Μου είσαι συμπαθής! Είμαστε από τον ίδιο τόπο! Έχουμε και κάτι κοινά σε μακρινούς συγγενείς και κουμπάρους! Έχουμε υποθέτω κοινές εικόνες: τις κορυφές του Παναιτωλικού και των Ακαρνανικών βουνών, τις λιμνοθάλασσες, τον καυτό, όλο υγρασία κάμπο του Αγρινίου τα καλοκαίρια, τη θάλασσα του Ιονίου, μπλε και άγρια και στοργική. Έχουμε και βαθιά, άθελα μας πιθανόν, με ρίζες στο DNA μας, πανηγύρια, κλαρίνα, κυριακάτικα τραπέζια, μεγάλα σόγια να σου τσιμπάνε σε γάμους και βαφτίσεις τα μάγουλα, θείες νοικοκυρές, δυναμικές και συνάμα ευσυγκίνητες, γιαγιάδες με μαύρα τσεμπέρια, τάση για προφορά με εξαφανισμένα φωνήεντα και ταχυλογία, τη μυρωδιά των φύλλων του καπνού, το στίχο του Μάνου Χατζιδάκι να μας κάνει λαβή στη ψυχή «κι ήταν κρύο το φεγγάρι, κρύο αλουμίνιο, σαν τα βράδια του Γενάρη, πάνω από τ’ Αγρίνιο…»

Μ’ άρεσε που βούτηξες στον πλούτο μας, στην παράδοση και κολύμπησες και έκανες τέχνη με τον θεόπνευστο, βελούδινο Σαλέα, στο «Φεγγάρι», που αιώνια θα κάνει κύκλο «στης αγάπης μου τον κήπο» και ήρθες από την ψυχή μου και έκοψες ένα κομμάτι τσάμικο, μακριά από φλωριές, αλλά στο σήμερα. Και έκανες έναν ήχο τόσο, μα τόσο σαν αυτό που λέει ο βγάζω-τη-γλώσσα-μου-και-κοροϊδεύω-και-βεβηλώνω-κάθε-καθωσπρεπισμό» Ντίνος Χριστιανόπουλος: «Τι να τα κάνω τα τραγούδια σας; είναι πολύ ζαχαρωμένα! Ταιριάζουν για σοκολατόπαιδα, μα δεν ταιριάζουνε για μένα»! Και ‘μεις Κωστή, μαζί σου, για τα φεγγάρια που χορεύουν μόνο πάνω απ’ τον κήπο της αγάπης μας και για ήλιους που βασιλεύουν και για μέρες που σώνονται αλλά με ένα νου που δε συμμαζώνεται, αλαφροΐσκιωτος, από αγάπη, μόνο σοκολατόπαιδα δεν ήμασταν… Ναι;   
 

Ήρθε μετά η «Λόλα», βιβλίο και cd μαζί, για μια μικροκαμωμένη μουσικό που δεν ήθελε κανέναν Τσοκολάτα Καρνέισον να την σώσει, αλλά υποσχέσεις άφηνε πως εκείνη σώζει… Τότε έλεγε στο «ΒΗΜΑ», πολύπλοκα να πεις, πως «να αντισταθούμε λοιπόν ή να φύγουμε. Από οτιδήποτε και αν μας παιδεύει. Είναι μια υγιής αντίδραση. Όσο υγιές είναι το να μείνεις και να παλέψεις, άλλο τόσο υγιές είναι το να φύγεις. Εγώ ποτέ δεν ήμουν κατά της φυγής από μια κατάσταση όπου κάποιος αισθάνεται εγκλωβισμένος. Δεν μπορούμε όλοι να αντέξουμε με τον ίδιο τρόπο στην πίεση. Γι’ αυτό στα τραγούδια μου αφήνω μια μικρή ελπίδα, μια ματζόρε διάθεση. Το ματζόρε σου αφήνει μια ανοιχτή πόρτα στο θετικό σενάριο». Η Λόλα του στιχουργικά τον τράβαγε χαμηλά, έστελνε το παιδί σχολείο στου Μωραΐτη –σύμβολο ελίτ και καλά της μεταπολιτευτικής Ελλάδας- και του έμοιαζε στη μύτη. Το παΐδι, όχι η Λόλα… Και άντε sexy Λόλα, και λαλάι και σα και κάτι να κοροϊδεύει και μια παρέμβαση να κάνει, αλλά έλα που δεν το πιάνουμε, ενώ η μυρωδιά του βασιλικού χάνεται και μυρίζει σα φτηνιάρικο άρωμα της Λόλας…