Μετακόμισα στα Εξάρχεια μια περίοδο που οι φίλοι μου τα εγκατέλειπαν. Μάζεψαν όλες εκείνες τις προοπτικές που άνοιξε ο Δεκέμβρης του ΄08, τότε που ο θρυμματισμός της κανονικότητας έγινε ορατός από όλους, και ενώ ξέρουν ότι ακόμη δεν έχουν κλείσει, αποφάσισαν ότι δυσκολεύονται να συμβιβαστούν με τον κοινωνικό κανιβαλισμό που εδραιώνεται στην πιο μέχρι και σήμερα ελεύθερη ζώνη της χώρας, στην καρδιά της μητρόπολης.

Έτσι, βρέθηκα από τον Στρέφη στην Καλλιδρομίου και μετά στην Αραχώβης, να χαζεύω την “Μπλε Πολυκατοικία” και το κλειστό “Φλοράλ”. Τα Εξάρχεια σήμερα, μοιάζουν να βρίσκονται σε ένα σταυροδρόμι, που με ευθύνη πρέπει να περπατήσουμε αν θέλουμε να παραμείνουν ένας χώρος πραγμάτωσης των ονείρων μας. Αν δηλαδή θα δώσουμε χώρο στη φαντασία και τη δημιουργικότητα ή θα χαθούν τελικά σε μια κινούμενη άμμο μιας εποχής που δεν μπόρεσε να κατανοήσει και να συντονιστεί.

Το έδαφος, ο δημόσιος χώρος, ως πεδίο έκφρασης αποκτά όλο και πιο καταλυτικό ρόλο. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, ότι στα Εξάρχεια πραγματώνονται εδώ και 40 χρόνια κοινωνικοπολιτικά πειράματα. Προσφυγικές καταλήψεις ξεπερνούν καθημερινά φυλετικές και θρησκευτικές διαφορές, με πυξίδα την αλληλεγγύη και προορισμό την αποδοχή του “άλλου”. Οι πρωτοβουλίες των κατοίκων για αυτοδιαχείριση της γειτονιάς, η πολιτιστική δημιουργία και οι δομές πολιτικού ακτιβισμού, ήταν όσα μετέτρεπαν τα Εξάρχεια σε μια όαση ελευθερίας, όχι μόνο γι’ αυτούς που μένουν εκεί αλλά και για εκείνους που τα επισκέπτονται.

Σήμερα, ένας λούμπεν συρφετός που δυσκολεύεται να κατανοήσει ότι τα Εξάρχεια δεν ανήκουν σε κανέναν, μετατρέπουν το ανόμοιο και το ετερόκλητο που κανονικά θα έπρεπε να αποτελεί θετικό στοιχείο της πολιτικής επανανοηματοδότησης, σε πηγή προβλημάτων. Φαινόμενα αυτοϋπονόμευσης, που μόνο τους κίνητρο είναι η κυριαρχία τους στην περιοχή αδιαφορώντας για τους άλλους, είναι βούτυρο στο ψωμί των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, που με κάθε ευκαιρία κάνουν λόγο για το παρηκμασμένο κέντρο στην καρδιά της Αθήνας, διαβάλλοντας δια μέσου της γειτονιάς συνολικά τον αγώνα του επαναστατικού κινήματος.

Τα Εξάρχεια, χώρος αντίστασης στην Κατοχή, πεδίο αγώνα στη Χούντα των Συνταγματαρχών και μέρος του πιο δυναμικού κομματιού της κοινωνίας που εξεγείρεται, καλούνται να αναμετρηθούν για ακόμη μια φορά με τον νόμο του δυνατότερου, που έρχεται σε άμεση αντίθεση με την αρχές της αλληλεγγύης, της κατανόησης και του σεβασμού.  

Η πολιτική ανοχή από τα Δεκεμβριανά μέχρι και σήμερα, διαιώνισε έναν εξεγερτικό υπόκοσμο καταστροφής και αυτοδικίας. Η εκδίκηση, το εύκολο ξέσπασμα και το τυφλό μίσος για τον άνθρωπο, μας περνάει στο στάδιο της κοινωνικής αφασίας. Ας γίνει ξεκάθαρο ότι αυτό που διαφοροποιεί τον Αναρχισμό από τον Φασισμό, είναι η απαράβατη συνθήκη του πρώτου να αρνείται να μοιάσει στο Κτήνος.

