο της Κριμαίας μεταφερόταν με το σταγονόμετρο και πολύ προσεχτικά επίλεκτες δυνάμεις, ενώ εξοπλιζόταν φιλο – ρωσικά τμήματα του πληθυσμού. Όταν πια την Παρασκευή οι μετακινήσεις στρατευμάτων είχαν γίνει αντιληπτές, λίγα μπορούσαν να γίνουν. Αρκετά σημεία κλειδιά της χερσονήσου είχαν καταληφθεί και η ουκρανική αντίσταση ήταν περιορισμένη έως και ανύπαρκτη.

Την ίδια στιγμή μπερδεμένο το Κίεβο, απέφευγε να δώσει σαφείς κανόνες εμπλοκής στις δυνάμεις που έλεγχε, φοβούμενο κλιμάκωση της κατάστασης, καθώς παρότι γινόταν λόγος για ρωσικά στρατεύματα, κανένας από τους στρατιώτες που παρατάχθηκαν στη χερσόνησο δεν είχε διακριτικά του ρωσικού στρατού. Η Μόσχα επισήμως ισχυριζόταν πως επρόκειτο για «δυνάμεις αυτοάμυνας» που προστάτευαν τις σημαντικές υποδομές της αυτόνομης πλέον περιοχής.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η Κριμαία πρώτα θα κήρυττε και έπειτα θα επικύρωνε δια της αμφιλεγόμενης ψήφου την ανεξαρτησία της και θα ζητούσε να προσαρτηθεί από τη Ρωσία.

Το πιο εντυπωσιακό όμως είναι το γεγονός ότι οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ -παρά τα εντυπωσιακά μέσα παρακολούθησης που έχουν στην κατοχή τους- στην πραγματικότητα δεν γνώριζαν το παραμικρό για τις προθέσεις της Ρωσίας σχετικά με την Κριμαία.

Διαβάστε ακόμα: Πώς ο Πούτιν κατάφερε να έχει τους Αμερικανούς στο σκοτάδι για τις κινήσεις στην Κριμαία

Και παρά το γεγονός πως έγιναν ορισμένες νύξεις προς τον Λευκό Οίκο όπως αναφέρει η Wall Street Journal, σχετικά με την πιθανότητα ο Πούτιν να έκανε κίνηση για τη χερσόνησο, ωστόσο ποτέ δεν υπήρξαν ενδείξεις ή πληροφορίες που να υποδεικνύουν με σαφήνεια τις προθέσεις του Κρεμλίνου.

Το μεγαλύτερο ερώτημα ωστόσο για την Ουάσιγκτον είναι πώς η ρωσική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία κατόρθωσε να κρύψει τα σχέδιά της από τα αμερικανικά συστήματα παρακολούθησης και κατασκοπείας.

Ο Πούτιν με άλλα λόγια κατέλαβε τη χερσόνησο δίχως να ανοίξει μύτη, και το κυριότερο, δίχως οι δυτικές χώρες να αντιληφθούν κάτι, τουλάχιστον μέχρι να είναι αργά. Και οι μυστικές υπηρεσίες, ο στρατός, και η διπλωματία της Ρωσίας -όπως αποδείχθηκε είχαν ενεργό ρόλο σε ότι έγινε- πιθανότατα να μη χρησιμοποίησαν κάποια τελευταία λέξη της τεχνολογίας για να κρύψουν τις πραγματικές προθέσεις τους και να απομακρύνουν τα βλέμματα όλων από τον πραγματικό σκοπό της επιχείρησης.

 

«Απόκρυψη, παραπλάνηση, αιφνιδιασμός»

Οι ρωσικές μυστικές υπηρεσίες και ο στρατός όπως φαίνεται, απλώς εφάρμοσαν στην πράξη αυτά που έχουν μάθει εδώ και τόσα χρόνια. Η Wall Street Journal βρήκε τον ακριβή όρο για να περιγράψει την τακτική που ακολούθησε η Ρωσία στην περίπτωση της Κριμαίας: «Επρόκειτο για μία κλασσική maskirovka», απεφάνθη η γνωστή εφημερίδα και δεν είχε άδικο.

