Η πρώτη βροχή του χειμώνα σε βρίσκει ακριβώς εκεί που σε άφησε η τελευταία βροχή της άνοιξης, με λάθος ρούχα, παπούτσια και φυσικά χωρίς ομπρέλα. Η πρώτη βροχή του φετινού χειμώνα έπεσε στο Μοναστηράκι, εκεί που η πλατεία μυρίζει σπιτικό φαγητό που αχνίζει, εκεί που αγάπη φτάνει και περισσεύει. Η πρώτη βροχή του χειμώνα ανήκει στον Κωνσταντίνο Πολυχρονόπουλο και σε όλους εκείνους τους ανθρώπους που στιγματίζουν την καθημερινότητα μας, γιατί ποτέ δε θέλησαν να ανοίξουν ομπρέλα.

Λίγο πριν ανάψει φωτιά στην πιο βροχερή μέρα του φθινοπώρου και κάτω από ένα υπόστεγο στην καρδιά της Αθήνας, ο κύριος Κώστας μου μίλησε για το παρελθόν του για να κατανοήσω το παρόν του, μου εξήγησε ποιες ταμπέλες ζωής τον οδήγησαν στο να μαγειρεύει καθημερινά για εκατοντάδες ανθρώπους σε κάθε γωνιά αυτής της πόλης.

«Το 2009, απολύθηκα μετά από εικοσιπέντε χρόνια απ’ την πολυεθνική που δούλευα. Αρχικά, πίστευα ότι σύντομα θα μπορέσω να βρω κάποια άλλη δουλειά, κάτι που μέχρι τα τέλη του 2010 δεν είχε συμβεί. Δεν ήταν εύκολα τα πράγματα για μένα, κλείστηκα στο σπίτι και στον εαυτό μου, έγινα ο επαναστάτης του καναπέ και του internet.» 

Κόσμος σταματά τη κουβέντα μας για εγκάρδιες αγκαλιές και σφιχτές χειραψίες. Όσα μου περιγράφει ανήκουν σ’ ένα κοντινό παρελθόν που όμως μοιάζει μακρινό. «Ένιωθα ένα παράσιτο, ένας άντρας σαράντα πέντε χρονών που δεν είχε τίποτα πια να προσφέρει στην κοινωνία τους. Έπρεπε να συνέλθω το συντομότερο και έτσι το τέλος γίνηκε αρχή σε μια λαϊκή αγορά στο Αιγάλεω, εκεί που τα πιτσιρίκια χτυπιόντουσαν στα σκουπίδια για ένα σάπιο φρούτο, εκεί που θάψαμε την ανθρωπιά μας. Τρόμαξα με τους ανθρώπους και τον εαυτό μου. Συνηθίσαμε να προσπερνάμε αυτές τις εικόνες, νεκρώσαμε το συναίσθημα μας».

Μου περιγράφει τις τότε αγωνίες του, πώς θα κατάφερνε να προσφέρει, πώς θα μπορούσε να επικοινωνήσει το φαγητό ώστε να μάθει τις ανάγκες των ανθρώπων, χωρίς η πράξη του να θεωρηθεί φιλανθρωπία, συσσίτιο ή ελεημοσύνη, λέξεις που συμφωνήσαμε ότι απεχθανόμαστε. «Πρόκειται για γεύμα αγάπης, αλληλεγγύης και σεβασμού απ’ τον άνθρωπο στον άνθρωπο. Δεν υπάρχει καμία διάκριση καμία προϋπόθεση γι’ αυτόν που θα πάρει φαγητό από εμάς. Ό,τι ρίχνω στην κατσαρόλα μου, είναι πράγματα που μου έχει δώσει ο απλός κόσμος. Δε δέχομαι προσφορές από καμία πολυεθνική παρά μόνο απ’ τον άνθρωπο που θα έρθει ανώνυμα, να προσφέρει το οτιδήποτε. Δεν ευχαριστώ κανέναν, αυτό είναι η αλληλεγγύη!» 

Ο Ευρωπαίος Πολίτης του 2015, είναι ο κύριος Κώστας, ένας πολίτης που δεν αναγνωρίζει μια ήπειρο που πνίγηκε στον κανιβαλισμό της, παρασέρνοντας τους ανθρώπους της να ζουν και να πεθαίνουν στο δρόμο της λιτότητας και της απονιάς. «Η μόνη Ευρώπη που δέχομαι, είναι αυτή του πολιτισμού και της ανθρωπιάς χωρίς διακρίσεις. Από μόνη της η φράση Ευρωπαίος πολίτης είναι ρατσιστική. Για τους λόγους αυτούς, δεν μπορώ να παραλάβω το βραβείο αυτό». 