Τα Μέσα, επιλέγουν να προβάλλουν τα Εξάρχεια σαν ένα “άβατο” για το οποίο ευθύνεται το “άσυλο”. Κανένα “άσυλο” όμως δεν υπάρχει για όσους εκμεταλλεύονται και βιαιοπραγούν με τακτικές υποκόσμου. Για εκείνους που εμπορεύονται ναρκωτικά και γυναίκες, χτίζοντας σκόπιμα ένα συκοφαντικό κλίμα, ενισχύοντας δηλώσεις για “μαχητικές και ριζικές λύσεις” στα Εξάρχεια.

Η φαιοκόκκινη τρομοκρατία, θα πρέπει να σταματήσει την καπηλεία του Αναρχισμού, μιας και όποιος σπέρνει τον Τρόμο και τη Βία, σαπίζει στην “ιδεολογική πανούκλα” μιας κάποιας Αστυνομίας της Σκέψης, που μόνο της εργαλείο αποτελούν τα μπάχαλα και ο μηδενισμός.

Ίσως είναι η πιο κατάλληλη στιγμή να θυμηθούμε τη Ρώμη και το πώς έχασε τη γειτονία San Lorenzo, μια ελεύθερη ζώνη από την εποχή της Ιταλικής αυτονομίας. Οι μαφιόζοι και όσα αυτοί έφερναν μαζί τους αποδυνάμωσαν το ισχυρότερο κίνημα, με φασιστικές καταλήψεις να δεσπόζουν στο κέντρο της γειτονικής πρωτεύουσας. Όπως επίσης το φαινόμενο gentrification, στο Kreuzberg του Βερολίνου. Ένας πρώην εναλλακτικός παράδεισος, παρέδωσε όλα τα ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά του, σε μια καινούργια και εξευγενισμένη πραγματικότητα.

Έτσι, τα Εξάρχεια, παρέα με τις ναρκομαφίες και τις πολιτικές στοχεύσεις που απορρέουν από τη στάση της αστυνομίας, έχουν να αντιμετωπίσουν νέα κοινωνικά προβλήματα που αφορούν πλέον τα δυσπρόσιτα ενοίκια, τις επενδύσεις από το εξωτερικό και τις μαζικές αγορές ακινήτων καθώς και τη νέα μάστιγα που ακούσει στο όνομα Airbnb. Η γειτονία που πήρε ένα άψυχο parking, φύτεψε δέντρα, έφτιαξε κήπο για να διοργανώνονται πολιτισμικές και πολιτικές εκδηλώσεις, καθώς και τη μόνη παιδική χαρά στα Εξάρχεια, το Αυτοδιαχειριζόμενο Πάρκο Ναυαρίνου, μεταλλάσσεται, εκτοπίζοντας σιγά-σιγά την αυθεντικότητα.

Ένα χρόνο κάτοικος Εξαρχείων και καμιά δεκαριά θαμώνας, και σήμερα δεν μπορώ να βρεθώ στο κέντρο της πλατείας που βλέπω από το μπαλκόνι. Δεν μπορώ να διασχίσω όλους εκείνους που έχουν καταλάβει την πλατεία και θέλουν να σου σπρώξουν καμιά ψιλή, για να χαζέψω το άγαλμα που στέκεται εκεί από το 1909, με τους “Τρεις Έρωτες” να θυμίζουν έναν σημαντικό λόγο για αληθινή επανάσταση. Μπορώ να κατανοήσω ότι η κοινωνική εξαθλίωση ερμηνεύει εγκληματικές και αντικοινωνικές συμπεριφορές, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να τις δικαιολογήσω.

Η Άνοιξη έχει μπει πια στα Εξάρχεια και όμορφα κορίτσια περπατούν παρέα με χαμογελαστά αγόρια. Κρατάνε σκύλους και ενώνονται με άλλες παρέες. Οι τοίχοι κρατάνε ακόμη ζωντανούς τους αγωνιστές, αφισοκολλούν φυλακισμένους από όλον τον κόσμο που απεργούν για τις αξίες που τους κρατάνε δυνατούς. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι δεν καθοδηγούνται από το “εδώ μόνο εμείς” και αυτό κάνει τον Αναρχισμό να διαφέρει από τους ψευτοαναρχικούς που πρεσβεύουν μια βία που καμία σύνδεση δεν έχει με πολιτική σκέψη.

Εμείς θα επιμένουμε! Θα παλεύουμε για το δικαίωμα μας φανταζόμαστε και να πράττουμε το αδύνατο.

Όσο για εκείνους που πρεσβεύουν έναν Αναρχοφασισμό που δικαιολογεί το “όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας”, καλό είναι να ξέρουν ότι υπάρχει η Αναρχία και ο Φασισμός. Ας πάρει ο καθένας την ευθύνη του και ας διαλέξει πλευρά…