Στις 17 Ιουνίου 2011, προσκλήθηκα να κάνω μια εισήγηση στην κατάληψη της πλατείας Συντάγματος στην Αθήνα. Μετά τις ομιλίες, ακολούθησε η συνήθης διαδικασία, μέλη της κατάληψης των οποίων τα νούμερα είχαν τραβηχτεί τυχαία ερχόντουσαν μπροστά για να μιλήσουν στους 10.000 παρόντες ανθρώπους. Ένας άνδρας συγκεκριμένα, με εμφανή συμπτώματα φοβίας να απευθυνθεί σε κοινό, έτρεμε πριν ξεκινήσει την παρέμβαση του. Τότε έδωσε μια όμορφη ομιλία με τέλεια διαμορφωμένες προτάσεις και παραγράφους, παρουσιάζοντας ένα ολοκληρωμένο και πειστικό σχέδιο για το μέλλον του κινήματος.
«Πώς το έκανες;» τον ρώτησα αργότερα, «νόμιζα ότι θα καταρρεύσεις».
«Όταν ξεκίνησα να μιλάω», μου απάντησε αδιάφορα, «ξεστόμιζα τις λέξεις αλλά κάποιος άλλος μιλούσε. Κάποιος άγνωστος μέσα μου που υπαγόρευε τι να πω.»
Πολλοί συμμετέχοντες σε πρόσφατες εξεγέρσεις και επαναστάσεις κάνουν παρόμοιες δηλώσεις. Η πρόσφατη δουλειά μου αναφέρεται σε αυτόν τον «άγνωστο μέσα μου» (μία συνήθης περιγραφή του ασυνείδητου), αυτή τη θαυματουργή μετουσίωση που μοιράζονται οι άνθρωποι σε διαφορετικά μέρη του κόσμου.
Η νέα παγκόσμια τάξη που εγκαθιδρύθηκε το 1989 ήταν η συντομότερη στην ιστορία, όταν διακόπηκε απότομα το 2008. Διαδηλώσεις, ταραχές και εξεγέρσεις έχουν ξεσπάσει σε όλο τον κόσμο. Ούτε η επικρατούσα σκέψη, αλλά ούτε και οι ριζοσπάστες είχαν προβλέψει αυτό το κύμα, κάτι που οδήγησε σε μία μανιώδη αναζήτηση ιστορικών προηγούμενων. Ένας πρώην διευθυντής των Μυστικών Υπηρεσιών της Μεγάλης Βρετανίας το σκέφτηκε, «ένα επαναστατικό κύμα, όπως το 1848». Ο Paul Mason συμφωνεί: «Υπάρχουν δυνατοί παραλληλισμοί – πάνω από όλα με το 1848, και με το κύμα δυσαρέσκειας που προηγήθηκε το 1914». Ο Alain Badiou υποθέτει μια πιθανή «αναγέννηση της ιστορίας» σε μία νέα εποχή «ταραχών και εξεγέρσεων» μετά από μια μακρά επαναστατική περίοδο. Τελικά, πάντως, η ιστορία είτε αποβάλλεται είτε είναι θνησιγενής και ο Badiou διαφωνεί έντονα με την δήλωση μου ότι έχουμε μπει σε μια εποχή αντίστασης.
Σε ένα συνέδριο στο Παρίσι τον Ιανουάριο του 2013, ήμουν στο ίδιο πάνελ με τον Badiou. Μετά την παρουσίαση μου, ο Alain ξεκίνησε: «Σίγουρα θαυμάζω την ευγλωττία του φίλου μου και συντρόφου Κώστα Δουζίνα που έχει στηρίξει την ομολογούμενη αισιοδοξία του με συγκεκριμένες αναφορές στο τι θεωρεί εκείνος ότι συνιστά πολιτικό νεωτερισμό της αντίστασης των ανθρώπων στην Ελλάδα, όπου μάλιστα διέκρινε την ανάδυση ενός νέου πολιτικού υποκειμένου». Όταν άκουσα το επόμενο επιχείρημα, θεώρησα ότι είχα παρεξηγήσει: παρόλο που το κουράγιο και η εφευρετικότητα της αντίστασης είναι αιτία ενθουσιασμού, δεν είναι ούτε νεωτερική, ούτε αποτελεσματική. Τα ίδια πράγματα έγιναν τον Μάη του ΄68, στην Πλατεία Ταχρίρ και ακόμα και την εποχή του «Σπάρτακου και του Thomas Munzer».
