Βέβαια όλο αυτό εξαρτάται από το πώς το εννοείς το σεξ. Που όπως και να το εννοείς καλά κάνεις και κουβέντα δεν μου πέφτει. Το θες αεράτο με σένα να φοράς ζαρτιέρες κρεμασμένος στον πολυέλαιο; Σιγά μην προσβληθεί ο πολύέλαιος. Το θες με ολόκληρο το προσωπικό του «Παλάσκα» που έχει και καλή φήμη στο θέμα; Σιγά την πρωτοτυπία, το απ’ αυτό πάντα σέρνει καράβι.

Το θες με αλυσίδα, ζωνάρι, μαστίγιο, χαστούκι και μπινελίκια; Καλύτερα να τα χαίρεσαι με την συγκατάθεση σου από τον εραστή ή την ερωμένη σου παρά από το αφεντικό. Όμως εδώ ακριβώς, στο παιχνίδι υποταγής, ταπείνωσης και γενικώς, υπάρχει ένα μεγάλο θέμα. Η διαφορά ανάμεσα στη φαντασίωση και την πραγματικότητα. Και η συνειδητοποίηση ότι ακόμα και η έκφραση της σεξουαλικής σου επιλογής και της ερωτικής σου επιθυμίας, είναι μια πολιτική στη βάση της πράξη. Με δράση κι αντίδραση που μπορεί να δώσει άλλοθι εκεί που δεν χωράει δικαιολογία.

Στη «βρώμικη» κινηματογραφικά δεκαετία του 70, αναπτύχθηκε μια περίεργη τάση εκμεταλλευτικών (exploitation) ταινιών β διαλογής με στόχο τα πιο χαμηλά σου ένστικτα και ενίοτε απολαυστικά κακόγουστο αποτέλεσμα. Σεξοπεριπέτειες εγκλείστων σε ναζιστικά στρατόπεδα που περνούσαν του λιναριού τα πάθη από τους SS με καθημερινό μενού το βιασμό και το ηλεκτροσόκ στα βυζιά (για να βλέπουμε τα βυζιά).

Βασίλισσα του είδους, η «βυζαντινή» στο μέγεθος του μπούστου της, ηθοποιός Ντάιαν Θορν που έμεινε στην ιστορία ως «Ίλσα, η Λύκαινα των SS”. Ουσιαστικά ακίνδυνο το πακέτο μέσα στην camp κακόγουστη υπερβολή του, απλά εξαργύρωσε πάνω σε μια κλασσική σεξουαλική φαντασίωση από τα χρόνια του Ντε Σαντ κι ακόμα πιο πίσω. Τη βία του σεξ, τη σχέση εξουσιαστή εξουσιαζόμενου και την ηδονή μέσα από την ταπείνωση.

Την ίδια περίπου εποχή, το ίδιο μοτίβο μετακόμισε και στο σινεμά τέχνης, με τον προβοκατόρικο «Θυρωρό της Νύχτας» της Λιλιάνα Καβάνι, με τη Σαρλότ Ράμπλινγκ σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, να βασανίζεται, να τραγουδάει ημίγυμνη και να ερωτεύεται παράφορα τον «ευαίσθητο» σατράπη φύλακά της, Ντερκ Μπόγκαρτ.

Υπάρχουν κάποια αρχέτυπα στην ανθρώπινη σεξουαλικότητα που για να είμαι και ειλικρινής, δεν ξέρω αν είναι ακριβώς αρχέτυπα ή επίκτητες παρανυχίδες ενός ενοχικού και καταπιεστικού απέναντι στο σεξ, πολιτισμού. Ο άντρας ο βρώμικος, ο σκληρός, ο αδίστακτος, με τη στολή του μπάτσου, του φαντάρου, του ναζί. Που θα σε πατήσει κάτω με την αρβύλα του και θα σε κάνει να νοιώσεις γιαούρτι 2% λιπαρά (ακόμα κι αν έχεις μπάκα).

Για έναν περίεργο λόγο, ο «αλήτης» είναι σύμβολο του καλού, χορταστικού πηδήματος. Ίσως επειδή όλα τα άλλα σου πηδήματα είχαν τη σύμβαση του λαπά και του «πρέπει» από τους γονείς σου κι αυτή είναι η αντίσταση σου. Ίσως επειδή το παραγάμησες βλέποντας Φασμπίντερ και διαβάζοντας Μποντλέρ και πιστεύεις ότι κάβλα χωρίς πόνο, βία και καταστροφή δεν υπάρχει. Ούτε με αυτό διαφωνώ, έχω υπάρξει σε αυτό το μέρος κι έχω παίξει με τους κανόνες του και το κόστος του.

Θα σου πω που διαφωνώ όμως, για να το κλείνουμε μια και καλή. Ο πόθος σου σε καμία περίπτωση δεν δικαιώνει την ανύψωση ενός εγκληματία σε βάθρο αναγνώρισης προτύπου. Ακόμα περισσότερο η συναίνεση σου στο να χρησιμοποιηθείς από αυτόν προκειμένου να νοιώσεις την ηδονή που θες να νοιώσεις, δικαιώνοντας το φασιστικό του μένος.

Αυτό το μεταμορφωμένο σε αντρισμό. Όπως τα ερωτικά γράμματα που στέλνουν ξαναμμένες θείες σε βιαστές στη φυλακή. Γιατί τότε το μεταξύ σας πήδημα και η δική σου απολιτίκ βλακεία, μετατρέπεται σε απολογία για όσες γυναίκες έδειρε ως γνήσιος άντρας. Για όσους πούστηδες έστειλε στο νοσοκομείο δέρνοντάς τους με σιδερολοστούς. Για όσους μετανάστες ονειρεύεται να τους δει να γίνονται φουρνιστά πρέτσελ σε ένα νέο Άουσβιτς.

Η βίαιη σκηνοθετημένη πορνογραφία δεν είναι κάτι κακό. Όταν όμως την καθιστάς ρεαλιστικό κριτήριο πράξεων και επιλογών στην καθημερινότητά σου, καθιστά κι αυτή εσένα συνένοχο σε ότι πρόκειται να συμβεί. Και πίστεψε με, όταν συμβεί αυτό που είναι να συμβεί, θα ξεπεράσει με τέτοιο τρόπο και τις πιο άγριες φαντασιώσεις σου, που αποκλείεται να το ευχαριστηθείς. Ή θα το ευχαριστηθείς μέχρι θανάτου.