Μετά από μπόλικα Disaronno λεμόνι, το τελευταίο βράδυ της αποκριάς μπήκαμε ντυμένες κάτι μεταξύ αρχαίας Ελληνίδας και πρώτου ραντεβού, με τη Φιλένια στο αμάξι της επιστροφής. Μεταξύ κούρασης και προβληματισμού για το τι θερμίδες αξίζει να πάρουμε στις 4 το πρωί, χαζολογάω στο κινητό μου. Το τροχαίο στην Αθηνών-Λαμίας, ανατινάζεται στα μάτια μου. Όσο και αν προσπαθώ να γλιτώσω από την εικόνα καθώς ξημερώνει, είναι σε κάθε προφίλ, ντυμένο στο κλίμα των ημερών με διάφορους τίτλους. Η ξενέρα μας, εξαφάνισε το αλκοόλ από τις φλέβες μας σε χρόνο ντε-τε…

Την επόμενη μέρα, προσπαθούσα για κάμποση ώρα να καταλάβω αν αυτό που είχαμε δει μεταξύ ύπνου και ξύπνιου ήταν αληθινό. Πανάκριβο αμάξι που οδηγούσε γιός γνωστού επιχειρηματία, σκόρπισε το θάνατο σε τρείς ανθρώπους. Το αυτοκίνητο, έπεφτε ξανά και ξανά στο σταθμευμένο όχημα. Σχεδόν μπορούσαμε να ακούσουμε τα φρένα και το μπαμ της ανάφλεξης. Σχεδόν ΔΕΝ μπορούσαμε να αισθανθούμε τον πόνο της καθόλου αγαπημένης tv περσόνας, που θα ήθελε να βάλει θερμόμετρο στα λάστιχα της Porsche, προκειμένου να δει αν είχαν πυρετό και ευθύνονται για το τροχαίο. Και δωσ’του αγώνας να βρεθεί το αμάξι που προσπέρασε την ώρα που καίγονταν ζωντανοί και να σου κυκλάκι που μας έδειχνε τον πατέρα να πιάνει το κεφάλι του ξανά και ξανά και άντε να βγει το μεροκαματάκι μας και σήμερα.  

Τραγικός σύζυγος και πατέρας, καλείται να απαντήσει αν νιώθει στεναχωρημένος για την απώλεια του, ενώ παράλληλα στην οθόνη περνάνε υαλουρονικά, στα τρία το ένα δώρο. Ένα αδιάκοπο ξέσκισμα ζωών, μια διαρκής εξερεύνηση των αντοχών απέναντι στον θρήνο. Το βιογραφικό των θυμάτων, περνάει πανελλήνια συνέντευξη και ο λαός αποφαίνεται ποιος πρέπει να κλαφτεί περισσότερο. Και σου λέει η μάνα του συνοδηγού ότι θέλει να θάψει το παιδί της μόνη της. Τι θα προσδώσει άλλωστε στην κοινωνία, ένα πλάνο νεκροταφείου και κάποιες μαυροφορεμένες φιγούρες; Έφριξε η δημοσιογραφία με το θράσος της και φυσικά τα κλικ άστραψαν κρυφά στο φέρετρο. Έχουμε φως, νερό, τηλέφωνο κυρία μου να πληρώσουμε, δεν είμαστε όλοι πλούσιοι σαν και του λόγου σας. Τα νεκρά παιδιά άλλωστε, ήταν πάντα SOS στις εξετάσεις δεοντολογίας μας

Και όπου τροχαίο, ξέρεις πολύ καλά τι ακολουθεί. Ένας χρόνος από τον θάνατο του Παντελή Παντελίδη και ακόμα να ξεπεράσω την αισχρότητα που τον διαδέχτηκε. Η απόλυτη παράνοια, για την απόλυτη τραγικότητα. Ένας διάσημος, αυτοδημιούργητος άνθρωπος χάνει τη ζωή του και κανείς δεν έβαλε τελεία εκεί. Κανείς δεν βούλωσε το στόμα του, μπροστά στα νούμερα που ανέβαιναν σαν τρελά, κάθε φορά που γινόταν ξανά και ξανά αναπαράσταση του τροχαίου, με δημοσιογράφους. Τι μακαβριότητα, ε Μένιο μου; Μέχρι και ελικόπτερο σήκωσες για να πετάξουν να νούμερα σου. Τι μουσικές, τι ματωμένοι τίτλοι, τι λαϊκά προσκυνήματα, και κοντινά στα μάτια της μάνας. Από κοντά και νεκροφιλικά sites που έχουν αναγάγει σε εθνικό ζήτημα, ποιος οδηγούσε και αν έπρεπε να ζήσουν όσες τη γλύτωσαν. Ακυκλοφόρητα τραγούδια σε εφημερίδες, αποκλειστικότητες με τον περιπτερά που ψώνισε τσίχλες πριν το μοιραίο και άλλα τέτοια θλιβερά…