Ήμουν ένοχος για την κατηγορία της αισιοδοξίας. Έχουμε μπει σε μια εποχή αντίστασης. Νέες φόρμες, στρατηγικές και υποκείμενα αντίστασης και εξέγερσης παρουσιάζονται τακτικά χωρίς την γνώση ή την καθοδήγηση του Alain Badiou, Slavoj Zizek, Antonio Negri. Ο συγχρονισμός τους είναι απρόβλεπτος, αλλά η εμφάνιση τους σίγουρη. Καθώς η αντίσταση διαδίδεται στην υφήλιο, από τις χτυπημένες λόγω λιτότητας χώρες έως την Τουρκία και τη Βραζιλία, τα πρώην χρυσά αγόρια του νεοφιλελευθερισμού έως τη Βοσνία- Ερζεγοβίνη και την Ουκρανία, η φιλοσοφία έχει την ευθύνη να διερευνήσει την σύγχρονη επιστροφή της και να αναπτύξει ένα σύστημα ανάλυσης της.
Με μία πιο στρατηγική ματιά, είναι σημαντικό να ακολουθήσουμε την συμβουλή του Kant στα όψιμα πολιτικά του κείμενα, κάτι σαν ψήφο εμπιστοσύνης για τις φιλοσοφικές δημόσιες σχέσεις πριν από την εποχή του. Στη φιλοσοφία του Καντ για την ιστορία, η φύση εγγυάται την ενδεχόμενη πολιτική ένωση της ανθρωπότητας σε ένα κοσμοπολίτικο μέλλον. Αλλά δεδομένης της ευκαιρίας μιας δημόσιας ακρόασης, ο φιλόσοφος πρέπει να συνεχίσει να κηρύττει το αναπόφευκτο του κοσμοπολιτισμού, προσφέροντας μια χείρα βοηθείας στην πρόνοια. Κατά παρόμοιο τρόπο και μετά τις επανειλημμένες αιτιάσεις για το «τέλος της ιστορίας», το «τέλος της ιδεολογίας» και τη νέα τάξη πραγμάτων, είναι σημαντικό για την αριστερά να διακηρύξει ότι η ριζοσπαστική αλλαγή έχει καταστεί εκ νέου δυνατή.
Στον 20ο αιώνα, η αριστερά συνέλλεξε έναν μακρύ κατάλογο προφητών και γκρουπούσκουλων που υποσχέθηκαν την επανίδρυση της μίας και μόνης ή της σωστής κομμουνιστικής οργάνωσης. Σε προηγούμενες παρεμβάσεις, ο Badiou εξήγησε ότι η «αντίσταση» (εντός ειρωνικών εισαγωγικών) του κινήματος κατά της παγκοσμιοποίησης ήταν μια δημιουργία της εξουσίας. Το κίνημα είναι «ένας άγριος φορέας» παγκοσμιοποίησης και «επιδιώκει να σκιαγραφήσει, για το άμεσο μέλλον, τις μορφές άνεσης που απολαμβάνουν οι αδρανείς μικροαστοί του πλανήτη μας».
Ζεσταίνοντας το θέμα, ο Badiou προχώρησε σε μία επίθεση στον Negri («έναν αναχρονιστικό ρομαντικό»), ο οποίος είναι γοητευμένος την «ευελιξία και τη βία» του κεφαλαίου. Αποκάλεσε το πλήθος μια «ονειρική ψευδαίσθηση», η οποία διεκδικεί το δικαίωμα «για τους αδρανείς του πλανήτη μας … να απολαμβάνουν χωρίς να κάνουν οτιδήποτε, αφιερώνοντας ιδιαίτερη μέριμνα για την αποφυγή κάθε μορφής πειθαρχίας, ενώ γνωρίζουμε ότι η πειθαρχία, σε όλους τους τομείς, είναι το κλειδί για την αλήθεια».
