Η παγκόσμια επιτυχία απαιτεί πλήθος παραμέτρων (επιτυχημένων, επίσης) για να επιτευχθεί. Και ένας επαγγελματίας σαν τον Martin Scorsese, το ξέρει πολύ καλά αυτό.
Και η επιλογή του πολυβραβευμένου σκηνοθέτη να εμπιστευτεί τη θρυλική σχεδιάστρια κοστουμιών Sandy Powell, μόνο τυχαία δεν ήταν, αφού θεωρείται ειδική στα κοστούμια εποχής. Το 1998, κέρδισε το Όσκαρ για το καλύτερο σχέδιο κοστουμιών για τη δουλειά της στο «Shakespeare in Love», που εκτυλίσσεται στο Λονδίνο γύρω στο 1593. Το 2004, ζευγαρώνει τα Oscar για το «The Aviator» (το πρώτο μισό του 20ου αιώνα), ενώ το 2010 κάνει ένα ονειρεμένο οσκαρικό χατ-τρικ, με το «The Young Victoria».
Φυσικά, υπάρχουν δουλειές της που… απλώς έλαβαν υποψηφιότητες για Oscar, όπως τα «Orlando», «The Wings of the Dove», «Velvet Goldmine», «Gangs of New York», «Mrs Henderson Presents», «The Tempest» και «Hugo».
Και παρόλη την εμπειρία της, η Powell ήταν λίγο σαστισμένη όταν ο Scorsese της ζήτησε να είναι εκείνη που θα ντύσει τον «Jordan Belfort» και τους άλλους συναδέλφους του, χρηματιστές, στην ταινία «Ο Λύκος της Wall Street». Γιατί σάστισε; Η άνοδος και η πτώση του Belfort συντελείται στη δεκαετία του ’90, μια περίοδο που είναι ακόμη πολύ φρεσκιά. «Η πρόσφατη ιστορία είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να αναδημιουργηθεί», τονίζει η Πάουελ στο The Daily Beast. «Δεν είμαστε αρκετά μακριά από αυτό για να τη δούμε ξεκάθαρα», συμπληρώνει.
Πώς έμοιαζε η δεκαετία του 90; «Τι φορούσαν οι πραγματικοί άνθρωποι τότε; Ακόμη και τώρα, σχεδόν 15 χρόνια αργότερα, είναι κάπως δύσκολο να πω. Υπήρχε η τάση grunge, φυσικά και η τάση της hip – hop. Αλλά για διάφορους λόγους, η δεκαετία του ’90 έχει αποδειχθεί πιο δύσκολη για να εντοπιστούν τα διάφορα trends και να γίνουν “ταμπέλες” όπως συνέβη για τις προηγούμενες δεκαετίες. Τι είχε η δεκαετία του ‘50; “Leave it to Beaver”. Του ‘60; Το “Mad Men” και μετά το “Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band”. Η δεκαετία του 70; Ένα μικρό “Hotel California”, ένα μικρό “Saturday Night Fever”. Και τα 80’s είναι το πιο εύκολο από όλα. Αρκετά συχνά απεικονίζονται ως κωμωδία» σημειώνει η Powell. «Είναι πάντα οι πιο υπερβολικές και γελοίες εμφάνισεις. Οι σκηνές της δεκαετίας του ’80 (στην αρχή του The Wolf of Wall Street) ήταν πολύ πιο εύκολο να επιτευχθούν από τη δεκαετία του ’90».
Αλλά η Powell τα κατάφερε. Αποτύπωσε την εικόνα των 90’s.
Ο «Λύκος της Wall Street» είναι πολλά πράγματα. Ένα διαρκές όργιο με πόρνες και ναρκωτικά, ένα κατηγορητήριο για το πώς ζούσαν εκείνοι οι χρηματιστές που οδήγησαν τις ΗΠΑ στο οικονομικό κραχ του 2008. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το τι είναι το αμερικανικό σινεμά, δοσμένο από έναν master.
Η ταινία είναι επίσης και η πρώτη που αποτυπώνει αληθινά τη δεκαετία του ’90, που αποτελεί το απόσταγμα της εποχής του Clinton, του Seinfield, του America Online και την παρουσιάζει στο κοινό σαν να ήταν κάτι το μακρινό. Τα κοστούμια της Powell αποτελούν ένα νοσταλγικό ταξίδι για όσους έζησαν τη συγκεκριμένη περίοδο, αλλά και ένα «αλφαβητάρι» για όσους δεν ήταν εκεί.
Πολύτιμη βοήθεια για την Powell αποτέλεσαν οι φωτογραφίες που της έδωσε ο ίδιος ο Belfort. «Μου έδωσε υλικό από την οικογένειά του, τους φίλους του, που ήταν χρήσιμο. Επίσης χρησιμοποιήσαμε υλικό από τα περιοδικά GQ και Arena, αλλά και όλα τα γυναικεία περιοδικά», αποκαλύπτει η ταλαντούχα καλλιτέχνιδα.
Όταν Scorsese της έδωσε τη δουλειά, είχε μόνο ένα αίτημα: «Βεβαιωθείτε ότι τα κοστούμια έχουν σχεδιαστεί για να συμβάλουν στο “χτίσιμο” των χαρακτήρων και να πουν την ιστορία». Και η Powell είχε πολλή δουλειά. Ο Belfort ήταν ένας αριβίστας σε έναν κόσμο που έχει πάντα εμμονή με το status, οπότε είχε ήδη την ανάγκη να προβάλλει την προσωπικότητά του μέσα από το ντύσιμό του. (Όπως είχε πει και ο Andre Agassi το 1990, «η εικόνα είναι τα πάντα»)
Επίσης, η ταινία καλύπτει ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής του Belfort, πάνω από μια δεκαετία, πράγμα που σημαίνει ότι η εξέλιξη της ενδυμασίας του θα αντικατοπτρίζει αναπόφευκτα το μεγαλύτερο παραμύθι που ο Scorsese θα προσπαθούσε να πει.