Οι άνθρωποι δεν πρέπει να αφήνονται στο έλεος τους γιατί τότε δικαιολογούνται και τα πιο άγρια ένστικτά τους, ένστικτα που θεριεύουν στα βάρβαρα χρόνια της κρίσης και της προσφυγιάς. Θυμάται το καλοκαίρι και τη Μυτιλήνη, δεν θα ξεχάσει ποτέ τους μαύρους εκείνους μήνες. «Οι δυο μήνες στη Μυτιλήνη σημάδεψαν τη ζωή μου ολοκληρωτικά. Πρώτη φορά μαγείρεψα για δυο χιλιάδες άτομα. Είδα ανθρώπους να μένουν στο δρόμο διωγμένοι από πόλεμο και να με βοηθούν στο μαγείρεμα. Άνθρωπος έβαλε το μαχαίρι στο λαιμό του απειλώντας ότι θα αυτοκτονήσει αν δεν του έδινα φαγητό για τα παιδιά του».

Δεν ψήφισε στις εκλογές, δεν τον αφορά η κομματική πολιτική, τον αφορά μόνον ο άνθρωπος και πώς αυτός θα κατανοήσει τον διπλανό του. «Αν μπορούσαμε να συνειδητοποιήσουμε οι απλοί άνθρωποι το μέγεθος του πόνου, θα ’χαμε κάνει και τους ισχυρούς αυτού του πλανήτη να το καταλάβουν. Το μόνο όμως που μας νοιάζει είναι ο μικρόκοσμος μας. Αυτός που έχει να φάει, δεν μπορεί να νιώσει αυτόν που δεν έχει, μόνο τον λυπάται. Ας σκεφτεί λοιπόν κατά πόσο του αρέσει να λυπούνται τον ίδιο» 

Το νερό έχει πάρει βράση και ο κύριος Κώστας πρέπει να αναλάβει δράση. Μας καλεί στο σπίτι του «Άλλου Ανθρώπου» στον Κεραμεικό, Πλαταιών 55 απ’ τις δέκα το πρωί μέχρι την ώρα που πάνε για μαγείρεμα να πιούμε καφέ, να ακούσουμε μουσική και να διαβάσουμε, να κάνουμε μπάνιο αν μας χρειάζεται. «Λειτουργεί σαν ένα οποιοδήποτε σπίτι μόνο που δεν κοιμάσαι και αυτό γιατί δεν μπορώ να κάνω επιλογή στο ποιος θα μείνει και ποιος όχι».

Μαζεύω να φύγω κάτι που δεν τον βρίσκει σύμφωνο και μοιάζει να μη μπορώ να το διαπραγματευτώ. «Το μότο μου είναι, ότι είναι προτιμότερο κάποιος που δεν έχει ανάγκη, να φάει έστω και μια πιρουνιά απ’ το ίδιο φαγητό που θα φάει ένας που έχει. Μ’ αυτόν τον τρόπο γινόμαστε όλοι ίσοι». Έτσι και έγινε! Το μεσημέρι αυτό, ξέχασα το φαγητό της μαμάς και έφαγα μακαρονάκι κοφτό με λουκάνικα απ’ τον μάγειρα της πλατείας, έκατσα στο πεζοδρόμιο και σκέφτηκα ότι αν κάπου πρέπει να ενωθούν οι ζωές μας, ας είναι σ’ αυτήν την πλατεία που σκάει από νοιάξιμο και παρηγοριά!

Στο site της Κοινωνικής Κουζίνας «Ο Άλλος Άνθρωπος», κάθε Κυριακή μπορείτε να ενημερώνεστε για τις δράσεις της επερχόμενης βδομάδας, να μάθετε τι και που μπορείτε να προσφέρετε, πώς μπορείτε να στήσετε μια κουζίνα σε κάθε γειτονιά. Ο «άλλος» άνθρωπος είμαι εγώ και εσύ. Να θυμάστε να μη ξεχάσετε ότι υπάρχουν χέρια που απ’ το άδικο έχουν σφίξει, έχουνε σφίξει και έχουν γίνει μια γροθιά και μ’ άλλα χέρια έχουν σμίξει για να σβήσουν τη φωτιά και ίσως τα χέρια τα δικά μας να ’ναι χέρια σαν και αυτά!

Φωτογραφίες: Παντελής Ζερβός 
Βοηθός Φωτογράφου: Γιώτα Βαρδάλου