Το πρώτο σοκ για το πώς ο θάνατος μπορεί να αποτελέσει φιέστα των ΜΜΕ, ήταν η δολοφονία του Σεργιανόπουλου. Η αποδόμηση της προσωπικότητας σε όλο της το μεγαλείο, το ασυγχώρητο της αδιακρισίας. Ναρκωτικά, σεξουαλικές προτιμήσεις και μαχαιρώματα, στο βωμό της περιέργειας μας. Ερωτικά τραγούδια συνόδευαν εικόνες από το νεκροταφείο και έκκληση από τους συγγενείς, να μην αποκαλύψουν τα κανάλια στην ηλικιωμένη μητέρα του, τον τρόπο θανάτου του γιού της. Ρατσιστικά και ομοφοβικά παραληρήματα, κρεμόντουσαν σε κάθε κίτρινη φυλλάδα σε μια περίοδο που τα κανάλια βίωναν την πιο τρας περίοδο τους.

Η “ελληνική τραγωδία”, κρατάει από την αρχαιότητα και η θεαματικότητα της βασιζόταν κυρίως στην πρόκληση της συμπάθειας και του φόβου του θεατή.  Από τότε, παρακολουθώντας το τραγικό δρώμενο ο θεατής, βιώνει τη μοναδική στιγμή του να μπορεί να αποποιηθεί τον εαυτό του, χωρίς συνέπειες. Μπορούσε να βιώσει όλα τα έντονα συναισθήματα, χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε συνέπεια για τον ίδιο, στην πραγματική ζωή.

Σήμερα, η τραγωδία στα ΜΜΕ μεταφέρει τα γεγονότα σε εκπομπές που ισχυρίζονται ότι αποτελούν μέρος της καθημερινής πραγματικότητας, καλύπτοντας τον θεατρικό τους σκελετό με έναν “μανδύα καθημερινότητας” Η ουσία δεν έχει κανένα νόημα μπροστά στις διαστάσεις των γεγονότων, που αλλάζουν. Οι τρόποι που μπορώ εγώ και εσύ να ενημερωθούμε, είναι άπειροι και εύκολα προσβάσιμοι. Όποιος επιθυμεί και εθίζεται στην “έκσταση”, μπορεί όσες ώρες της ημέρας θέλει, να εισέρθει σε αυτήν.

Το γεγονός ότι πολλοί επιλέγουν να θέτουν διαρκώς τη ζωή τους σε μια “κατάσταση αναμονής” είναι ένα σήμα κινδύνου. Όταν οι ακροαματικότητες δείχνουν καθημερινά υψηλά ποσοστά, αυτό σημαίνει ότι το μεγαλύτερο ποσοστό της κοινωνίας μαθαίνει να ζει μια άλλη πραγματικότητα.Παρόλα αυτά, συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού έχει αρνητική γνώμη για εκπομπές που αποσπούν την μεγαλύτερη μερίδα τηλεθέασης. Για μακροπρόθεσμα αποτελέσματα, χρειάζεται η οικοδόμηση ενός σταθερού προφίλ εμπιστοσύνης, προς με τον μέσο θεατή.

Τα ΜΜΕ θα έχουν καταφέρει ένα μικρό βήμα προς την ανάκτηση της αξιοπρέπειας τους, όταν καταλάβουν ότι δεν αρκεί να βλέπει κανείς αλλά και να επαινεί. Να γνωρίζει συνειδητά ότι αυτό που βλέπει, πρέπει να το βλέπει χωρίς να λούζεται στο αίμα και την εξαθλίωση.