“Εκπαίδευση είναι μορφή εξειδικευμένης κοινωνικοποίησης που ασκείται κατά κανόνα από φορείς που βρίσκονται έξω από την οικογένεια και έχει ως περιεχόμενό της την μετάδοση γνώσεων, δεξιοτήτων και μορφών ενέργειας ή συμπεριφοράς (εντός ειδικών ιδρυμάτων)*. Ας μιλήσουμε για τις δεξιότητες.

Η απόκτηση δεξιοτήτων για ενα άτομο μπορεί να επιτευχθεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία, τα ειδικά ταλέντα, τα ενδιαφέροντα ή ακόμα και το πολιτισμικό υπόβαθρο κάθε μαθητή. Το διαρκώς επαναλαμβανόμενο λάθος όσων ευθύνονται για την εφαμογή της εκπαιδευτικής πολιτικής σε ένα κράτος, είναι ακριβώς αυτό. Σχεδόν κανένα από τα γνωστά συστήματα, δεν ενισχύει τις ατομικές δεξιότητες των μαθητών, αντίθετα μαζοποιεί και τσουβαλιάζει ένα σωρό διαφορετικούς ανθρώπους κατανέμοντας τις ίδιες παροχές σε μαθητές που είτε έχουν ανάγκη για περισσότερες είτε χρειάζονται λιγότερες. Μοιραία λοιπόν, το σχολείο αναλώνεται στο να περιορίζει τη διάθεση για δημιουργία σε εκείνους που την έχουν και να μην προξενεί κανένα επιπλέον ενδιαφέρον σε κάποιον που έχει χάσει την όρεξή του. 

Τι συμβαίνει ακριβώς όμως…

Για τα λεφτά τα χάνεις όλα
Ένα παιδί που αρχίζει το μεγάλο του ταξίδι στα δύσβατα μονοπάτια του Ελληνικού σχολείου, μαθαίνει από μικρό να του αρέσουν οι δουλειές που αποφέρουν λεφτά. Αρκετά λεφτά. Είναι έτσι δομημένη η κοινωνία μας που φαντάζει σχεδόν απίθανο για ένα παιδί να αποφασίσει μόνο του ότι θέλει να κάνει ένα χειρονακτικό επάγγελμα που θα του επιτρέπει να δημιουργεί αντί να ακολουθήσει ακαδημαϊκές σπουδές. Συνήθως εξαιρούνται εκείνοι που κάποιο μέλος της οικογένειάς τους δραστηριοποιείται ήδη σε κάποιο χειρονακτικό επάγγελμα ή μια προσωπική επιχείρηση. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση όμως, το κίνητρο είναι και πάλι η εύκολη οικονομική αποκατάσταση. 

 

Τα μαθήματα τι ρόλο βαράνε;
Όπως αναφέραμε και στον ορισμό παραπάνω, περιεχόμενο της εκπαίδευσης εκτός από τις παρεχόμενες γνώσεις είναι και η μετάδοση μορφών ενέργειας ή συμπεριφοράς. Ενώ λοιπόν οι τομείς που εμπεριέχονται στην εκπαίδευση είναι ισάξιοι, φαίνεται πως το εφαρμοζόμενο εκπαιδευτικό σύστημα (με τις ευλογίες εκείνων που θέλουν εύκολα, γρήγορα και πρακτικά εργατικά μυαλά) επιλέγει να δώσει έμφαση στις γνώσεις, καθώς θα φανούν πιο χρήσιμες για την επαγελματική αποκατάσταση. Έτσι, μαθήματα που δυνητικά θα επικεντρώνονταν στην πνευματική καλλιέργεια περνούν σε δεύτερη μοίρα για χάρη της βαθμοθηρικής αντιμετώπισης που επιβάλλεται να έχει ένας μαθητής όσο μεγαλώνει. Βλέπουμε λοιπόν τα λιγότερο “σοβαρά” μαθήματα να είναι αυτά της μουσικής, των καλλιτεχνικών και της γυμναστικής, γεγονός αρκετά λυπηρό για κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο που συνειδητοποιεί πως αυτά τα μαθήματα έχουν την μεγαλύτερη επίδραση στη διαπαιδαγώγηση του ατόμου.