Τέλος, ο ίδιος απέρριψε τον χαρακτηρισμό «κίνημα», επειδή τίθεται «σε συνδυασμό με τη λογική του κράτους». Η πολιτική πρέπει να κατασκευάσει «νέες μορφές πειθαρχίας για να αντικαταστήσει την πειθαρχία των πολιτικών κομμάτων».
Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, η κομμουνιστική αντίσταση πρέπει να μείνει μακριά από το κράτος, να αφομοιώσει την ιδέα του κομμουνισμού και να δημιουργήσει μια πολύ πειθαρχημένη οργάνωση που δρα προς τους ανθρώπους με έναν αποφασιστικό και αυταρχικό τρόπο. Η κομμουνιστική οργάνωση «θέλει να γιορτάσει τη δική της δικτατορική εξουσία, δικτατορική επειδή είναι επ’ άπειρον δημοκρατική».
Αυτό είναι το είδος της οργάνωσης που οι πρόσφατες εξεγέρσεις απέρριψαν και με καλό λόγο: τόσο λόγω της ιστορίας της αριστεράς και, ακόμα σημαντικότερα, διότι οι κοινωνικοοικονομικές αλλαγές του ύστερου καπιταλισμού έχουν κάνει την έννοια μιας λενινιστικής οργάνωσης όχι μόνο περιττή αλλά και ανεπιθύμητη και αντιπαραγωγική.
Από μία εντελώς διαφορετική, αν όχι αντιθετική, προοπτική και με μεγαλύτερο ενδιαφέρον στην αρχή της ηδονής από ότι στην ενόρμηση του θανάτου (και σε κόμματα από ότι στο κόμμα), το πρόσφατο βιβλίο του Howard Caygill φαίνεται να συμμερίζεται την απαισιοδοξία. Οι τελευταίες γραμμές του αναφέρονται στις σύγχρονες αντιστάσεις και καταλήγουν: «η αντίσταση ασχολείται με την προκλητική απονομιμοποίηση των υφιστάμενων και δυνητικών κυριαρχικών δομών , αλλά χωρίς καμία προοπτική προς κάποια τελική έκβαση, με το πρόσχημα μιας επαναστατικής ή ρεφορμιστικής λύσης- αποτελέσματος. Η πολιτική της αντίστασης συγγενεύει με αυταπάτες και είναι χωρίς τέλος».
Όμως παρά τις επιφυλάξεις των απαισιόδοξων, ο αέρας μυρίζει αντίσταση και επανάσταση. Φαίνεται σαν η «κουκουβάγια της σοφίας» του Hegel («owl of Minerva» ο ακριβής όρος) να μην έχει εγκαταλείψει τη φωλιά της. Συμβαίνει αυτό επειδή δεν βρισκόμαστε ακόμα στο «σούρουπο»; Με άλλα λόγια, οι φιλόσοφοι δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην πολιτική και κοινωνική αναταραχή επειδή η εποχής της αντίστασης δεν είναι κοντά στην κατάληψη της, όπως πίστευε ο Hegel; Ή αυτό είναι το αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης θεωρητικής και πολιτικής σκλήρωσης εκ μέρους των ριζοσπαστικών θεωρητικών;
Η αποτυχία, η ήττα, η δίωξη και η επακόλουθη παράνοια είναι σημάδια της αριστεράς. Η αριστερά έχει μάθει να βρίσκεται υπό διωγμό, να αποτυγχάνει, να ηττάται και να καταπίνει τις ήττες της. Ένας υπομονετικός μαζοχισμός κρύβεται στα καλύτερα αριστερά βιβλία: πολλά είναι ιστορίες αποτυχίας και του εξορθολογισμού τους. Είναι αλήθεια ότι η Αριστερά έχει χάσει πολλά: την ενωμένη ανάλυση και ενωμένο κίνημα, την εργατική τάξη ως πολιτικό υποκείμενο, την αδυσώπητη προς τα εμπρός κίνηση της ιστορίας, την σχεδιασμένη οικονομία ως εναλλακτική λύση προς τον καπιταλισμό.