Πέθανε ο Κρόιφ και σε κλάσματα δευτερολέπτου ξεκίνησαν τα γνωστά “ριπόλοτζι” στο Facebook, που είτε τα γουστάρεις είτε όχι, πρέπει να δεχτείς ότι έχουν κουράσει. 

Ωστόσο, ας μην κολλήσουμε εκεί αυτήν τη φορά.

Αυτό που μου έκανε περισσότερη εντύπωση είναι το νοηματικό κενό που φαίνεται να υπάρχει στο να “θρηνεί” ιντερνετικά κάποιος γεννημένος μετά το ’80 για τον Γιόχαν Κρόιφ. Όπως το ίδιο κενό υπήρχε και στον “θρήνο” για τον Εουσέμπιο, τον Σόκρατες, τον Πούσκας και άλλους αντίστοιχα μεγάλους.

Ποιο είναι αυτό; 

ΔΕΝ ΤΟΥΣ ΕΙΔΕΣ ΠΟΤΕ ΝΑ ΠΑΙΖΟΥΝ, GOD DAMN IT!


Το ποδόσφαιρο είναι εφήμερη τέχνη, σκέψου το σαν μια θεατρική παράσταση… Κάθε αγώνας δίνεται μία φορά και με το που σφυρίξει ο διαιτητής, πουφ, πάει, τελείωσε, εξαφανίστηκε.

OK, θα μου πει κάποιος “και τόσα βίντεο ρε μεγάλε γιατί υπάρχουν; Μήπως ένας αγώνας είναι περισσότερο σαν ταινία που μπορείς να δεις και να ξαναδείς και όχι μια παράσταση που ‘πεθαίνει’ κάθε φορά”;

Δεν θέλω να ακουστώ ελιτιστής ή ακόμα χειρότερα, ένας από εκείνους τους τύπους που λένε “ε, άμα δεν το παρακολουθήσεις στο γήπεδο το παιχνίδι, είναι σαν να μην το είδες, εκεί έχει άλλη γλύκα” και μπλα μπλα μπλα…

Εννοείται ότι μπορείς να δεις σε βίντεο έναν ποδοσφαιρικό αγώνα ή στιγμές του. Αρκεί όμως μόνο αυτό για να αποκτήσεις άποψη για έναν παίκτη; Κατά τη γνώμη μου όχι, αλλά το θέμα μας δεν είναι αυτό. 

Το θέμα μας εδώ είναι γιατί να εκφράσεις λύπη για κάποιον που δεν τον έχεις δει ποτέ να παίζει, τον ξέρεις μόνο ως όνομα, έχεις πιθανότατα διαβάσει γι’ αυτόν ή έχεις δει βιντεάκια στο YouTube, αλλά δεν έχεις συνδέσει όμορφες στιγμές μαζί του, δεν έχεις ενθουσιαστεί ή στεναχωρηθεί με ενέργειές του.

Νομίζω ότι και εδώ υπάρχει εξήγηση και είναι αρκετά λογική (όσο λογικό βέβαια μπορεί να είναι να κλαις για κάποιον ξένο).

Οι θάνατοι τέτοιων θρύλων δίνουν αφορμή σε όλους τους ποδοσφαιρόφιλους να δείξουν την κοινή τους αγάπη για το άθλημα, να θυμηθούν αυτά που τους ενώνουν και όχι αυτά που τους χωρίζουν. Και αυτό είναι μία απ’ τις λίγες φορές που συμβαίνει.

Όταν φεύγει ένα τοτέμ που υπερβαίνει οπαδικές προτιμήσεις, κάνει όσους αγαπούν το ποδόσφαιρο να νιώσουν περήφανα μέλη της ίδιας κοινότητας, της ίδιας “μυστικής” ομάδας με τους δικούς της κώδικες και τα δικά της σύμβολα.
Άλλωστε, η παραδοχή της αξίας αυτών των ποδοσφαιριστών είναι κάτι σαν προαπαιτούμενο για να γίνεις δεκτός στη θρησκεία του ποδοσφαίρου, από την εποχή που πρωτοκατάλαβες τι εστί τόπι.

Come on, man, δεν γίνεται θρησκεία χωρίς θεούς. Τους δέχεσαι, τους ασπάζεσαι και μετά, εντάξει, συζητάμε για το ποιου θεού οι δυνάμεις είναι μεγαλύτερες.

Υπάρχει όμως και η άλλη όψη. Υπάρχουν χρήστες στο Facebook, οι οποίοι νομίζουν ότι η αναγνώριση της αξίας αντικειμενικά μεγάλων παικτών που ‘φεύγουν’, τους νομιμοποιεί για όλα τα υπόλοιπα τρελά που έχουν πει κατά καιρούς (ή σκοπεύουν να πουν). Πάντα, βέβαια, ως εξιλέωση στον μικρόκοσμό τους.

“Ναι, έχω πει δεκάδες καφρίλες για το ποδόσφαιρο γιατί είμαι κολλημένος οπαδός, αλλά μήπως κάνετε λάθος; Να, κοιτάξτε πως θρηνώ για τον Κρόιφ, που ήταν αντικειμενικά μεγάλος παίχτης. Μήπως είχα δίκιο και άλλες φορές; Μήπως τελικά είμαι πιο αντικειμενικός από όσο νομίζετε”;

ΟΧΙ, ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ. Είσαι ένας εκνευριστικός δήθεν και με την πρώτη ευκαιρία θα ξαναγράψεις περήφανα για τότε που κυνηγούσατε τους γαύρους/βάζελους/αεκτζήδες έξω απ’ το γήπεδο. End of story. 

Συμπέρασμα; Ο θάνατος ενώνει ποδοσφαιρικά, ειδικά όταν δεν ακουμπά στις οπαδικές προτιμήσεις, όταν είναι ενός μύθου αδιαπραγμάτευτης αξίας. Αλλά αν νομίζουμε ότι δίνει άλλοθι για ό, τι καφρίλα έχουμε ποστάρει μέχρι σήμερα, μάλλον κάνουμε λάθος.