Απόκρυψη, παραπλάνηση, αιφνιδιασμός: Αυτό είναι το τρίπτυχο της τεχνικής που αποτελεί σήμα – κατατεθέν της νεότερης ιστορίας της Σοβιετικής Ένωσης και μετέπειτα της Ρωσίας, που οποία έκανε τα πρώτα της βήματα στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στον Ψυχρό Πόλεμο που ακολούθησε.

Κατά τις επιχειρήσεις στο ανατολικό μέτωπο απέναντι στη Γερμανία, ο Κόκκινος Στρατός χρησιμοποίησε τη maskirovka κατά κόρον. Η Σοβιετική Στρατιωτική Εγκυκλοπαίδεια την χωρίζει σε τρεις υποκατηγορίες: Στρατηγική, επιχειρησιακή και τακτική παραπλάνηση.

Και το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα των αποτελεσμάτων που έχει η σωστή εφαρμογή της maskirovka δόθηκε στη σημαντικότερη εκστρατεία των Σοβιετικών κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, την επιχείρηση Bagration.

Στήνοντας μία γιγαντιαία επιχείρηση εξαπάτησης, η Μόσχα κατάφερε να παραπλανήσει τις μυστικές υπηρεσίες και τους στρατηγούς του Χίτλερ τόσο για το ποιο σημείο σκόπευε να επιτεθεί, όσο και για τους πραγματικούς αντικειμενικούς σκοπούς του σχεδίου. Σημαντικότερη επιτυχία όμως ήταν το γεγονός ότι οι σοβιετικοί κατάφεραν να μεταφέρουν στις θέσεις εκκίνησης κάτω από τη μύτη των Γερμανών περισσότερους από 1 εκατομμύρια στρατιώτες, καθώς και 3000 τεθωρακισμένα.

Η τελική επίθεση τελικά αποδείχθηκε πως έπιασε τη Wehrmacht και τον ίδιο το Χίτλερ κυριολεκτικά στον ύπνο, και το αποτέλεσμά της καταστροφικό για τη ναζιστική Γερμανία. Όχι μόνο εκδιώχθηκε σχεδόν πλήρως από τα εδάφη της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά πλέον ο Κόκκινος Στρατός βρισκόταν όλο και πιο κοντά στο Βερολίνο, ενώ οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις είδαν εκατοντάδες χιλιάδες αξιόμαχους στρατιώτες να πεθαίνουν ή να καταλήγουν αιχμάλωτοι σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Εντυπωσιασμένοι από τις επιτυχίες που σημείωσαν χάρη στη maskirovka, οι σοβιετικοί θα τη χρησιμοποιούσαν ευρέως στον ψυχρό πόλεμο που ακολούθησε. Με τις πολεμικές συρράξεις να έχουν γίνει πλέον λύση έσχατης ανάγκης, και με αντίπαλο πια τις ΗΠΑ, η τεχνική μετεξελίχθηκε και βρήκε εφαρμογή σε έναν κλάδο που γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση εκείνα τα χρόνια: Τις μυστικές υπηρεσίες, και συγκεκριμένα την διαβόητη KGB, η οποία είχε δημιουργήσει μία ολόκληρη πτέρυγα αφοσιωμένη στις τεχνικές εξαπάτησης.

Μάλιστα, η KGB είχε δημιουργήσει έναν πιο εξειδικευμένο όρο όταν αναφερόταν στις τεχνικές παραπλάνησης, το dezinformatsiya ή στα ελληνικά αποπληροφόρηση, δηλαδή η παραπλάνηση κάποιου που προσπαθεί να εξαπατήσει, εν προκειμένω οι δυτικές υπηρεσίες πληροφοριών.

Από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στον Ψυχρό, και από εκεί στο νέο status quo που δημιουργήθηκε με την κατάρρευση του τείχους του Βερολίνου και τη διάλυση της ΕΣΣΔ, η maskirovka ήταν ένα από τα σταθερά δόγματα που ακολουθούσε η Μόσχα για να εξαπατεί και παραπλανεί τους αντιπάλους της.