Το παγκόσμιο αντιπαράδειγμα
Το Μοντεσσοριανό σχολείο κρατάει ψηλά τη σημαία της εναντίωσης στα υπάρχοντα εκπαιδευτικά συστήματα. Ωστόσο με δεδομένο πως η Μοντεσσοριανή εκπαίδευση υφίσταται μόνο μέχρι την έκτη τάξη του δημοτικού, μένει μια αίσθηση ανολοκλήρωσης καθώς εύκολα αντιλαμβανόμαστε πως η μετάβαση στην “κανονική” πρώτη γυμνασίου, θα είναι απολύτως ανώμαλη για έναν μαθητή. Στα συγκεκριμένα σχολεία οι τάξεις είναι μεικτές και ο δάσκαλος επικεντρώνεται στις ικανότητες του κάθε μαθητή ξεχωριστά. Για παράδειγμα, στην ίδια αίθουσα μπορούν οι μαθητές διαφορετικών τάξεων να μελετούν διαφορετικά μαθήματα, χωρίς να έχουν συγκεκριμένες ώρες μαθημάτων, παρά μόνο στόχους που πρέπει να βγουν εις πέρας. Έτσι, οι ικανότητες κάθε παιδιού εξελίσσονται σύμφωνα με τις δικές του επιθυμίες και τη δική του όρεξη για δημιουργία, χωρίς κανένας να τα περιορίζει ή να τα ωθεί προς κάποια κατεύθυνση. Τα συγκεκριμένα σχολεία θεωρούνται και τα πιο φιλικά για ΑμεΑ, ενώ οι νεαροί μαθητές εξοικειώνονται καθώς έρχονται καθημερινά σε επαφή μαζί τους και εμφανίζουν μειωμένες πιθανότητες να πέσουν θύμα προκαταλήψεων. 

Οι ανήσυχοι Φινλανδοί
Το παράδειγμα της Φινλανδίας είναι το κορυφαίο σε ό,τι έχει να κάνει με το πώς πρέπει ένας κρατικός μηχανισμός να αντιμετωπίζει το εκπαιδευτικό σύστημα. Αν και η παιδεία των Σκανδιναβών θεωρείται -και όχι άδικα- μία από τις κορυφαίες στον κόσμο, το υπουργείο ψάχνει συνεχώς τρόπους για να εξελίξει το σύστημα. Τα τελευταία χρόνια σε πειραματικό στάδιο, και από το 2020 μόνιμα και σε όλη τη χώρα, επιχειρείται μια ολική αναδιάρθρωση της παιδείας με σκοπό την “επένδυση” στις δημιουργικές δυνατότητες των μαθητών. Είναι χαρακτηριστικό πως το 43% των μαθητών λυκείου φοιτά σε σχολεία επαγελματικής κατάρτισης, ποσοστό που είναι το υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. 

Το ζήτημα πλέον είναι αν πραγματικά μπορεί το σύγχρονο σχολείο να δώσει περισσότερες δυνατότητες δημιουργίας στους μαθητές. Προσωπικά θεωρώ πως με τα σημερινά δεδομένα δεν μπορεί σε καμία περίπτωση. Για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται μια γενναία και εκ βάθρων “ανακατασκευή” του όλου συστήματος, κάτι που με την επικρατούσα κατάσταση φαντάζει μη εφικτό. Ίσως ένα σχολείο που δεν “φτιάχνει” εργαζόμενους αλλά ανθρώπους, να είναι η λύση για τον τερματισμό της κοινωνικής κρίσης που έχει επέλθει ως φυσικό(;) επακόλουθο της οικονομικής.

Τσέκαρε και την άποψη του Sir Ken Robinson (και με Ελληνικούς υπότιτλους) όπως την εξέφρασε στο TED.

 

 

*Σύμφωνα με τον ορισμό που δίνει στο βιβλίο του «Λεξικό της κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης», ο Δημήτρης Τσαούσης.