Ήταν μια διάρρηξη. Πέντε άτομα, σ’ ένα συγκρότημα γραφείων. Δεν θα τους έπιαναν ποτέ, αν κάποιος φύλακας του κτιρίου δεν είχε δεις τις ταινίες που άφησαν στις κλειδαριές. Κι αν δεν τους έπιαναν ποτέ, ο κόσμος σήμερα θα ‘ταν αλλιώς. Ή ίσως κι όχι. Στα σίγουρα πάντως, κανείς μας δεν θα γνώριζε σήμερα, το μεγαλύτερο σκάνδαλο στην ιστορία των Η.Π.Α. Κανείς δεν θα ‘ξερε τι πάει να πει: Γουότεργκεϊτ.

Αυτό το σκάνδαλο που λες, τότε, το μακρινό 1972, συντάραξε τον κόσμο. Ο πρόεδρος, ο Νίξον, ο πλανητάρχης παρακολουθεί παράνομα τους πολιτικούς του αντιπάλους. Η είδηση σήκωσε κουρνιαχτό! Τα ΜΜΕ πίεζαν, κάθε μέρα είχαν καινούρια ρεπορτάζ, νέες αποκαλύψεις, ο κόσμος έβγαινε στους δρόμους συγκλονισμένος, ο Νίξον με τα πολλά αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Σήμερα ωστόσο έχουμε 2019. Και σε ρωτάω, αν μάθαινες ότι κάποιος, κάπου, παρακολουθεί παράνομα τους αντιπάλους του…

…θα συγκλονιζόσουν;

Και πώς ν’ απαντήσεις ναι, την εποχή που όλοι παρακολουθούν τους πάντες. Δεν ξέρω τι σημασία μπορεί να έχει για τους Αμερικανούς, αλλά για τον υπόλοιπο κόσμο, οι αποκαλύψεις των Wikileaks ή το “Snowdengate” είναι προφανώς πολύ πιο συγκλονιστικές ιστορίες. Αν βάλεις μέσα σ’ όλα αυτά και τη Google που παραδεδεγμένα παρακολουθεί και χρησιμοποιεί τις προτιμήσεις και τις αναζητήσεις σου (και σου κουνάει και το δάχτυλο γιατί “πάτησες αποδοχή στους Όρους και τις Προϋποθέσεις”), τότε το πιο εύκολο συμπέρασμα του κόσμου είναι τούτο: το να μας παρακολουθούν, σήμερα, είναι συνηθισμένο.

Το πραγματικό ζήτημα ωστόσο είναι αν και κατά πόσον πρέπει να θεωρείται και αποδεκτό. Και πριν με παρεξηγήσεις, φίλε της προόδου, της εξέλιξης και της τεχνολογίας, πρώτος εγώ θα παραδεχτώ πως το να μας “παρακολουθούν” έχει τα καλά του. Πολύ μ’ αρέσει που ο αλγόριθμος μου φέρνει στο πιάτο πράγματα που μ’ ενδιαφέρουν χωρίς καν “να τα ‘χω ζητήσει”. Πολύ μ’ αρέσει που αν μια μέρα γράψω στο messenger ότι θέλω καινούρια αθλητικά παπούτσια, ξαφνικά θα παρελάσουν στην οθόνη μου διαφημίσεις απ’ τα παπούτσια που μ’ αρέσουν. Είναι βολικό, είναι ξεκούραστο, είναι…

…επικίνδυνο;

Ποιος μπορεί να βάλει το χέρι του στο Ευαγγέλιο (ή στην καρδιά, τέλος πάντων) και να πει: “Όχι”. Βλέπεις, δεν είναι θεωρία συνωμοσίας. Δεν είναι ΚΑΤΙ που ΚΑΠΟΙΟΣ φαντάστηκε πως ΙΣΩΣ και να γίνεται. Είναι κάτι που γίνεται. Το ξέρεις. Το βλέπεις. Κι αυτοί που το κάνουν (εφόσον ισορροπούν στα λεπτά όρια του νόμου) δεν το κρύβουν καν. Ωστόσο, αν ο αλγόριθμος μαζεύει τα στοιχεία σου για να προτείνει παπούτσια, βραχιόλια και κινητά τηλέφωνα, ποιος του απαγορεύει να το κάνει για να επηρεάσει την ψήφο σου ή να “πουλήσει” τα προσωπικά σου δεδομένα σε κόμματα, κοινωνικές ομάδες ή… στο αφεντικό σου;

Δεν έχεις κάτι να κρύψεις; Δεν έχει σημασία. Τα προσωπικά δεδομένα λέγονται έτσι για κάποιο λόγο. Προστατεύονται απ’ το νόμο για κάποιο λόγο. Ο Νίξον αναγκάστηκε να παραιτηθεί μετά το Γουότεργκεϊτ, για κάποιο λόγο. Τα δικαστήρια δεν κάνουν δεκτά τα προϊόντα παράνομης υποκλοπής, ακόμη κι αν αυτά δίνουν χρήσιμες πληροφορίες για τη δίκη. Γιατί υπάρχει λόγος! Κι ο λόγος αυτός είναι η προστασία της ιδιωτικότητας, που είναι σημαντικότερη απ’ το εύκολο googlάρισμα, απ’ τα καλύτερα αποτελέσματα στο googlάρισμα ή απ’ τις προσφορές προϊόντων.

Αν όλα αυτά είναι έτσι, ωστόσο, τότε εύλογα ίσως αναρωτιέσαι…

…ο νόμος γιατί δεν απαγορεύει αυτή τη σύγχρονη μορφή παρακολούθησης;

Ως προς αυτό δεν έχω να σου δώσω απόλυτη απάντηση – εδώ καλά-καλά οι νομικοί δεν έχουν. Θα σου πω ωστόσο τη γνώμη μου. Οι εξελίξεις τρέχουν, κι ο νόμος μοιραία αναγκάζεται να τρέχει πίσω τους. Το πρόβλημα με το ίντερνετ είναι πως, όσο το ‘χαμε μικρό δεν το θεωρούσαμε σπουδαίο, κι όταν μεγάλωσε άρχισε να τρέχει με τεράστιες ταχύτητες για τα παγκόσμια νομικά αντανακλαστικά. Δεν υπάρχει αμφιβολία, κάποια στιγμή ο νόμος θα καλύψει το κενό, θα κλείσει το παράθυρο, θα επιτρέψει στο ίντερνετ να είναι ελεύθερο, αλλά όχι ασύδοτο να καταπατά πνευματικά δικαιώματα, να υπερβαίνει προσωπικές ελευθερίες, να παίζει το παιχνίδι κάποιων εις βάρος όλων. Ως τότε όμως, το ίντερνετ θα συνεχίσει να τρέχει. Και ποιος ξέρει πόσα παράθυρα θ’ ανοίξει ακόμα, αν από μόνοι μας δεν το αναγκάσουμε να τα κλείσει…

Στο κάτω-κάτω, πελάτες του δεν είμαστε; Γιατί εκείνο πια έχει “πάντα δίκιο”;