Βάση των θρησκειών, αποτελεί η επικοινωνία των πιστών με το Θείο. Στις περισσότερες γνωστές θρησκείες, πχ. Ισλαμισμό, Χριστιανισμό κ.λπ., υπάρχει η βεβαιότητα ότι οι άνθρωποι γνωρίζουν πάντοτε αν πράττουν έντιμα ή όχι, καλώς ή κακώς κ.λπ., χωρίς να επηρεάζεται το πράττειν από τη μόρφωση, την εντιμότητά τους κ.λπ. Για αυτό οι θεολόγοι καταφεύγουν στην πατέντα της θείας έμπνευσης, προκειμένου να εξηγήσουν το φαινόμενο: Είναι ο Αλλάχ που τύφλωσε τον Αγά και θέλησε να κάψει τη Λυκόβρυση, στο κλασσικό κείμενο του Καζαντζάκη. Αλλά και η εμπιστοσύνη που υπάρχει στο ειδικό σχέδιο που υπακούει στο θέλημά του χριστιανικού Θεού, μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία. Όταν σε μία προσπάθεια να εξηγηθούν τα πάντα, τελικά δεν καταφέρνουν να εξηγήσουν τίποτα.

Από τον Σοπενχάουερ μέχρι τον Μπάροουζ, η κλειστότητα των θρησκειών συναντιέται ως άρνηση ελευθερίας και ισότητας, υποδούλωση και ανθρώπινος εκμηδενισμός. Από τη στιγμή που ο Θεός είναι τα πάντα, η ζωή και η μοναδική αλήθεια, ο άνθρωπος είναι το τίποτα, ο θάνατος και το ψέμα. Με τον Νίτσε να αποκωδικοποιεί τη χριστιανική έννοια του Θεού των αρρώστων, του Θεού ως πνεύμα κ.λπ., ως το τελευταίο στάδιο της κατιούσας εξέλιξης θεϊκών τύπων. Πρόκειται για εκφυλισμό στο αντίθετο της ζωής, αντί για το αιώνιο Ναι της. Μία διακήρυξη πολέμου κατά τής φύσης και της βούλησης για ζωή, μία βούληση για το μηδέν που την κήρυξαν αγία. Αυτή η έννοια του Θεού, είναι από τις πιο διεφθαρμένες που επιτεύχθηκαν στη Γη. 



Στα καθ’ ημάς, η χριστιανική θρησκεία αποτελεί κρατική θρησκεία και, κατ’ επέκταση, κρατική ιδεολογία. Με αποτέλεσμα την επιβολή στον πιστό για υπακοή στον Θεό, αλλά και στον κυβερνήτη, τον μονάρχη, τον πρωθυπουργό. Ακόμα και σήμερα, μετά τις αστικές επαναστάσεις, που η εκκλησία δεν παίζει τον ίδιο ρόλο – παρά την τεράστια δύναμη που συνεχίζει να έχει. Με τον Νίτσε να σχολιάζει στον Αντίχριστο την παρεξήγηση που υπάρχει στη λέξη Χριστιανισμός. Καθώς κατά βάθος μόνο ένας χριστιανός υπήρξε και αυτός πέθανε στον σταυρό. Για αυτό είναι λάθος να εντοπίζεται στην πίστη για λύτρωση μέσω του Χριστού, το διακριτικό γνώρισμα του χριστιανού. Μόνο η ζωή όμοια με του Χριστού λειτουργεί σαν χριστιανική πρακτική. 

Μια θεολογική αναμέτρηση δηλαδή με την έννοια του ξένου, του διαφορετικού ως εαυτού. Τα λόγια του Ιησού στον σταυρό, όταν κατάλαβε ότι η γέννησή του προσδέθηκε με τον θάνατό του, που πλημμύρησε τη γη με ποταμό αίματος και πόνο: “Άνθρωποι, συγχωρήστε Τον (σ.σ. τον Θεό), δεν ξέρει τι κάνει” (Ζ. Σαραμάγκου, “Το κατά Ιησούν Ευαγγέλιο”). Ο Χριστός και το λαϊκό αφήγημά του συνδέεται με τους φτωχούς, τους ξένους, τους αδύναμους και δεν σχετίζεται με τον δημιούργημα του Ιερατείου. Που τον θέλει να στέκεται ψηλά, για να γυρέψει τάματα. Κι ένα πασχαλινό ερώτημα για κλείσιμο: Πού είναι η χριστιανική ηθική και πίστη όσων κάνουν μεγαλόσταυρους και νηστεία την Εβδομάδα των Παθών, αλλά αντιλαμβάνονται ως θεωρία αριθμών τα θύματα των χημικών στη Συρία ή στο Ιράκ; Πώς περιμένουν να αναστηθεί Εκείνος, όταν δεν έχει πεθάνει μέσα τους ποτέ;

Του Γιώργου Κτενά