Στούπα Μεσσηνιακής Μάνης, απογευματάκι 9ης Ιουλίου 2011, παραλία Καλογριάς. Σε ένα τασάκι στο εκεί μπιτσόμπαρο, έσβησα τη γόπα από το τελευταίο τσιγάρο της ζωής μου. Ο καπνός της τελευταίας τζούρας πρέπει να κατέβηκε μέχρι το πάγκρεας. Εγώ, που «έκανα καλά» ένα ολόκληρο πακέτο καπνού σε λιγότερο από 35 ώρες, είχα αποφασίσει να τα βάλω με τον δαίμονα. Δεν πήγαινε άλλο, είχα γίνει σκλάβος του.

Μετά από εννιά χρόνια ανελέητου ντουμανιάσματος, τα σημάδια της ανορθολογικής αυτής συνήθειας είχαν αρχίσει κιόλας να γίνονται εμφανή: στο περπάτημα, στις σκάλες, στη διάθεση, στον ύπνο, στη μυρωδιά των ρούχων και του σώματος. Στο ίδιο το σώμα. Στη μουρμούρα του ακραία αντικαπνιστή αδερφού μου, που κάθε φορά που έμπαινε σπίτι με στραβοκοίταζε και ήταν έτοιμος για τσακωμό. Στους γονείς, που δεν είχαν βάλει ποτέ τους τσιγάρο στο στόμα και ήταν αναγκασμένοι να εισπνέουν τον καρκίνο μου, επειδή ετσιθελικά είχα μετατρέψει το σαλόνι του σπιτιού σε καπνιστήριο.

Φανατικός αντικαπνιστής μέχρι τα 18, ξεκίνησα το κάπνισμα μόλις κατέβηκα στο Ρέθυμνο για σπουδές. Το μεγαλύτερο, χωρίς δεύτερη σκέψη, λάθος της ζωής μου. 

Με αυτά και με εκείνα, τζούρα στη τζούρα, στρίψιμο στο στρίψιμο, έφτασε «η Ημέρα της Καλογριάς». Βήμα μεγάλο, το άγχος για το αν θα αντέξω εξίσου μεγάλο, το δούλεμα από τους (επίσης καπνιστές) φίλους τεράστιο. «Δεν ντρέπεσαι που θα κυκλοφορείς με την κουμούτσα;», με πίκαραν για το ηλεκτρονικό τσιγάρο που άρχισα να χρησιμοποιώ από εκείνη την ημέρα ως μέσο διακοπής του καπνίσματος. Και πράγματι. Στην αρχή δεν το είχα. Με παραξένευε η γεύση, ο όγκος, η γενικότερη του αίσθηση.

Και να ‘μαι. Πένετε χρόνια μετά, καμία ντροπή, μόνο περηφάνια για το βάρος που κατάφερα να αποβάλλω από πάνω μου. Κι από μέσα μου. Κυρίως από μέσα μου. Άκου/διάβασε κι αυτό: Τα δύο τελευταία χρόνια συμμετείχα και τερμάτισα σε δύο μαραθώνιο (αν έγραφα την παραπάνω πρόταση πριν από μερικά χρόνια, θα γελούσε το πληκτρολόγιο ξελιγωμένο στην αγκαλιά του mouse).

Τη λύση του ηλεκτρονικού, ακολούθησαν αρκετοί από την παρέα. Άλλοι τα κατάφεραν κι άλλοι τα παράτησαν. Από τους εφτά καπνίζοντες, τρεις μονάχα συνεχίζουν να βγάζουν κυκλάκια από το στόμα. Τραγική ειρωνεία; Είναι οι ίδιοι που συνεχίζουν να μου «χτυπάνε» ότι το ηλεκτρονικό τσιγάρο βλάπτει. Κάνοντας κυκλάκια, επαναλαμβάνω.

Και δεν είναι οι μόνοι. Έχω συναντήσει αρκετούς κι αρκετές που κατά καιρούς θέλουν να με… νουθετήσουν και μου κουνάνε το δάχτυλο επειδή χρησιμοποιώ ηλεκτρονικό. Οι ίδιοι, βέβαια, κρατούν τσιγάρο στο κιτρινιασμένο τους χέρι και δύσκολα πείθονται για την βλαβερότητά του, δεν έχουν δει, δεν έχουν ακούσει, δεν έχουν διαβάσει. Αντίθετα μπουρδολογούν ασταμάτητα, «το ηλεκτρονικό είναι βλαβερό. Γεμίζει υγρό στους πνεύμονες!». Τους το ‘πε κάπου, κάποιος, κάποτε και για αυτό το αποφεύγουν και μένουν πιστοί στο τσιγάρο οριτζινάλε οι επιπτώσεις του οποίου δεν έχουν ακόμη αποσαφηνισθεί από την επιστημονική κοινότητα…

Λες και δεν έχουν βγει μελέτες από το Ωνάσειο που δεν εντοπίζουν κάτι το μεμπτό στη χρήση ηλεκτρονικού. Λες και δεν έχουν δημοσιευτεί άρθρα σε έγκυρα περιοδικά-κολοσσούς όπως ο Economist που επιβεβαιώνουν το συγκριτικό πλεονέκτημα της στροφής προς το ηλεκτρονικό τσιγάρο.

Ότι και να λένε οι έρευνες, πάντως, ότι και να λένε τα άρθρα, το βραχνά αυτόν δεν το ξεφορτώνεσαι ούτε με ηλεκτρονικό, ούτε με τσιρότα και υποκατάστατα νικοτίνης, ούτε με τάματα στον Άη Ονούφρη τον Τσιγαροκόφτη. Αν δεν το λέει η ψυχούλα σου, αν η εικόνα του να μην ξαναβάλεις γόπα στο στόμα σου προκαλεί ανατριχίλα και εκνευρισμό, μην το προσπαθήσεις καν. Αλλά αν το κάνεις, να ξέρεις πως θα αξίζει κάθε, μα κάθε ικμάδα της υπερπροσπάθειάς σου.