Τον περασμένο Οκτώβρη κι ενώ η προ-οσκαρική σεζόν των βραβείων ήταν προ των πυλών, ο Quentin Tarantino έδινε τη δική του λίστα με τις καλύτερες ταινίες του 2013. Ανάμεσά τους τα «Gravity», «Blue Jasmine» και «Before Midnight» που τελικά, όπως αναμενόταν άλλωστε, κέρδισαν τις υποψηφιότητές τους σε βασικές κατηγορίες, με το πρώτο να σαρώνει. Λίγες μέρες αργότερα ο ιδιοφυής δημιουργός πρόσθεσε μία ακόμη ταινία στις αγαπημένες του, χαρακτηρίζοντάς την όχι απλά μεταξύ των καλύτερων, αλλά την καλύτερη της χρονιάς που έφυγε!
Το «διαμάντι» που ανακάλυψε έχει τον τίτλο «Big Bad Wolves», είναι ένα θρίλερ εκδίκησης από το Ισραήλ, και χρειάστηκε να ταξιδέψει ο Tarantino μέχρι το Μπουσάν της Νότιας Κορέας προκειμένου να παραστεί στο εκεί διεθνές κινηματογραφικό φεστιβάλ για να δει, κατά τύχη, και την ταινία που τον έκανε να αναθεωρήσει τη λίστα του, και να της δώσει την περίοπτη πρώτη θέση. Μέχρι να πάθει την πλάκα του με το «Big Bad Wolves», η κατάρτιση της λίστας ήταν τυχαία χωρίς σειρά προτίμησης.
Κι επειδή σίγουρα οι ταινίες που φτάνουν στα Όσκαρ, δεν είναι οι μόνες σπουδαίες από την ετήσια κινηματογραφική σοδειά, όπως για παράδειγμα το «Prisoners» που πάλι καλά που του έδωσαν υποψηφιότητα για τη Διεύθυνση Φωτογραφίας, κι επειδή φυσικά…in Tarantino we trust, αναζητήσαμε, είδαμε και σας παρουσιάζουμε το μικρό κινηματογραφικό «θαύμα» που δεν ήταν καν η υποβολή υποψηφιότητας της χώρας προέλευσής του, το Ισραήλ, για την κατηγορία της Ξενόγλωσσης. Όχι βέβαια ότι μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά με μία αμοραλιστική torture porn ιστορία! Η Ακαδημία μάλλον θα έκαιγε την κόπια!
Ένας θεωρητικά καλός αστυνομικός, που πιστεύει στην απόδοση δικαιοσύνης εκτός νόμου, ένας πατέρας που αναζητά εκδίκηση για το θάνατο της κορούλας του , τελευταίο θύμα σεξουαλικής κακοποίησης και αποτρόπαιου φόνου, «έργο» ενός κατά συρροή μανιακού παιδόφιλου, κι ένας φαινομενικά άκακος δάσκαλος που συλλαμβάνεται ως ύποπτος αλλά αφήνεται ελεύθερος λόγω γκάφας. Ο πατέρας παίρνει το νόμο στα χέρια του, ο αστυνομικός γίνεται συνεργός και ο φερόμενος ως δράστης, θα υποστεί τη βία και τα βασανιστήρια που υπέστησαν τα κοριτσάκια θύματα ενός άρρωστου ψυχάκια.
Βία, βαρβαρότητα, ενοχλητικά ηθικά διλήμματα, στο βάθος το παραμύθι της Κοκκινοσκουφίτσας και ο Κακός Λύκος, αρρωστημένο χιούμορ και ανατροπές, είναι τα χαρακτηριστικά της ταινίας που βαδίζει σε επικίνδυνα μονοπάτια αλλά καταφέρνει να ισορροπεί σε μία εξαιρετικά λεπτή γραμμή. Κι αυτά είναι προφανώς τα στοιχεία που εκτίμησε ο Tarantino.
