Έρχεται κάποια στιγμή στη ζωή του ανθρώπου που οφείλει να πάρει τη μεγάλη απόφαση. Πρέπει να ενώσει ζευγάρια κάλτσες, να πετάξει χαρτιά και αποξηραμένα λουλούδια πρώην, να δοκιμάσει και να χαρίσει ρούχα που δεν του κάνουν. Ό,τι μείνει να το στριμώξει σε μια κούτα, να το γλιτώσει απ’ τα καυτά δάκρυα της μάνας και την καταστροφολογία του πατέρα και να τα βάλει σε ένα νέο σπίτι, πιθανόν πικρότερο μα σίγουρα πιο ελεύθερο.

Κάπως έτσι, άργησα αλλά κατάφερα να πάρω το κουτί μου, πατημένα 30. Έφτασα κατακαλόκαιρο στα Εξάρχεια που έβραζαν, σε ένα σπίτι που το μόνο που είχε ήταν ένα κρεβάτι και μια μεγάλη κίτρινη πολυθρόνα. Ευτυχώς η ψυχιατρική αυτή διακόσμηση δεν κράτησε για πολύ και σύντομα το διαμέρισμα γέμισε με βιβλιοθήκες που δεν χωράνε όλα τα βιβλία, κάδρα με σκούρα χρώματα και φωτογραφίες με τεράστια χαμόγελα. Κρεμάστηκαν κουρτίνες, τα ντουλάπια γέμισαν ποτήρια και μέχρι και σήμερα ο φούρνος δεν έχει ανάψει. Και ενώ όλες οι γωνιές του σπιτιού έμοιαζαν γεμάτες για τη νέα ζωή που ξεκινούσε, κάτι έλειπε. Έτσι, συνέχισα τις αγορές. Χαλιά που δεν κρατάνε το κρύο του χειμώνα και εσωτερικά φυτά που μπορούν να ζήσουν και ένα μήνα χωρίς να τα ταΐσω. Τα βάζα γέμισαν με καραμέλες και σοκολατάκια, ενώ στο μπάνιο κρέμονται πλέον κορνιζαριμένα σκίτσα pop art. Τόσα και αλλά τόσα συνέβεναν σχεδόν δίπλα στην πλατεία Εξαρχείων, όμως και πάλι τίποτα…

Έλειπε η Ίρμα, με την κουνιστή ουρά και το ατέλειωτο κέφι της ακόμη και για το αεράκι που θα τινάξει τα αφτιά της. Η Ίρμα δεν χώρεσε στην κούτα, μιας και δεν ήθελε να αποχωριστεί το δωμάτιο της, στην καρδιά μιας οικογένειας, που για χρόνια τη βλέπει και βλέπουν να μεγαλώνει. 

Τα φιλόζωα Εξάρχεια έκαναν τη ζωή μου ακόμη πιο δύσκολη. Από το supermarket μέχρι τα Άγραφα και από Το Μικρό Καφέ μέχρι τον λόφο Στρέφη, ο κόσμος περπατάει με τους κολλητούς τους, που κρατάνε την ουρά τους ψηλά. Κοντά και ψηλά, ξανθά και μελαχρινά όλα καλά.

Καμιά δεκαριά μέρες πριν, σε ένα party από αυτά που θυμάσαι τι έκανες την επόμενη, αποφάσισα ότι ήρθε η ώρα να χωρέσω και άλλη αγάπη στη ζωή μου. Σουλατσάροντας στο Internet, αναζητώντας τον επόμενο μπελά μου, ένιωσα ότι βρίσκομαι σε έναν δρόμο γεμάτο σκυλιά που με κοιτάνε όλα κατάματα για να έρθουν μαζί μου. Κόσμος τα έχει τραβήξει μέσα από σκουπίδια, τα έχει περιμαζέψει από ερημιές και φροντίσει με αφοσίωση μέχρι να βρεθεί το επόμενο τους σπίτι.

Έτσι κάπως ήρθε και η Νέλλυ στο κέντρο της Αθήνας, από την όχι και τόσο κοντά, Ελευσίνα.  

Φουριόζα σαρώνει ό,τι βρει στο πέρασμα της θυμίζοντας μου διαρκώς οι φίλοι και οι γνωστοί, όταν με βλέπουν να λιγοψυχώ, ότι είναι μόλις 4 μηνών και να μην απογοητεύομαι κάθε φορά που κάνω σλάλομ σε μικρές κίτρινες λίμνες, πριν ακόμη ανοίξω τα παντζούρια.

Ένα κουτάβι που τρέχει για χάδια μόλις ακούσει το κλειδί στην πόρτα, δαγκώνει όταν δεν έχει την προσοχή σου, κλαίει όταν το βάζεις για ύπνο, είναι η καθημερινή μικρή δόση ευτυχίας που αξίζει σε κάθε άνθρωπο.

Οι μέρες που μετράμε μαζί, δεν είναι πολλές, είναι όμως αρκετά γεμάτες για να με αδειάσουν από ενέργεια και να το ευχαριστηθώ. Σκέφτομαι ότι σε άλλη περίπτωση, το πιθανότερο θα ήταν να περιφερόταν ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν τη βλέπουν και αυτοκίνητα που θα μπορούσαν να την αγκαλιάσουν με τις ρόδες τους. Σκέφτομαι όλα εκείνα τα σκυλιά που το μόνο που χρειάζονται είναι λίγο χρόνο από τη μικρή ζωή μας και δεν τη βρίσκουν όσους δρόμους και αν περπατήσουν.

Δεν χρειάζεται να αγοράσεις κάποιο ζώο όταν εκεί έξω υπάρχουν τόσα με την αγκαλιά τους ανοιχτή. Δεν χρειάζεται να τα παίρνεις και να τα εγκαταλείπεις, δεν χρειάζεται να τα αφήνεις να γεννούν και να τα διώχνεις. Θέλει αγάπη η ζωή, μεράκι και ευθύνη…

Υιοθέτησε ένα αδεσποτάκι και γίνε ο άνθρωπος που πιστεύει ότι είσαι.