Η Powell το θέτει κάπως έτσι: «Όλα έχουν να κάνουν με τα κοστούμια». Στην αρχή της ταινίας, ο Belfort φτάνει στη Wall Street ως ένα χαμηλόβαθμο στέλεχος. Στο ρόλο του αφεντικού του συναντάμε τον Matthew McConaughey, που φορά ένα σκούρο κοστούμι pin stripe, σταυρωτό, με μεγάλα πέτα. Μπλε πουκάμισο με ρίγα και λευκό γιακά. Και μια κόκκινη γραβάτα με μοτίβα. Ο φτωχός Belfort από την άλλη, φορά γκρι κοστούμι, λευκό πουκάμισο και γραβάτα με γεωμετρικά μοτίβα. Σαν πωλητής μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, δηλαδή.
«Είναι ένα κοστούμι από τη δεκαετία του ’80, που στα μάτια μας τώρα φαίνεται πάρα πολύ μεγάλο», λέει η Powell. «Έπρεπε να δείξω πως ήταν το φθηνό κοστούμι, αυτό που μπορούσε να αγοράσει ο φτωχός Belfort, εκείνη την εποχή».
Γρήγορα η υπεύθυνη κοστουμιών συνειδητοποίησε πως αυτό που σκεφτόμαστε για τη δεκαετία του ‘80, οι υπερβολική γραμμές και τα δυνατά χρώματα, δηλαδή, στην πραγματικότητα κράτησαν μέχρι το 1995. «Τα πάντα γύρω από το “κόψιμο” των κοστουμιών του ’80 ήταν υπερβολικό, από το πλάτος των ώμων έως τις πιέτες των παντελονιών», εξηγεί. «Η δεκαετία του ’90 έγινε λιγότερο πολύχρωμη και λίγο πιο συντηρητική, με πολύ μαύρο. Η σιλουέτα… εξορθολογίστηκε και έδειχνε πλέον πιο μακριά και λιγότερο ως… κουτί»!
Και έτσι όπως αλλάζει η μόδα στην ταινία -μαζί με την τύχη του Belfort- είναι λογικό να αλλάζει και το στυλ των κοστουμιών του. Για να συμβεί αυτό, η Powell έπρεπε να εισβάλλει στο αρχείο του Armani. «Ο Armani έχει μια μακροχρόνια σχέση με τον Martin Scorsese», σημειώνει καθώς περιγράφεται η άνοδος του πρωταγωνιστή (Leonardo Dicaprio). «Το σακάκι γίνεται πλέον εφαρμοστό, “ρευστό” και “δομημένο”, ταυτόχρονα».
Αλλά και τα κοστούμια του Armani δεν διαρκούν πολύ. «Ο Belfort ξεκινά από τα φθηνά κοστούμια, πηγαίνει στα Armani, το οποίο είναι αυτό που ο καθένας στη δεκαετία του ’80 φιλοδοξούσε να φορέσει και στη συνέχεια στρέφεται στα tailored της Savile Row. Πετούσε μόνο για να κάνουν ένα ραντεβού με τον ράφτη του στο Λονδίνο», σημειώνει η τρις βραβευμένη με Oscar.
O Belfort περνά τις ώρες στο γραφείο του μέσα σε fit, ριγέ, μονόπετα κοστούμια, ενώ στη συνέχεια επιλέγει ξεκούμπωτα πουκάμισα Polo, τεράστια γυαλιά ηλίου και χαλαρά, λινά παντελόνια, έχοντας για παρέα στο γιοτ του, μοντέλα έτοιμα για party.
Και μπορεί τα κοστούμια να είναι στο επίκεντρο της ταινίας, αλλά οι φρικτές, ιταλικές μεταξωτές γραβάτες, είναι αυτές που κλέβουν πραγματικά την παράσταση. Βρίσκονται παντού και είναι αποτρόπαιες. Καλικατζούρες, τετράγωνα, «σταγόνες». Εκατοντάδες μοτίβα, που φορούν όλοι οι χαρακτήρες, καμία από τις οποίες κανείς λογικός άνθρωπος δεν θα φορούσε σήμερα. Είναι ένα αξιόλογο «πραξικόπημα» της Powell που μας ταξιδεύει πίσω στο χρόνο, σε μια εποχή αντιπαθητικού πλούτου και άφθονου άσχημου γούστου.
«Η γραβάτα λίγο-πολύ. μπορεί να καθορίσει μια εποχή», εξηγεί η ίδια. Έτσι, προσπάθησε με την ομάδα της να βρει πραγματικά παραδείγματα από την περίοδο. Έψαχναν σε μαγαζιά και παζάρια να βρουν από την ακριβώς σωστή γραβάτα. «Δεν σταματούσα να αγοράζω», θυμάται.
Το αποτέλεσμα της δουλειάς της Powell είναι μια απρόσκοπτη απεικόνιση μιας δεκαετίας που τα έχει όλα, αλλά αγνοείται από το Χόλιγουντ. Είναι αρκετή για να εμπνεύσει μια ευρύτερη αναβίωση της δεκαετίας του ‘90. Η Powell είναι πεπεισμένη για ένα πράγμα. Ερωτηθείς αν οι σιλουέτες και τα σχέδια της περιόδου είναι έτοιμα για ένα come back, απαντά με ένα ηχηρό «ναι!»!