Εκ πρώτης όψεως, το «Big Bad Wolves» φέρνει αναπόφευκτα στο μυαλό την άλλη έκπληξη της περασμένης χρονιάς , το θρίλερ εκδίκησης «Prisoners» με τον Hugh Jackman, καθώς και στα δύο έχουμε να κάνουμε με εγκλήματα με θύματα παιδιά, έναν βασικό ύποπτο που αφήνεται ελεύθερος από άτυχο χειρισμό της αστυνομίας και που το σενάριο «παίζει» για το αν είναι αθώος ή ένοχος, κι έναν απεγνωσμένο πατέρα που «το χάνει» και αποφασίζει να πάρει το νόμο στα χέρια του, με τις δύο ταινίες να θέτουν το δίλημμα : ναι ή όχι στην αυτοδικία;
Ωστόσο, απέναντι στην ατμοσφαιρική, πιο δραματική, με εξέλιξη χαρακτήρων και υπόκωφη δύναμη ταινία του Denis Villeneuve, το «Big Bad Wolves» είναι πιο ωμό ,σαδιστικό, στυλιζαρισμένο, με νοσηρό χιούμορ, με μία αδιόρατα αλληγορική αίσθηση πολιτικού σχολιασμού για τις πρακτικές βασανιστηρίων, και στο σύνολό του προκλητικό. Ποιος είναι τελικά ο Κακός Λύκος με προβιά προβάτου; Ο σκληρός βασανιστής που κρύβεται στην ψυχή ενός πατέρα απέναντι σε ότι πιο φρικτό μπορεί να βιώσει ένας γονιός, ο προστάτης του νόμου που χρησιμοποιεί αντίστοιχες πρακτικές για να αποσπάσει ομολογίες, κάτι που γυρνάει μπούμερανγκ και οδηγεί εξαρχής στην απελευθέρωση του «υπόπτου», ή ο δάσκαλος, η φιγούρα που εμπιστεύθηκαν οι γονείς τα παιδιά τους για να τα καθοδηγήσει;
Από τις ταινίες που παίζουν με το μυαλό, τα συναισθήματα, και τα όρια του θεατή μέχρι το τελευταίο καρέ, το «Big Bad Wolves» ανήκει σ’ εκείνες τις κινηματογραφικές προκλήσεις που θα θελήσεις να ξαναδείς, και να ξαναπαίξεις το κτηνώδες παιχνίδι που θα σε υποβάλει σε μία βασανιστική συναρμολόγηση ενός αμφιλεγόμενου παζλ. Μια ταινία υποκινούμενη από την εκδίκηση, όπως και οι αντι-ήρωές της, που μέσα από τις τύπου «Saw» πρακτικές «τιμωρίας», κραυγάζει την εναντίωσή της απέναντι στο καταστροφικό, όπως κι αν το δεις, αυτό ένστικτο.
Η ταινία, αφού.. περιόδευσε πέρυσι σε διάφορα διεθνή φεστιβάλ όπως του Σικάγο, του Βανκούβερ, το After Dark του Τορόντο αλλά και το Tribeca, καθώς και τις αθηναϊκές Νύχτες Πρεμιέρας, βγήκε από την περασμένη εβδομάδα σε περιορισμένο αριθμό αιθουσών στις ΗΠΑ και του Καναδά. Στην Ελλάδα θα είναι έκπληξη να βγει σε διανομή αλλά αν κάπου με κάποιο τρόπο την πετύχετε, έστω για home entertainment , δώστε της κι εσείς μια ευκαιρία. Το αν είναι η καλύτερη ταινία της χρονιάς, είναι υποκειμενικό και θέμα γούστου, οφείλουμε πάντως ένα ευχαριστώ στον Tarantino που μας άνοιξε τα μάτια για να ανακαλύψουμε μία ακόμη πραγματικά πολύ καλή ταινία, καλύτερη από αρκετά περισσότερες , ειδικά στο είδος των θρίλερ, που βγαίνουν κάθε χρόνο και «πουσάρονται» μ’ αυτόν τον χαρακτηρισμό.